Η κλασική κιθάρα τον 19ο αιώνα
(Β' μέρος)
Fernando Sor
Οι πρωτοπόροι του 19ου αιώνα
Ο Fernando Sor (1778-1839) υπήρξε ο πρώτος συνθέτης, δάσκαλος και κιθαρίστας που άνοιξε το δρόμο για την διαμόρφωση της κιθάρας σε συναυλιακό όργανο (concert guitar), βαδίζοντας σε καθόλου στέρεο έδαφος. Το όραμά του είναι να αναδείξει την κιθάρα συνθετικά, με μεγάλης κλίμακας έργα (κυρίως σονάτες, εκτεταμένες παραλλαγές, φαντασίες) και να την αναγάγει σε μια ορχήστρα μινιατούρα. Θέλει να φτάσει το μεγαλείο της μουσικής όπως έχει εξελιχθεί στα καταξιωμένα όργανα.
Γεννήθηκε στην Βαρκελώνη, έζησε στην Μαδρίτη ενώ από το 1812 έχει ως βάση του το Παρίσι, με πολλά ταξίδια στην Αγγλία και τη Ρωσία. Τον ονόμασαν «Beethoven of the guitar» και «Racine of the guitar». Στις συναυλίες του τα σχόλια είναι διθυραμβικά για τον ίδιο και για το πώς αναδείκνυε το μέχρι τότε «ασήμαντο» αυτό όργανο. Χαρακτηριστικό είναι ένα σχόλιο από κριτικό της εποχής που αναφέρει για τον Sor τα εξής: «nobody could credit that such effects could be produced on the guitar»[1]. Αν υπήρχε ένας ολοκληρωμένος κατάλογος με τις συνθέσεις του θα έφταναν μέχρι το νούμερο 300. Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του είναι η «Methode pour la guitare» που αποτελεί τον καρπό μιας εμπειρίας σαράντα χρόνων και της επισταμένης, βιωματικής ενασχόλησής του με την κιθάρα.
Συνδέθηκε με τον Hummel που ήταν μεγάλος μουσικός και παιδαγωγός. Τον αποκάλεσαν «Paganini της κιθάρας» κατά την προσφιλή συνήθεια της εποχής και παρότι ο βιολιστής ήταν και ο ίδιος δεινός κιθαριστής. Μαζί με τον Sor αποτέλεσαν το δίδυμο που αντιπροσωπεύει την κορυφή των επιτευγμάτων της κλασικής κιθάρας.
Κλασικοί κιθαριστές στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα
Πέρα από τον Sor και τον Giuliani, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα αναδεικνύεται ένας σημαντικός αριθμός κιθαριστών, προερχόμενων κυρίως από την Ισπανία και την Ιταλία. Ο Ισπανός Dionisio Aguado (1784-1849) είναι ένας από αυτούς. Ασχολείται ιδιαίτερα με τα τεχνικά προβλήματα της εκτέλεσης, συνδέεται στενά με τον Sor και είναι ο πρώτος που υποστηρίζει τη χρήση των νυχιών για το παίξιμο της κιθάρας. Επιπλέον, είναι ο πατέρας του "tripodion", μιας εφεύρεσης που χρησιμεύει ως στήριγμα για την κιθάρα κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης.
Ο Ferdinando Carulli (1770-1841) και ο Matteo Carcassi (1792-1853) είναι συμπατριώτες του Giuliani. Ο πρώτος θεωρείται ιδρυτής της ιταλικής κιθαριστικής «risorgimento». Εφηύρε τη δεκάχορδη κιθάρα, έγραψε μια δημοφιλή μέθοδο και συνέθεσε εκατοντάδες έργα. Ο Carcassi από την άλλη ακολούθησε τα χνάρια του Carulli επεκτείνοντας την τεχνική του και δημιουργώντας μια δική του μέθοδο που χρησιμοποιείται ακόμη και στις μέρες μας.
Ανάμεσα στους εξέχοντες κιθαρίστες της εποχής συγκαταλέγεται και ο Nicolò Paganini (1782 -1840), ο διάσημος Ιταλός βιολιστής και συνθέτης. Έγραψε για κιθάρα σχεδόν όσο για το βιολί και ήταν εξίσου δεξιοτέχνης σε αυτή.
Τέλος, υπάρχει μια ακόμη διασημότητα στην οποία πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία: πρόκειται για τον Hector Berlioz (1803 – 1869). Είναι ο πρώτος συνθέτης συμφωνικών έργων και μαέστρος που δεν είναι δεξιοτέχνης στο βιολί ή στο πιάνο και είναι σφοδρός λάτρης της κιθάρας. Η προτίμησή του αυτή έχει μεγάλη σχέση με την ιδιαιτερότητα του συνθετικού και ενορχηστρωτικού του ύφους. Η κιθάρα είναι γι' αυτόν μια παλέτα αυτοσχεδιασμού και ελεύθερης έκφρασης ενώ για το πιάνο λέει: «at the bare thought of this terrible instrument I feel a shudder run through my scalp!». [2]
Η επόμενη γενιά
Ένας Ιταλός κιθαρίστας που συμπεριλαμβάνεται στη λίστα των βιρτουόζων του δέκατου ένατου αιώνα είναι ο Luigi Legnani (1790-1877). Ήταν τενόρος στη Ραβέννα και τραγουδούσε άριες των Rossini και Donizetti. Το ντεμπούτο του ως συναυλιακού κιθαρίστα έγινε στο Μιλάνο το 1819, την ίδια χρονιά που ο Giuliani έφυγε από τη Βιέννη. Η δεξιοτεχνία του επιβεβαιώνεται από την επιτυχία του σε εκείνη την πόλη τρία χρόνια αργότερα, όπου θεωρήθηκε ο «άξιος διάδοχος» του Giuliani.
Στην περίπτωση της Γαλλίας, η ηγετική μορφή του οργάνου ήταν ο Napoleon Coste (1805-1883). Μαθητής του Sor, ο Coste έγινε ο πιο σημαντικός Γάλλος κιθαρίστας της περιόδου. Η παρουσία του στο Παρίσι του επέτρεψε να αναπτύξει σχέσεις με κορυφαίους κιθαρίστες εκτός του Sor, όπως ο Aguado, ο Carulli και ο Carcassi. Όσον αφορά την καριέρα του στην ερμηνεία, ο Coste αντιμετώπισε μια διαφορετική πραγματικότητα από τους βιρτουόζους φίλους του. Η γαλλική πρωτεύουσα όχι μόνο είχε κορεσθεί από διάσημους κιθαρίστες, αλλά και η δημοτικότητα του οργάνου άρχισε να φθίνει μετά την τρίτη δεκαετία του δέκατου ένατου αιώνα.
Ο κιθαρίστας και συνθέτης Johann Kaspar Mertz (1806-1856). Γεννημένος στη Μπρατισλάβα της Σλοβακίας, κατοικούσε στη Βιέννη και ήταν ενεργός ερμηνευτής και βιρτουόζος υψηλού επιπέδου. Η μουσική που έγραψε είναι κυρίως για σόλο κιθάρα, αν και συνέθεσε επίσης έργα για κιθάρα και πιάνο[3]. Τα περισσότερα από τα 100 κομμάτια του είναι διασκευές όπερας, λαϊκών τραγουδιών, θεματικών και παραλλαγών, καθώς και μερικές πρωτότυπες συνθέσεις.
Ο Trinidad Francisco Huerta y Caturla[4](1800-1875) είναι ο κιθαρίστας που εκπροσωπεί την Ισπανία στο πάνθεο αυτό των κιθαριστών[5]. Πολλές είναι οι μαρτυρίες για τις ικανότητές του ως εκτελεστή: ο συνθέτης Hector Berlioz και ο Γάλλος συγγραφέας Victor Hugo (1802-1885) τον επαίνεσαν για τη μουσικότητά του, ενώ η φήμη του επιβεβαιώνεται περαιτέρω στην Allgemeine Musikalische Zeitung, στην οποία ο Ισπανός περιγράφεται ως ο μεγαλύτερος εν ζωή κιθαρίστας της εποχής του.
Παρακμή της «guitaromanie»
Υπήρχαν αρκετοί κιθαρίστες τον δέκατο ένατο αιώνα που θα μπορούσαν επίσης να είχαν συμπεριληφθεί στην παρούσα εργασία. Η επιλογή βασίστηκε σε ονόματα που έχουν επιβιώσει μέχρι και τη σύγχρονη εποχή και συνεχίζουν να αποτελούν τη βάση των κλασικών σπουδών της κιθάρας και της παραδοσιακής ανθολογίας της, καθώς και σε εξέχοντες μουσικούς που δεν είναι τόσο γνωστή η σχέση τους με το όργανο. Ωστόσο, οι τελευταίες βιογραφίες καθιστούν εμφανές ότι η κιθάρα αρχίζει να χάνει τη δημοτικότητά της όσο ο 19ος αιώνας πλησιάζει στο τέλος του.
Οι λόγοι για την «παρακμή» αυτή μπορούν πιθανά να σχετιστούν με αλλαγές σε αισθητικό και καλλιτεχνικό επίπεδο, αλλά και σε κοινωνικό. Βέβαια, η περιορισμένη ικανότητα του οργάνου όσον αφορά την ένταση του ήταν εξαρχής καθοριστικός παράγοντας. Αυτή η πτυχή άρχισε να θέτει την κιθάρα οριακά ακόμη και σε σχέση με τις δραστηριότητες μουσικής δωματίου που τόσο ήταν διαδεδομένη η χρήση της. Ταυτόχρονα, επειδή δεν είχε πολύ ένταση, το όργανο δεν μπορούσε να ακούγεται καλά από το μεγάλο κοινό στις αίθουσες συναυλιών. Η αδυναμία πρέπει να ήταν ακόμη πιο εμφανής στο κοινό συγκριτικά με την εκπληκτική δύναμη και ηχηρότητα του βιολιού και του πιάνου.
Ένας άλλος λόγος μπορεί να είναι η δυσκολία που αποδίδεται στη σύνθεση για την κιθάρα. Ο ίδιος ο Μπερλιόζ, στην πραγματεία ενορχήστρωσής του γράφει ότι για να συνθέσει κανείς καλά για το όργανο, είναι απαραίτητο να το παίξει. Λίγοι άλλωστε είναι οι συνθέτες που έχουν πειραματισθεί συνθετικά πάνω στην κιθάρα και οι οποίοι δεν είναι ταυτόχρονα εκτελεστές.
Francisco Tárrega
Μέσα σε αυτό το κλίμα της σταδιακής εξασθένισης του ενθουσιασμού για την κιθάρα μια προσωπικότητα ξεχωρίζει: ο λόγος για τον Francisco Tárrega (1852-1909). Γεννήθηκε στην Villareal και παρέμεινε στην Ισπανία σε όλη του τη ζωή, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη για να δίνει ρεσιτάλ. Έμαθε κιθάρα από έναν τυφλό κιθαρίστα, έγινε για ένα διάστημα μαθητής του Julian Arcas κι έπειτα σπούδασε στο Real Conservatorio. Ενώ οι προκάτοχοί του ασχολήθηκαν με τη σονάτα και τις εκτεταμένες παραλλαγές, ο Tarrega ασχολήθηκε με τις μινιατούρες πιστεύοντας ότι αυτή η γραφή είναι που ταιριάζει καλύτερα στο όργανο. Είχε μεγάλη αγάπη στο cantabile στυλ του Chopin χωρίς αυτό να του στερεί την αίσθηση της ταυτότητάς του: τα έργα του έχουν το χρώμα της Ιβηρικής χερσονήσου.
Το 1869 είχε την τύχη να αποκτήσει μια ασυνήθιστα δυνατή κιθάρα που σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από τον Antonio Torres, τον διάσημο λαουτίστα, που ζούσε τότε στη Σεβίλλη. Ο Torres εισήγαγε πολλές και ρηξικέλευθες καινοτομίες στην κατασκευή της κλασικής κιθάρας, οι οποίες με την ταυτόχρονη εφαρμογή τους οδήγησαν στη δημιουργία ενός ηχηρού και εύχρηστου οργάνου. Με αυτό το ανώτερο όργανο, ο Tárrega έμελλε να προετοιμάσει τον δρόμο για την αναγέννηση της κιθάρας τον 20ο αιώνα.
Ο Tárrega ανέπτυξε νέες τεχνικές αρχές που προσπάθησε να συστηματοποιήσει μέσα από σπουδές, ενώ ήταν ο πρώτος που έκανε μεταγραφές από άλλα όργανα. Η επιρροή του στον 20ο αιώνα, μέσω των μαθητών (ανάμεσά τους οι: E.Pujol και M. R.Brondi) ήταν τεράστια. Η συνεισφορά του στην κιθάρα δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη πλήρως: καλλιέργησε ένα ισπανικό ιμπρεσιονιστικό ύφος, έκανε υψηλής αισθητικής μεταγραφές, έβαλε τα θεμέλια για την κλασική κιθάρα του 20ου αιώνα.
Επιλεγόμενα
Η κλασική κιθάρα, από το ξεκίνημά της ακόμα, είναι ένα όργανο που αγωνίζεται. Η ανάδυσή της στις αρχές του 19ου αιώνα γίνεται με πολύ κόπο. Οι κιθαριστές δεν είναι απλά δεξιοτέχνες μουσικοί που πορεύονται αβίαστα μέσα στον ρου της ιστορίας. Πρώτα από όλα είναι οραματιστές που βλέπουν στο όργανο αυτό κάτι που άλλοι αδυνατούν. Πρέπει λοιπόν να πείσουν τους υπόλοιπους για το μεγαλείο της κιθάρας και χτίζουν από το μηδέν και χωρίς σημείο αναφοράς (καθώς δεν έχουν την προϊστορία του πιάνου ή του βιολιού ούτε συνθετικά ούτε τεχνικά) την προσωπικότητα του οργάνου. Η ταύτιση βέβαια της κιθάρας με το γυναικείο φύλο την εποχή αυτή σχετίζεται με τις στερεοτυπικές αντιλήψεις που επικρατούν. Από τη μια είναι άτυπα συμφωνημένο ποιο μουσικό όργανο ταιριάζει στις γυναίκες, ενώ από την άλλη αυτό καθιστά το αντίστοιχο όργανο ανάξιο λόγου ή το εξοβελίζει στη σφαίρα της οικιακής, άρα και ασήμαντης, δραστηριότητας. Αυτοί λοιπόν οι κιθαριστές που εμφανίζονται για να δώσουν ένα άλλο χαρακτήρα στην κιθάρα, φαντάζουν σαν πυροτέχνημα, προκαλούν έκπληξη, απορία ακόμα και θαυμασμό. Κι ενώ κατορθώνουν να κερδίσουν την εκτίμηση του μουσικού κόσμου, δεν καταφέρνουν να πείσουν για το μεγαλείο του οργάνου. Η κιθάρα παραμένει για καιρό ένα όργανο συνοδείας για χορούς, συνδέεται κοινωνικά με την εργατική τάξη και με λαϊκούς ανθρώπους από διάφορες εθνοτικές ομάδες. Ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να προσεγγίζεται με επιφύλαξη από κυρίαρχους κύκλους της κλασικής μουσικής. Βέβαια, δεν είναι τυχαίο ότι έχει μεγάλη απήχηση στον κόσμο, ως ένα όργανο «κοινωνικό» και επικοινωνιακό κι εδώ έγκειται και -ένα μέρος από- το μεγαλείο της: συγκινεί και αγγίζει μέσω της εγγύτητας και όχι από μια θέση «ηχηρής» ισχύος.
Μαρία Παπαμιχαήλ
Μουσικός, Μουσικοπαιδαγωγός, Ιστορικός
m.papamihail@gmail.com
Νοέμβριος 2023
Βιβλιογραφία
Αγγλόφωνη
- Alves, J. R. (Μάρτιος 25, 2017). The Guitar in the Classic and Romantic Periods, c.1750-1850. Ανακτήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 2022, από: https://brewminate.com/the-guitar-in-the-classic-and-romantic-periods-c-1750-1850/.
- Britannica, T. Editors of Encyclopaedia (2021, November 11). guitar. Encyclopedia Britannica. Ανακτήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 2022, από: https://www.britannica.com/art/guitar.
- Grunfeld, F.V. (1974). The art and times of the guitar: an illustrated history of the guitar and guitarists. Macmillan Publishing Co. New York.
- Heck, T., Turnbull, H., Sparks, P., Tyler, J., Bacon, T., Timofeyev, O., & Kubik, G. Guitar. Grove Music Online. Ανακτήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 2022, από: https://www.oxfordmusiconline.com/grovemusic/view/10.1093/gmo/9781561592630.001.0001/omo-9781561592630-e-0000043006.
- Heck, T. Tárrega (y Eixea), Francisco. Grove Music Online. Ανακτήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2022, από: https://www.oxfordmusiconline.com/grovemusic/view/10.1093/gmo/9781561592630.001.0001/omo-9781561592630-e-0000027525.
- Peppler, C. A brief history of the Classical Guitar [Adapted from Don King’s Academy of Guitar]. Ανακτήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 2022 από: http://www.wellington-guitar-lessons.com/classical-guitar-history.htm.
- Stenstadvold, E. (2013). “We hate the guitar”: prejudice and polemic in the music press in early 19th-century Europe. Early Music, 41(4), 595–604. http://www.jstor.org/stable/43307021.
- Van Amersfoort, J. (2013). “The notes were not sweet till you sung them”: French vocal music with guitar accompaniment, c.1800-1840. Early Music, 41(4), 605–619. http://www.jstor.org/stable/43307022.
- Wade, G. (1980). Traditions of the classical guitar. John Calder. London. ISBN 0714537942.
Ελληνόφωνη
Σιώψη, Α. (2005). Η μουσική στην Ευρώπη του δεκάτου ενάτου αιώνα. Αθήνα: Τυπωθήτω. ISBN 9604022172.
[1] μετάφραση: «κανείς δε θα μπορούσε να φανταστεί ότι μπορούν να παραχθούν τέτοιοι ήχοι από την κιθάρα»
[2] Μετάφραση : «και μόνο στη σκέψη αυτού του φριχτού οργάνου, νιώθω ένα ρίγος να διαπερνά το κρανίο μου!»
[3] Η γραφή του Mertz μοιάζει με αυτή των κομματιών για πιάνο.
[4] Ο Huerta είναι αρκετά άγνωστη μορφή στους σύγχρονους κιθαρίστες. Ωστόσο, υπάρχουν ενδιαφέρουσες πτυχές που τον διαφοροποιούν από τους άλλους βιρτουόζους κιθάρας της εποχής του όπως για παράδειγμα, το γεγονός ότι ήταν ο πρώτος κλασικός κιθαρίστας που έδωσε συναυλίες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
[5] Ένας κριτικός μουσικής του “La Revue musicale” δήλωσε τη στιγμή της κριτικής ότι δεν είχε ακούσει ποτέ καλύτερο κιθαρίστα από τον Huerta.
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Το περιεχόμενο του κειμένου, το φωτογραφικό, βιντεογραφικό ή ηχητικό υλικό καθώς και η επιμέλεια του άρθρου είναι ευθύνη του συγγραφέα)
Το TaR, εκπληρώνοντας το όραμα του ιδρυτή του Νότη Μαυρουδή (1945-2023), συνεχίζει να λειτουργεί ως μία ελεύθερη και αυστηρά μη κερδοσκοπική μουσική διαδικτυακή κοινότητα, που βασίζεται αποκλειστικά στην εθελοντική εργασία και στην εγκυρότητα των συνεργατών του. Δεν απασχολεί επαγγελματίες δημοσιογράφους, διορθωτές κλπ, άρα δεν έχει την υποδομή και τους πόρους ώστε να ελέγχει την ακρίβεια των πληροφοριών και την πνευματική ιδιοκτησία του υλικού που παρατίθεται (κειμένου, εικόνων, βίντεο, ηχογραφήσεων κλπ). Βασίζεται αποκλειστικά στην καλή πίστη του αρθρογράφου, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος για τις απόψεις του και για το υλικό που επιλέγει, από το προσωπικό του αρχείο. Οποιοσδήποτε θεωρεί ότι θίγεται από την χρήση πληροφοριών και υλικού παρακαλείται να το δηλώσει άμεσα ώστε να γίνει άμεση διόρθωση (tar.onlinemag@gmail.com). Το TaR έχει ως στόχο να στηρίξει την ποιοτική μουσική δημιουργία κι όχι να θίξει με οποιονδήποτε τρόπο τους δημιουργούς και το έργο τους. Επίσης, η πληροφόρηση που το TaR παρέχει μέσω των ενημερωτικών στηλών του για συναυλίες, εκδόσεις, σεμινάρια, διαγωνισμούς, φεστιβάλ κλπ εξαρτάται αποκλειστικά από τα Δελτία Τύπου που στέλνουν οι ενδιαφερόμενοι καλλιτέχνες ή διοργανωτές, τα οποία το TaR δημοσιεύει πάντα "καλή τη πίστει". Το TaR δεν φέρει ευθύνη για πιθανές ανακρίβειες και βασίζεται στην βοήθεια των αναγνωστών ώστε να διορθώνονται τα όποια προβλήματα. Διαχειριστής: Κώστας Γρηγορέας Ιδρυτής: Νότης Μαυρουδής |