Σχολιασμός των έργων και μουσικολογικές παρατηρήσεις
Ο συνδυασμός φλάουτο, βιολοντσέλο, πιάνο αποτελεί μία παραλλαγή του «πιάνο – τρίο» σχήμα Μουσικής Δωματίου συνηθισμένο και καθιερωμένο από την προκλασική ήδη περίοδο. Το φλάουτο παίρνει τη θέση του βιολιού δίνοντας ένα ιδιαίτερο ηχόχρωμα και δημιουργώντας μια άλλη ηχητική ισορροπία. Οι ομοφωνικές συνθέσεις της εποχής για μικρά σύνολα βασίζονται στο πιάνο (όπως αντιλαμβάνεται κανείς και από το όνομα του συνόλου) ενώ τα άλλα όργανα αναπτύσσονται πάνω σε αυτή τη βάση αναλαμβάνοντας σολιστικό ή συνοδευτικό ρόλο πάντοτε στα πλαίσια της ισορροπίας και της ισοτιμίας που διέπουν αυτό το μουσικό είδος (*).
Το Τρίο σε Ρε μείζονα No. 28 (Hob.XV:16) του Joseph Haydn (1732 -1809) είναι και αυτό από τα λίγα έργα που πρωτότυπα γράφτηκε για το φλάουτο. Ο συνθέτης το 1791 που επισκέφθηκε για την πρώτη φορά την Αγγλία είχε γράψει για 2 ερασιτέχνες φλαουτίστες 4 Τρίο για 2 φλάουτα & βιολοντσέλο με τον τίτλο Τα Τρίο του Λονδίνου (Londoner Trios). Διαπίστωσε έτσι την αγάπη της Αγγλικής αριστοκρατίας για το φλάουτο και προόριζε το έργο (συνολικά 3 Τρίο - Hob.XV: 15, 16 & 17) για το κοινό αυτό. Εκδόθηκε μάλιστα το 1792 από τον Άγγλο εκδότη John Bland. Ακολουθεί τη διαδοχή γρήγορο – αργό – γρήγορο με πολλά δεξιοτεχνικά, ενεργητικά και λαμπερά στοιχεία στα γρήγορα μέρη αλλά και με μία ιδιαίτερα λυρική και μελωδική διάθεση στο μεσαίο αργό μέρος το οποίο μάλιστα μεταφέρει στην ομώνυμη ελάσσονα.
Ο Carl Maria von Weber (1786 - 1826) είναι γνωστός κυρίως από τις όπερές του : «Ελεύθερος σκοπευτής» και «Όμπερον» και τα κοντσέρτα του για κλαρινέτο και ορχήστρα. Τα έργα του Μουσικής Δωματίου είναι πολύ λίγα συνολικά και ελάχιστα γνωστά σε κοινό και ερμηνευτές. Το Τρίο του, έργο αρ. 63 σε σόλ ελάσσονα συνετέθη το 1819 κατά τη θητεία του ως μουσικού διευθυντή στη Δρέσδη και είναι αφιερωμένο στον φίλο και γιατρό του Philipp Jungh . Σε τέσσερα μέρη, θυμίζει μια μικρή συμφωνία. Το 1ο μέρος Allegro moderato χαρακτηρίζεται περισσότερο ως Moderato παρά ως Allegro, το 2ο είναι μια Marzia που θυμίζει το Menuetto ή Scherzo που ήταν συνήθως το τρίτο μέρος της κλασικής συμφωνίας, το 3ο είναι το αργό μέρος με τίτλο «ο θρήνος του βοσκού» και το 4ο και τελευταίο μέρος, ένα συναρπαστικό φινάλε αποκαλύπτει το μελωδικό χάρισμα και την εφευρετικότητα του συνθέτη. Το έργο χρησιμοποιεί κλασικά και ρομαντικά στοιχεία με τον ρομαντισμό να έχει πάντα τον τελευταίο λόγο. Και σε αυτό το έργο ο συνθέτης έδωσε ρόλο στο φλάουτο και μάλιστα χωρίς να έχει σε εκτίμηση κάποιον φλαουτίστα από το περιβάλλον του (όπως αναφέρουν οι μελετητές του) εμπλουτίζοντας το σπάνιο ρεπερτόριο αυτού του σχήματος με ένα αληθινό αριστούργημα.
Charles-Édouard Lefebvre (1843 – 1917) Γάλλος συνθέτης τιμημένος με το περίφημο Βραβείο της Ρώμης (1870) συνέθεσε την Ballade σε ακραιφνώς γαλλικό ιδίωμα όπου ξεχωρίζει για την απλότητα και την ατμοσφαιρική της γραφή.
Ο Bohuslav Martinů (1890 – 1959) συνέθεσε αυτό το Τρίο το 1944, (όταν έγινε κάτοικος των Ηνωμένων Πολιτειών) μια χρονιά που χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα αποδοτική για το έργο του. Έργο με εξωστρέφεια γεμάτο λαϊκά μοτίβα της Ανατολικής Ευρώπης και νοσταλγικές αντηχήσεις της πατρίδας του ( πρώην Τσεχοσλοβακία ).
Ο κιθαριστής και συνθέτης Κώστας Γρηγορέας (1957- ) συνέθεσε το «Λυρικό» το 2014, ως μία προσωπική αφιέρωση στον Μίκη Θεοδωράκη, του οποίου τη μουσική ερμηνεύει, ως κιθαριστής, εδώ και τρεις δεκαετίες. Είναι ένα συναισθηματικό έργο σε φόρμα τραγουδιού, εμπνευσμένο από τον πλούσιο λυρισμό αλλά και το δυναμικό επικό στοιχείο της μουσικής του μεγάλου Έλληνα συνθέτη.
(*) Αναφερόμενοι στο πεδίο που ονομάζεται Μουσική Δωματίου πρέπει να κάνουμε κατανοητό ότι ναι μεν περιλαμβάνει έργα που δημιουργήθηκαν για να παίζονται από μικρά σύνολα (1 έως 10 περίπου όργανα) σε μικρότερους χώρους, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Για παράδειγμα ένας βιολιστής που ερμηνεύει έργα για βιολί με συνοδεία πιάνου δεν κάνει Μουσική Δωματίου αλλά ρεσιτάλ. Το ίδιο ισχύει και όταν μία μονωδός ερμηνεύει άριες με συνοδεία πιάνου ή κιθάρας. Το κύριο χαρακτηριστικό του είδους αυτού είναι η δομή και ο τρόπος που οι συνθέτες έχουν «χτίσει» όλο το ηχητικό οικοδόμημα, πώς έχουν μοιράσει τους ρόλους στα όργανα που συμπράττουν, η πλοκή των θεμάτων κλπ. Οι συνθέσεις είναι δομημένες στην μορφή της διθεματικής Σονάτας. Όλα τα όργανα συμμετέχουν ισότιμα εναλλάσσοντας κύριους με δευτερεύοντες ρόλους και χρειάζονται ικανοί ερμηνευτές για να αποδώσουν τόσο τα τεχνικώς απαιτητικά σημεία όσο και τις λεπτές αισθητικά ισορροπίες. Στα σύνολα μπορεί να συμμετέχει κάθε όργανο καθώς και η ανθρώπινη φωνή.
Πολλοί θεωρούν ότι η Μουσική Δωματίου είναι προϊόν του 2ου μισού του 18 αιώνα κάτι που συνδυάζεται με την δομική αλλαγή της Μουσικής από πολυφωνική σε ομοφωνική. Είναι τότε που η τεχνολογική εξέλιξη έχει δώσει στο πιάνο μεγάλες δυνατότητες σε σύγκριση με τον πρόγονό του (το τσέμπαλο). Από το 1711 που ο Μπαρτολομέο Κριστοφόρι εφευρίσκει ένα μηχανισμό ο οποίος μπορεί με τον τρόπο που θα χτυπηθούν τα πλήκτρα να δώσει δυνατό (forte) ή σιγανό (piano) ήχο στο πληκτροφόρο μέχρι 50 – 60 χρόνια αργότερα ο όγκος του ήχου του νέου οργάνου του Πιανοφόρτε όπως αρχικά ονομάστηκε είναι μεγαλύτερος και το ηχόχρωμα πλουσιότερο. Αυτό το καθιστά απαραίτητο εργαλείο στα χέρια των συνθετών ενώ στα έργα Μουσικής Δωματίου που συμμετέχει γίνεται η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η σύνθεση. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της εποχής από αυτή της πολυφωνίας (Μπαρόκ), όπου ένα τρίο όπως αυτό που ακούμε σήμερα (είτε με βιολί είτε με φλάουτο ή άλλο όργανο) απέδιδε δίφωνες συνθέσεις για (π. χ.) φλάουτο και μπάσο κοντίνουο ( = ενάριθμο συνεχές βάσιμο). Είχαμε τρείς μουσικούς να παίζουν μία σύνθεση για δύο φωνές εκ των οποίων ο ένας ήταν σόλο και οι δύο άλλοι συνόδευαν. Η μία φωνή είχε την βασική μελωδία που ερμήνευε το φλάουτο, την δε άλλη απέδιδε με το αριστερό του χέρι ο χειριστής του πληκτροφόρου οργάνου (σπινέτο, τσέμπαλο, εκκλησιαστικό όργανο κλπ) σε ταυτοφωνία με το βιολοντσέλο, ενώ με το δεξί χέρι συμπλήρωνε με συγχορδίες (καθ’ υπόδειξη των αριθμών του βάσιμου) ή μιμήσεις τη συνοδεία της παραπάνω μελωδίας.
Ο «ισχνός» ήχος του τσέμπαλου ή του σπινέτου συνυπήρχε ισορροπημένα με τον επίσης χαμηλόφωνο ήχο του φλάουτου (πλάγιου ή με ράμφος). Το τεράστιο ρεπερτόριο των οργάνων αυτών που δημιουργήθηκε την εποχή εκείνη επιβεβαιώνει αυτές τις υποθέσεις.
Αντιθέτως στην κλασική εποχή η συνύπαρξη του φλάουτου με έγχορδα και πιάνο γίνεται ολοένα πιο σπάνια. Σε ένα τέτοιο «ηχητικό περιβάλλον» ο λεπτός και εύθραυστος – ιδίως στη χαμηλή περιοχή – ήχος του δεν είναι εύκολα διαπερατός. Χρειάζονται ρυθμίσεις για να «ελευθερωθεί» το ηχόχρωμά του και να φτάσει στο αυτί του ακροατή. Όσο περνούν τα χρόνια το Πιανοφόρτε όπως ονομάζεται πλέον (Πιάνο σήμερα) μεγαλώνει συνεχώς. Στη Ρομαντική εποχή οι εντάσεις είναι πολύ μεγαλύτερες και παρά την αναδημιουργία του φλάουτου από τον Theobald Böhm (1794 – 1881) οι συνθέτες χρησιμοποιούν πλέον ξύλινα πνευστά με πιο έντονο ήχο (κλαρινέτο, όμποε κλπ). Στις μέρες μας η τεχνολογία ενισχύει σημαντικά το φλάουτο από άποψη έντασης του ήχου και το δίνει στους συνθέτες και τους ερμηνευτές οι μεν πρώτοι να το αξιοποιήσουν σωστά μέσα στη σύνθεση οι δε δεύτεροι να αποδώσουν πιστά τις σκέψεις των πρώτων.
Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α
J. Haydn (1732 – 1809)
Trio Re maj. Hoboken XV : 16
Allegro
Andantino più tosto--Allegretto
Vivace assai
B. Martinu (1890 – 1959)
Trio
Poco Allegretto
Adagio
Andante – Allegretto scherzando
Δ ι ά λ ε ι μ μ α
Ch. Lefebvre (1843 – 1917)
Ballade
Andantino
Κ. Γρηγορέας (γεν. 1957)
Λυρικό
(αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη)
Andante lirico
C. M. von Weber (1786 – 1826)
Trio sol min. op. 63
Allegro moderato
Scherzo – Allegro vivace
Andante espressivo
Finale – Allegro
Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014 / 21:00
ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΕΙΟ ΙΔΡΥΜΑ – ΑΓΡΙΑ (ΒΟΛΟΥ)
«Τ ρ ί η χ ο ν»
Το «Τ Ρ Ι Η Χ Ο Ν» είναι το σύνολο που δημιούργησαν ο πιανίστας Δημήτρης Πέτροβας, ο βιολοντσελίστας Ευγένιος Μπένσης και ο φλαουτίστας Δημήτρης Φωτόπουλος. Οι τρείς μουσικοί, ενώνουν την προσπάθεια, το ταλέντο και την αγάπη τους για την Μουσική Δωματίου με σκοπό να εξερευνήσουν το ευρύτατο ρεπερτόριο όλων των εποχών αυτού του συνδυασμού, να μελετήσουν σε βάθος τα σημαντικά έργα του και να τα προβάλλουν στο κοινό μέσα από τις δικές τους ερμηνείες. Παράλληλα θα προσπαθήσουν να φέρουν στην επιφάνεια και να αναδείξουν έργα τα οποία αν και λιγότερο γνωστά παρουσιάζουν ιδιαίτερο μουσικό ενδιαφέρον. Η ένταξη στο ρεπερτόριό τους προσαρμοσμένων ή μεταγραμμένων σημαντικών συνθέσεων παρεμφερών σχημάτων (πολλές φορές κατά τις υποδείξεις των ίδιων των συνθετών) βρίσκεται επίσης στις προθέσεις και τις επιλογές τους.
Η ανάδειξη της σύγχρονης Ελληνικής Δημιουργίας με τη συγκρότηση ενός αμιγώς εθνικού ρεπερτορίου γι’ αυτό το σχήμα αποτελεί προτεραιότητα και φιλοδοξία τους. Η προβολή τόσο των πρωτότυπων και αξιόλογων έργων που ήδη υπάρχουν όσο και των νέων συνθέσεων που με την ενθάρρυνση και την βοήθειά του πρόκειται να δημιουργηθούν, θα πραγματοποιείται με κάθε δυνατό τρόπο μέσα από τις δραστηριότητες πάντοτε του συνόλου (συναυλίες, ηχογραφήσεις, εκδόσεις, ανακοινώσεις, συνεντεύξεις, διαγωνισμοί, διδασκαλία κλπ).
Η διδασκαλία και η μετάδοση (σεμινάρια επιμόρφωσης, φεστιβάλ κλπ) όλου του παραπάνω υλικού συνιστά μία ακόμη δραστηριότητα – ίσως την πιο σημαντική – που πραγματοποιεί το σύνολο Μουσικής Δωματίου «Τ Ρ Ι Η Χ Ο Ν».