Αντίγραφα, «κλοπές», ομοιότητες, δάνεια, επιρροές…
Θα ήταν πολύ εύκολο και επιπόλαιο να προσάψει κανείς στους Τσιτσάνη, Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Λεοντή, Σαββόπουλο, Κηλαηδόνη, και άλλους πολλούς, τον επιθετικό προσδιορισμό… «κλέφτες μελωδιών», επειδή κάποιες από τις μουσικές φράσεις τους είναι παραπλήσιες άλλων συνθέσεων, άλλων συνθετών… Το θέμα, αν το γνωρίζει κανείς, έρχεται και επανέρχεται κατά διαστήματα, με εντυπωσιακές συμπτώσεις στις μελωδικές γραμμές ως επί τω πλείστον, τραγουδιών.
Θα πρέπει κατ’ αρχάς να τονίσω πως η μουσική, ως άυλη τέχνη, δέχεται αναπόφευκτα επιρροές από την παγκόσμια μελωδική… τράπεζα, η οποία τροφοδοτεί, τροφοδοτείται και αλληλοεπηρεάζεται από… νόμιμα «δάνεια» και… παρακαταθήκες. Η κάθε μελωδία, η κάθε φράση, είναι αεράκι που ταξιδεύει, αιωρείται, υπάρχει στην ατμόσφαιρα και κινείται, ταξιδεύει και, πολλές φορές «φωλιάζει» στο μυαλό, στη σκέψη όσων την καλοδέχονται. Έτσι, εκεί στην άκρη του μυαλού εκείνου που την καλοδέχτηκε, διατηρείται για καιρό και μερικές φορές βγαίνει στο…φως και την χρησιμοποιεί… ξεχνώντας πως δεν είναι αμιγώς «δικιά του», πως ήρθε από αλλού, πως υπήρξε έμπνευση μιας άλλης σκέψης. Η επιλογή να την φιλοξενήσουμε, στο μουσικό μας υποσυνείδητο, έγινε γιατί θεωρήσαμε πως είναι τόσο φιλική, τόσο οικεία, που είναι πολύ κοντά μας. Θα μπορούσαμε να την θεωρήσουμε και δικιά μας…
Έτσι κάπως ξεπηδάνε οι συμπτώσεις. Άλλοι, κακοπροαίρετοι, θεωρούν πως κάτι τέτοιο θεωρείται «προϊόν κλοπής» και αντιγραφής και οι «κλέφτες» θα πρέπει να σταλούν στο πυρ το εξώτερον… Έχει ειπωθεί πολλές φορές πως η έμπνευση δεν είναι κεραυνός που πέφτει στο κεφάλι ενός άτυχου… Απεναντίας, η δημιουργία είναι αποτέλεσμα οικουμενικότητας, συλλογικότητας, μίξεων, επιμιξιών, σχέσεων, ακουσμάτων και διακριτικών επιλογών ήχων και φράσεων, με τις οποίες νιώθουμε πως πλέουμε στους ίδιους ωκεανούς ή που θα επιθυμούσαμε, τέλος πάντων, να βρισκόμαστε στην ίδια βάρκα…
Πολλές φορές, όταν ακούω ένα μουσικό έργο που μου αρέσει, δεν χορταίνω να παρατηρώ τις μελωδικές γραμμές, τα όργανα που το πλαισιώνουν (ενορχήστρωση), το ύφος που κυριαρχεί, την ερμηνεία και άλλα πολλά μουσικολογικά τα οποία θαυμάζω και όχι μόνο. Θα ήθελα να τα είχα γράψει εγώ! Να ήταν δικά μου. Κοινώς: Ζηλεύω! Και το ακούω, το ξανακούω, εκατοντάδες, αμέτρητες φορές. Πιστέψτε με, η συχνότητα αυτή των τόσων ακουσμάτων, με βάζει σε μια διαδικασία μιας ιδιόμορφης κοινόχρηστης εξοικείωσης με το ξένο δημιούργημα, τόσο, που μπορώ (σαν να έχω το δικαίωμα) να κάνω χρήση.
Είναι γεγονός πως υπάρχουν ομοιότητες και δάνεια μεταξύ συνθετών ελληνικών τραγουδιών. Όχι πως έξω δεν υπάρχουν τα ίδια συμπτώματα. Η χώρα μας έχει μια ιδιόμορφη σχέση με τη φόρμα τού τραγουδιού και το ελληνικό τραγούδι, σε πολλές των περιπτώσεων, «ακούμπησε» σε στιλ και σε ύφος. Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης σε πολλές από τις μπαλάντες του, «πάτησε» στην αμερικάνικη φολκ μπαλάντα και δημιούργησε δικό του στιλ. Ο Μίκης ερωτοτροπούσε από την αρχή με το ύφος παλαιών ρωσικών μελωδιών και ο Σαββόπουλος με τον Ντύλαν και ενίοτε στιχουργικά με τον Μπρασένς. Ο Λεοντής επηρεάστηκε από τον Λόρκα και ο Τσιτσάνης έχει στο παρελθόν κατηγορηθεί πως «αγόραζε» μελωδίες άλλων τραγουδοποιών τής εποχής του. Ο Κορακάκης αναπνέει από το οξυγόνο του Μάρκου Βαμβακάρη. Ο Χατζιδάκις ήταν έντονα επηρεασμένος κι αυτός από τα έργα του Μάλλερ, του Σατί, του Μότσαρτ, του Βιβάλντι, του Ρότα… Ο εμβληματικός δίσκος του «Το χαμόγελο της Τζοκόντα» είναι ένα δείγμα μιας τέτοιας περίπτωσης. Και για να ξεκαθαρίσω: Το θέμα δεν είναι το δάνειο. Είναι η προσωπική δημιουργική ανάπτυξη και η ικανότητα σύνθεσης, έστω πάνω στην εκ δανείου σύνθεση, η μουσική έμπνευση δηλαδή που θα αποδεικνύει πως το «δάνειο» μετασχηματίστηκε και έγινε σπόρος για να ανθίσουν τα λουλούδια μιας άλλης δημιουργικής σκέψης…
Εάν παρατηρήσουμε, θα βρούμε συνθέτες που με αφορμή τη βυζαντινή και παραδοσιακή ελληνική μουσική, νησιώτικη, ηπειρώτικη, μανιάτικη, κρητική, ποντιακή, σμυρναίικη, κλπ, έφτιαξαν τραγούδια που άλλες φορές ξεχώρισαν για την μελωδική τους δύναμη και άλλες που απλώς αντέγραψαν, «φωτοτύπησαν» και απέτυχαν να δημιουργήσουν τον δικό τους μουσικό τρόπο. Το ρεμπέτικο επίσης στάθηκε μια κραταιά μουσική πηγή που τροφοδότησε (και τροφοδοτεί) πολλές γενιές με άμεσες και έμμεσες επιρροές. Στο χώρο τής ονομαζόμενης εμπορικής-δημοφιλούς μουσικής των πρωϊνάδικων και τού γιουροβιζιονιστικού style (τα ονόματα γνωστά), εκεί δεν διστάζουν να έχουν κλεμμένα (δίχως εισαγωγικά) μουσικά μοντέλα από μοδάτα τραγούδια, που επαναλαμβάνουν εφιαλτικά τις εποχιακές αγγλοσαξωνικές μόδες, εκείνες τις δίχως έμπνευση, αδιαφορώντας για κάθε ρυθμική και αρμονική εξέλιξη. Γι’ αυτό και ο εμπορικός-καταναλωτικός στόχος γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις ξεδιάντροπες κλοπές τού στιλ, του ύφους, των μελωδιών και των οργάνων. Όλα πανομοιότυπα με τον κοπανιστό αέρα να κυριαρχεί…
Θέλω, επιθυμώ, θα μου άρεσε, να ανεβάζω, στον σκληρό νοητικό μου δίσκο, ωραίες μελωδίες τραγουδιών και ορχηστρικών φράσεων. Θέλω η μνήμη μου να συντηρεί πολλές και άξιες μουσικές. Ξέρω πως ο εγκέφαλος θα τις επεξεργαστεί, θα τις… αλέσει, θα τις τακτοποιήσει στη συνείδηση και θα τις αφήσει να περιμένουν. Θα γίνουν μαγιά για κάτι άλλο, που ίσως να είναι διαφορετικό, που είθε να μου προκαλέσει κάποτε ένα δημιουργικό ξάφνιασμα…
Νότης Μαυρουδής
Μάρτιος 2017
http://mavroudistar.wordpress.com/
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)