κάντε κλικ στο εικονίδιο-μεγάφωνο,
για να ακούτε μουσική σχετική με το άρθρο από το TaR-radio.com!
[μουσικές αναφορές]
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΤΣΟΥΠΑΚΗ
Απόηχος θάλασσας βαθιάς…
Από το 2007 διδάσκει μουσική στο Royal Conservatory της Χάγης. Η παγκόσμια πρεμιέρα του ορατόριου Πάθη κατά Λουκά δόθηκε στο Άμστερνταμ, στο πλαίσιο του Ολλανδικού Φεστιβάλ 2008 και αποτέλεσε μία από τις 10 πρώτες σε αξιολόγηση παραστάσεις του φεστιβάλ, με ψήφο του κοινού. Είναι η ελληνίδα συνθέτρια Καλλιόπη Τσουπάκη. Το τραγούδι της Μακρυά σε ποίηση Κωνσταντίνου Καβάφη, ένα από τα πιο αγαπημένα της, θα παρουσιάσουμε με τη Σόνια Θεοδωρίδου στις 24 Οκτωβρίου στον Φ.Σ. Παρνασσός. Να λοιπόν μια ωραία αφορμή να μιλήσουμε γι’ αυτήν!
Η Καλλιόπη Τσουπάκη γεννήθηκε το Μάη του1963. Γράφει μουσική βαθύτατα επηρεασμένη από τις συνθετικές αντιλήψεις του 20ού αιώνα, εμπνεόμενη όμως από την ελληνική μουσική, με μια αρχαιοελληνική καθαρότητα, έναν ιδιότυπο μινιμαλισμό που μεταφέρει μια ρομαντική, προσωπική ευαισθησία καλλιεργημένη, ισορροπημένη, δικαιολογημένη εκ των έσω..
Στο Άμστερνταμ έγινε πολύ γρήγορα γνωστή. Από την πρώτη χρονιά που πήγε εκεί, οι μουσικοί ζητούσαν έργα της. Τους συστήθηκε με ένα Κουαρτέτο σαξοφώνων. Η ίδια θεωρεί ότι απλώς πήγε στη σωστή χώρα. Οι Ολλανδοί είναι ανήσυχος λαός, ενδιαφέρονται πολύ για τους νέους καλλιτέχνες. Η μουσική μου τους μίλησε. Από τον Πειραιά όπου γεννήθηκε μέχρι το Ωδείο της Χάγης όπου σήμερα είναι καθηγήτρια σίγουρα χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια, σταχασμός, πείραμα και πολλή δουλειά, ακολουθώντας το όνειρο..
«Δεν θα γράψω λαϊκά για να προσεγγίσω τον κόσμο» δηλώνει στην εφημερίδα το Βήμα κατηγορηματικά, σε συνέντευξη στην Άννα Βλαβιανού (Κυριακή 24 Μαΐου 1998). Συμπληρώνει προεκτείνοντας το λόγο της: με ενδιαφέρει να ακουστεί η μουσική μου στην Ελλάδα. Πάνω από όλα, όμως, με ενδιαφέρει να συνεχίσω να γράφω μουσική. Οποτε με καλούν να έρθω,έρχομαι.
Τα πρώτα ακούσματα ήταν ο Χατζιδάκις, οι Μπήτλς, ο Μοντεβέρντι, ο Ξενάκις. Ελάχιστα έργα έγραψε στην Ελλάδα κατά τα χρόνια των σπουδών της. Στην Ολλανδία έγραψε τα περισσότερα, εκεί ωρίμασε και με εφαλτήριο τη χώρα αυτή σταδιοδρομεί παγκόσμια πια ως συνθέτρια. Πολλά κομμάτια της έχουν παιχτεί σε συναυλίες, κάποια έχουν συμπεριληφθεί σε δίσκους ακτίνας ευρωπαίων μουσικών (έργα για σόλο βιολί, σόλο φλάουτο, για πιάνο, για βιόλα και κοντραμπάσο, για τσέμπαλο, για άρπα, μουσική δωματίου, μουσική για το θέατρο και τον χορό). Μερικά μάλιστα δηλώνουν άμεσα την συμβολική ελληνικότητά τους: «Ελληνικός χορός», «Τα δάκρυα της Σαπφούς», «Κένταυρος», «Μέλος Ηδιστον», «Ορφικά Πεδία», «Νόστος». Για το θέατρο και το χορό η Τσουπάκη έχει συνθέσει εξαιρετικές μουσικές, αντιγράφω τον κατάλογο από την ιστοσελίδα της: NADERE KENNISMAKING (1995) music theater piece for amateurs [tenor, baritone, soprano, female choir and chamber ensemble], commissioned by the Netherlands Centre for Amateur Theatre. MEDEA (1996) music for theatre performance [viola &3 female voices] commissioned by the “Noord Nederlands Toneel”. HIPPOLUTOS (1996) music for theatre performance [soprano saxophone & women choir] commissioned by the theatre “de Engelenbak”. ETHER (1998) music for dance composed for electric guitar, oboe and doublebass. commissioned by “stichting danswerkplaats Amsterdam” for the dance performance Eter/Ether, created by the choreographer Anouk van Dijk.VIAJE A LA LUNA (1999) musictheater piece for oboe, violin, viola, cello & guitar based on the F. G. Lorca”s film script “Viaje a la Luna”. commissioned by Stichting Theaterwerkplaats Limburg “het Huis van Burgondie”
2009- Επίδαυρος
Η μουσική της Καλλιόπης Τσουπάκη είναι έντονα προσωπική. Ένα ιδίωμα που ανέπτυξε ύστερα από αναζήτηση στα ενδότερα της ψυχής και στη γνώση. Είχε δηλώσει στην Άννα Βλαβιανού αυτοκαθοριστικά: «Η αναζήτηση έχει να κάνει με την ενσωμάτωση στοιχείων της ελληνικής μουσικής και της δυτικής κλασικής. «Μεγάλωσα με τον Πουλόπουλο και την 9 η του Μπετόβεν και αυτή η αντίθεση με έχει καθορίσει. Εκτιμώ ένα λαϊκό συνθέτη σαν τον Καλδάρα με τον ίδιο τρόπο που εκτιμώ τον Ντόουλαντ». Της αρέσουν πολύ η άρπα, το όμποε, το φλάουτο με ράμφος αλλά και η ηλεκτρική κιθάρα. Λέει πως, αν ζούσε εδώ, πάλι με τα ίδια μουσικά θέματα και με τα ίδια όργανα θα ασχολιόταν. «Ο "Νόστος" θα γραφόταν και εδώ. Άλλωστε και στην Ελλάδα να ζεις, πάντα η Ελλάδα θα σου λείπει». Της αρέσει να μιλάει με εικόνες και έχει μια πολύ σαφή για να ερμηνεύσει το πώς νιώθει ένας δημιουργός εκτός του τόπου του: «Στην Ολλανδία είναι σαν να βλέπεις μια φωτογραφία του συναισθηματικού σου κόσμου σε αρνητικό». Την ενδιαφέρει επίσης η σύμπτυξη τεχνών και ιδιαιτέρως μουσικής και λογοτεχνίας. Ήδη έχει κάνει μια επιτυχή απόπειρα πάνω στα κείμενα της Ρέας Γαλανάκη.
Στην εργογραφία της έχουν προστεθεί τα τελευταία χρόνια και όπερες. Αντιγράφω: DARK (2002) opera for soprano and chamber ensemble (10 musicians) composed for the Rosa ensemble and Jannie Pranger libreto: Edzard Mik commissioned by the “Fonds voor de Scheppende Toonkunst” directed by Paul Koek and produced by Z.T. Hollandia, premiere: 28 of February 2003 in de Schouwburg in Haarlem.
VITA NOVA (2004), for alto barock violin, viola da gamba and harpsichord. text: La Vita Nuova by Dante directed by Berend Strik and produced by Korzo Theater in the Hague, commissioned by the “Amsterdamse Fonds voor de Kunst” premiere: 5 of May 2004 at the Korzo theater in the Hague.
Έχει πολύ ενδιαφέρον το πώς η Καλλιόπη άφησε τη δουλειά της (δίδασκε τότε μουσική σε σχολείο της Χίου) για να ικανοποιήσει μια καλλιτεχνική τάση, μια εσωτερική ανάγκη.Της άρεσε πολύ η μουσική του μετέπειτα δασκάλου της, του Louis Andriessen (1963). Επρόκειτο για ριζοσπαστικό συνθέτη και γνωστό (αν και πολύ νέο τότε) καθηγητή μουσικής. Οι συνθέσεις του καθορίζονται από τη χρήση τροπικών συστημάτων, από μια πλούσια αρμονική γραφή και δυνατές μελωδίες που δύσκολα ξεχνιούνται. Του έστειλε μια πρόχειρη κασέτα και περίμενε αν θα τη δεχτεί ως μαθήτρια. Όταν αυτός απάντησε θετικά, η Τσουπάκη τα μάζεψε κι έφυγε για το Άμστερνταμ μέσω Αβινιόν, εν… μια νυχτί!
Στην Αθήνα ακούσαμε ένα κοντσέρτο της σε μία εντυπωσιακή συναυλία, στο θέατρο Αιξωνή, στη Γλυφάδα, το καλοκαίρι του '93. Το έργο της, ένα κοντσέρτο για βιολί, άρεσε στο κοινό. Η Τσουπάκη μιλώντας για το κοινό εκφράζει μια κοινή διαπίστωση, ότι το κοινό στη χώρα μας υποτιμά τον εαυτό του με το να αποδέχεται μόνον όσα κατανοεί απόλυτα. «Το ελληνικό κοινό θέλει πάντα να ακούει πράγματα που κατανοεί. Ο Ξενάκης, π.χ., ένας μεγάλος συνθέτης, είναι πολύ λίγο αποδεκτός στη πατρίδα του. Στο εξωτερικό ψάχνουν περισσότερο τι έχεις κάνει, πού το πας. Έχουν μια προσέγγιση πιο διανοητική, ενώ στην Ελλάδα η προσέγγιση είναι κυρίως συναισθηματική».
Η ίδια έχει γράψει υπέροχα τραγούδια αλλά θεωρεί αστεία πράγματα το να προσαρμόζει κανείς τη δημιουργική του γλώσσα για να πλησιάσει με λαϊκό τρόπο τον κόσμο. Ο ακροατής της εξ άλλου δεν θα δυσκολευτεί καθόλου να απολαύσει τα τραγούδια της ακούγοντάς τα πχ. από τη Νένα Βενετσάνου στο δίσκο της με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο στο πιάνο.
Για φωνή και για χορωδιακές φωνές η εργογραφία της Τσουπάκη έχει πολύ ενδιαφέρον: SAPPHO’S TEARS (1990) for violin ,tenor recorder & female singer (mezzosopr.) text: Fragments from Saphpo’s poems [Ancient Greek] premiere: Marjanne Kweksilber soprano, T.Suzuki recorder, M.J.Schrener violin, 1993, Concertgebouw, Amsterdam.
MELOS HIDISTON (1991) for female singer (mezzo sopr.), tenor recorder,viola,cello, doublebass & piano text: Fragments from the High Song [Greek] commissioned by the “Amsterdams Fonds” and the “Stichting Prime” premiere: Marjanne Kweksilber soprano & chamber ensemble from Groningen, 1991, Oosterpoort, Groningen.
a.OFFERANDE (1993) for fortepiano & female singer (mezzo sopr.)
text: Rozalie Hirs, premiere: Elise Lorraine soprano, Debhora Richards fortepiano, 1993, the Hague. b.UNTITLED LOVE (1993) for fortepiano & female singer (mezzo sopr.), text : Albin Mullner.
NOSTOS (1997) for singer, octet (violin, recorder, electric guitar, bass clarinet, trombone, doublebass, percussion & piano) and soundtracks.text: “Anamesa stin thalassa” a folk song from Thrace.
commissioned by the “Fonds voor de Scheppende Toonkunst” premiere: Maarten Altena Ensemble, February 1997, theatre Frascati (Rumorie serie), Amsterdam.
THE HUNTING GUN (2000) for soprano (or 3 sopranos), violin & viola: one player, clarinet in B flat & basset horn in F: one player, cello & piano. text: Fragments from the novelle “The Hunting Gun” by Yasushi Inoue [English] commissioned by the enseble Wendingen.
premiere: by Wendingen, at the Amstelkerk in Amsterdam, on the 17th of March 2000. THE FACE OF LOVE 9 Greek songs for alto soprano and piano MARIE (2000) version 1: for vocal quartet and recorder quartet version 2: for vocal quartet composed for Egidius vocal quartet and recorder quartet Brisk. text: Antonis De Roovere (ca 1430 - 1482) VITA NOVA 1st part (2000) for alto and harpsichord composed for Ayelet Harpaz text: La Vita Nuova by Dante.
Χορωδιακά: PARAKLITIKON (1990). LINEOS (1995) for choir & chamber ensemble. “E GUERRA E MORTE” (1997) for mixed choir and barock ensemble (2 barock violins, viola da gamba & theorbe)
O ZUYDERSTE LUCHT (2003) For mixed choir Composed for the Groot Omroep Koor for the Dutch Music Days 2003.
1994
Μια γυναίκα ανήσυχη, δυναμική, οι εφημερίδες στην Ολλανδία γράφουν συχνά γι' αυτή και οι άνθρωποι της μουσικής την εκτιμούν πολύ. Είχε δηλώσει στην Άννα Βλαβιανού: «Αν ο Χατζιδάκις είναι εμπορικός συνθέτης, και εγώ θα ήθελα να γίνω σαν αυτόν. Με ενδιαφέρει η ποιότητα της μουσικής μου. Πιστεύω στη σύμπτωση του εμπορικού με το ποιοτικό. Δεν σκέφτομαι όμως τι θέλει το μεγάλο κοινό για να του το δώσω».
Το 2009 γράφει μουσική για μια παράσταση αρχαίου δράματος στην Ελλάδα, τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, που παρουσίασε αυτό το καλοκαίρι το ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη. Η Καλλιόπη Τσουπάκη έδωσε συνέντευξη στην Αναστασία Γρηγοριάδου στο περιοδικό City. Μεταξύ άλλων δηλώνει προσκομίζοντας και σε μας πληροφορίες καθαρά βιογραφικές: Έκανα πιάνο από μικρή, από τα εννιά, μετά στα δεκατέσσερα πήγα στο Ωδείο για να πάρω το πρώτο μου πτυχίο, άρχισα και τα θεωρητικά. Με πήγε η δασκάλα μου η Λίτσα Λεμπέση στον δικό της το δάσκαλο τον Γεωργιάδη. Μπήκα σε ένα ρέγουλο να διαβάζω πάρα πολλές ώρες, ν’ ακολουθώ όλα τα υποχρεωτικά μαθήματα πάρα πολύ γρήγορα στο Ωδείο, ώστε να καταφέρω να πάρω στα δεκάξι μου το πτυχίο μου. Από κει και πέρα έκανα ένα διάλειμμα, συνέχισα πάντα με τα θεωρητικά αλλά δεν έκανα πολύ πιάνο. Ήταν όμως ήδη σαφές ότι ήθελα να κάνω σύνθεση. Δεν ήταν πολύ εύκολο εκείνη την εποχή στην Ελλάδα. Έψαχνα στα σκοτεινά για να συνειδητοποιήσω κι εγώ ότι αυτό που ήθελα να κάνω δεν ήταν πιάνο, αλλά σύνθεση. Ακόμα και τότε, αρχές της δεκαετίας του ’80 άκουγες φοβερά πράγματα, ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να γράψουν μουσική! σου σηκωνόταν η τρίχα. Τα έχω ακούσει από πρώτο χέρι...
Άνθρωποι του μουσικού χώρου εκφράζονταν έτσι! Ναι, εμείς οι παλιότερες το έχουμε σίγουρα ακούσει πολλάκις… μην απορείτε!
Τα έλεγαν, λέει η Τσουπάκη, ή επειδή ήταν γυναίκες και έκριναν από τον εαυτό τους ή επειδή ήταν άντρες και έκριναν πάλι από τον εαυτό τους. Πάντως κανένας δεν κοίταζε αντικειμενικά τον άλλον. Εκνευριζόμουν να τα ακούω, λέγοντάς μου τα δεν με σταμάτησαν, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ότι ενώ θα μπορούσα να ξεκινήσω νωρίτερα σύνθεση, ουσιαστικά άρχισα από μόνη μου όταν ήμουν στο δίπλωμα πια του πιάνου με τον Κ. Γαϊτάνο από το Ελληνικό Ωδείο, καταπληκτικός δάσκαλος. Στη συνέχεια διορίστηκα στη Χίο, καθηγήτρια μουσικής. Εκεί πια είχα αρχίσει να γράφω μουσική. Με ένα σεμινάριο του Ξενάκη στους Δελφούς για μένα έγινε πάρα πολύ σαφές ότι μπορούσα να αρχίσω να γράψω κι εγώ ένα κομμάτι. Έγραψα ένα κομμάτι για ορχήστρα, πήγα αμέσως στον Γιάννη Ιωαννίδη, τον δάσκαλό μου σύνθεσης στην Ελλάδα, στο Ωδείο Σκαλκώτα, με δέχτηκε για μαθήματα σύνθεσης απογευματινά. Ήταν καταπληκτικά. Με ενδιέφερε μόνο η σύγχρονη μουσική. Από μικρή άκουγα ροκ και σύγχρονη μουσική. Στα δεκατέσσερα ήμουν ροκού, αλλά πόστερ στο δωμάτιό μου είχα τον Γιάννη Χρήστου. Τότε γινόντουσαν πιο πολλές συναυλίες σύγχρονης μουσικής από τώρα. Είχε στο Ηρώδειο φεστιβάλ σύγχρονης ελληνικής μουσικής, είναι πολλοί και τότε ήταν και σήμερα επίσης οι έλληνες συνθέτες σύγχρονης μουσικής που έχουν χαράξει δρόμους, είναι ένας κλάδος που έχει παρακμάσει στην Ελλάδα χωρίς να υπάρχει λόγος. Αυτό δεν το καταλαβαίνω, ειλικρινά, έχουμε γίνει πολύ πιο συντηρητικοί πλέον στην Ελλάδα, δεν υπάρχει προβολή της σύγχρονης μουσικής. Στα δεκατρία μου λοιπόν, η πρώτη μου δασκάλα του πιάνου και της το χρωστάω αυτό, μου είπε να πάω να συμμετάσχω στη χορωδία, τότε που παίχτηκε «Ο πιανίστας» του Γιάννη Χρήστου, ένα πολύ προοδευτικό έργο. Η χορωδία έκανε διάφορους ήχους, κραυγές, αναστεναγμούς, διηύθυνε ο Αδάμης και γνώρισα τον Παπαϊωάννου τον μουσικολόγο, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο για μένα όταν άρχισα να γράφω μουσική.
Μια ακόμη σύγχρονη μουσικός που διαπρέπει και η προσδιοριζόμενη ως έννοια «πατρίδα» αγνοεί όχι την ύπαρξή της, αυτό είναι το λιγότερο, αλλά αγνοεί την πολιτική και πολιτιστική σημασία του να διαπρέπουν τόσα πολλά ταλέντα στον κόσμο, που βγήκαν και πήγασαν από μια πατρίδα απροβλημάτιστη, άστοργη στον μουσικό πολιτισμό, που δεν δίνει την παραμικρή σημασία στην ύπαρξη, στην παιδεία και τη δύναμή τους.
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
Οκτώβριος 2009