ΕΝΑ ΜΟΥΣΙΚΟ ΡΟΛΟΪ
Πληροφορίες για την ελβετική μουσική οικογένεια.
Α' μέρος
Η συνέπεια, η ακρίβεια και η καθαριότητα χαρακτηρίζουν -στη μεσαία τουλάχιστον αντίληψη- τον Ελβετό του χτες και του σήμερα. Πρόκειται για παροιμιώδεις αρετές, που φτάνουν και σε ανεκδοτολογικά κάποτε όρια. Λίγες είναι οι φορές που συζητούμε και για άλλες χαρακτηριστικές αρετές του (κατά πολλές άλλες πλευρές αδικημένου) λαού αυτού, όπως για παράδειγμα τη μετριοπάθεια, τη σεμνότητα του, τη τακτική στη καθημερινή εξάσκηση του δικαιώματος του πολίτη. Θα ήταν άκαιρο να ασχοληθούμε εδώ, γιαυτό και προχωρώ άμεσα σε μια -συνοπτική όντως- σκιαγράφηση της άγνωστης στους πολλούς ελβετικής μουσικής οικογένειας.
Σας προσκαλώ να με ακολουθήσετε.
Το γενεαλογικό δέντρο πάει πολύ πίσω. Στη γεωγραφική αυτή τοποθεσία ανθούσε όπως όλοι γνωρίζουμε το Γρηγοριανό τραγούδι στο Μεσαίωνα. Κατά τον 16ο αιώνα, στην Αυλή του Augsburg στην Αυστρία, ο συνθέτης από τη Βασιλεία Ludwig Senfl (1486-1542;), μαθητής του Heinrich Isaac αποκτούσε φήμη σπουδαίου συνθέτη και αξιοσέβαστου, μορφωμένου μουσικού. Στη μουσική ζωή της Γερμανίας εκτιμήθηκε κυρίως για το ρόλο του στην εξέλιξη της πολυφωνικής μουσικής.
Ludwig Selfl
Το 1500 στο Bremgarden γεννήθηκε ο δραματουργός, θεολόγος και μουσικός Johannes Aal, που μέχρι το 1551 υπηρέτησε με μεγάλο πάθος τη θρησκευτική μουσική. Μετά κλείστηκε για δύο χρόνια σε μοναστήρι στο Solothurn, όπου οργάνωσε μια μεγάλη χορωδία και δίδαξε μουσική. Εκεί πέθανε το 1553.
Κατά το δέκατο έβδομο αιώνα ιδρύονται στη περιοχή οι πρώτοι μουσικοί σύλλογοι, χορωδίες, όμιλοι για τη προώθηση της μουσικής. Ιστορική αξιόλογη πηγή για πλούσιο αριθμό πληροφοριών αποτελεί το βιβλίο Ιστορία της Ελβετικής Μουσικής του συγγραφέα Soubies Albert – εκδ. Flammarion- η οποία πρωτοκυκλοφόρησε το 1899.
Κατά τον 19ο αιώνα δραστηριοποιούνται σύμφωνα με επίσημα στοιχεία πενήντα δύο, (θα ταν πάντως πολλοί περισσότεροι) συνθέτες που, επηρεασμένοι λίγο ή περισσότερο από τις μουσικές εξελίξεις στην κεντρική Ευρώπη και υπό το κράτος μιας εσωτερικής προοδευτικής τάσης που προέκυψε από την Φιλελεύθερη Επανάσταση, ασχολήθηκαν με τη χορωδιακή μουσική, τη μουσική δωματίου και το πιάνο, ως δάσκαλοι και συνθέτες παιδαγωγικών συνθέσεων κυρίως. Τα ονόματα λίγο μας είναι γνωστά. Αναφέρω τους: Gottfrid Angerer (1851-1909), Charles Blanchet (1833-1900), Albert Fazy (1837-1891), Benedict Heim (1818-1880), Hans Huber (1791-1863), Karl Munzinger (1842-1911), Johann Tobler (1777-1838), Jacques Vogt (1810-1869).
Ιδιαίτερα μετά το 1848 που δημιουργήθηκαν πολιτικές δομές σε εθνικό πια επίπεδο, η μουσική ενεδύθη και το αναγκαίο «ελβετικό ένδυμα» έχοντας πλέον βαπτισθεί και αυτή ως εθνικής σημασίας κουλτούρα. Μέχρι το 2002 ο οργανισμός R.I.S.M. ( επίσημος εκπρόσωπος της χώρας στην Unesco ) είχε κατορθώσει να βρει και να διαφυλάξει 3.492 χειρόγραφα και 3.532 τυπωμένες συνθέσεις και μουσικές πηγές από τη μουσική παραγωγή του 19ου αιώνα. Η Τράπεζα UBS χρηματοδότησε το 2000 μια προσπάθεια υπέρ της Μουσικής Βιβλιοθήκης του Αββαείου του Αϊνζίντελν, χάρη στην οποία 1744 χειρόγραφα και 4.542 τυπωμένα κομμάτια και μουσικές πηγές έχουν διασωθεί και πλέον αποτελούν αποδεδειγμένο πολιτιστικό θησαυρό της χώρας.
Τη σκέψη μας βέβαια διαπερνά με αυτοματικό τρόπο η σύνδεση της μουσικής των Ελβετών με το παραδοσιακό Κόρνο των Άλπεων. Το όργανο των βοσκών και των τυροκόμων κινδύνεψε κατά τον δέκατο ένατο αιώνα να αφανιστεί και χρειάστηκαν προσπάθειες να βρεθούν τρόποι να ξαναμπεί στη «παράδοση» του λαού. Στα καρναβάλια αλλά και στα επίσημα φεστιβάλ σήμερα αποτελεί «σημείο αναφοράς», ενθουσιάζει αλλά και συγκινεί τους ανθρώπους και δικαιωματικά κρατάει τη συμβολική του θέση στη πολιτιστική ζωή.
O Λεοπόλδος Μότσαρτ το χρησιμοποίησε (1756) στη Sinfonia pastorella για έγχορδα και κόρνο των Άλπεων, μια ηχογράφηση σε δίσκο της Ορχήστρας Δωματίου της Βέρνης με τον μουσικό Josef Brejza θα ήταν για τους ενδιαφερόμενους το καλύτερο πειστήριο. Στη σύνθεση Ο Θρίαμβος της Δημοκρατίας, μια Μελωδία για τους Ελβετούς, ο συνθέτης Φρανσουά Γκοσέκ (Francois Gossec 1734-1829) χρησιμοποιεί επίσης το κόρνο των Άλπεων. Στους επιφανείς συνθέτες, ο Brahms του δίνει θέση στη πρώτη Συμφωνία και ο Rossini στην εισαγωγή Γουλιέλμος Τέλλος. Ο Beethoven το φιλοξενεί στη Συμφωνία Παστοράλ και ο Wagner, στην Τρίτη πράξη (Χορός των Βοσκών) στην όπερα Τριστάνος και Ιζόλδη.
Εντυπωσιακή άνθηση της μουσικής στον ελβετικό γεωγραφικό χώρο παρατηρείται στις αρχές του εικοστού αιώνα με μια επιφανή οικογένεια δυναμικών προσωπικοτήτων, των συνθετών Arthur Honegger, Frank Martin, Heinrich Sutermeister, Rolf Lieberman και του Jacques Dalcroze. Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι Ελβετοί προχωρούν πολυάριθμοι προς στην μουσική πρωτοπορία και την ηλεκτρονική μουσική σκέψη και πρακτική, στοιχείο που γενικά δεν συνάδει με την ιδιοσυγκρασία τους, ενώ η χώρα αποφασίζει να ιδρύσει μουσικά τμήματα σε όλα τα χωριά και σε ποσοστό 85ο/ο των δημοτικών σχολείων. Το 1985 μάθαιναν μουσική, μέσα στα σχολεία τους τα 6 στα δέκα παιδιά ηλικίας μέχρι 11 ετών με δίδακτρα που μοιάζουν.. απίστευτα αφού δεν ξεπερνούσαν τα εκατό ελβετικά φράγκα, δηλαδή εξήντα σημερινά Ευρώ, το χρόνο!
Φρανκ Μαρτέν, Πάουλ Σάχερ, Αρθούρος Χόνεγκερ
ο συνθέτης Φρανκ Μαρτέν με τον μαέστρο Ερνέστ Ανσερμέ
Πρόγραμμα – αφίσσα συναυλίας της 5.3.1921, Ορχήστρα Ρωμανικής Ελβετίας, στο περίφημο Victoria Hall της Γενεύης
Η οδός Ανσερμέ, στη Γενεύη
Η αφίσα για τη συναυλία της Ορχήστρας της Ρωμανικής Ελβετίας, που δίδεται στις 17 και 18 Ιανουαρίου 2007, στο Victoria Hall της Γενεύης.
Για μια τόσο «μικρή» χώρα δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο το γεγονός ότι διαθέτει ορχήστρες αποδεδειγμένου καλλιτεχνικού διαμετρήματος όπως της Ορχήστρας της Ρωμανικής Ελβετίας, της Ορχήστρας Δωματίου της Ζυρίχης, εξαιρετικές όπερες, σπουδαίους μαέστρους, σοβαρότατα μουσικά ιδρύματα, σαράντα ορχήστρες νέων και άλλες εκατό περίπου στο σύνολο των καντονιών. Οι Ελβετοί γκρινιάζουν γιατί θα ήθελαν καλύτερα και δραστικότερα μέτρα από τα καντόνια αλλά μάλλον... είναι η γκρίνια στο αίμα, που λέμε. Η Société fédérale μιλάει για διακόσιες ορχήστρες που έχουν άμεση δωρεάν πρόσβαση στην βιβλιοθήκη μουσικών έργων που αποτελείται από 2.700 παρτιτούρες. Διαθέτει διαδικτυακό τόπο όπου εκτός των χρήσιμων πληροφοριών για τη δραστηριότητα των σχημάτων διαθέτει γραφείο εύρεσης εργασίας για επαγγελματίες μουσικούς και απασχόλησης για ερασιτέχνες.
Από τα παλιότερα μουσικά έντυπα, Τα Μουσικά Φύλλα της Λοζάννης έκδοση της Χορωδίας της πόλης, παρουσιάζει το Παιδί της Εποχής, ορατόριο για το δράμα του β παγκοσμίου πολέμου, με σκληρούς πράγματι συμβολισμούς, του M. Tippett (1958).
Πρόσφατο τεύχος του περιοδικού, με αφιέρωμα στην όπερα. Εκδίδεται στη Γενεύη και περικλείει θέματα μουσικής και θεατρικής κουλτούρας της περιοχής της Ρωμανικής Ελβετίας και της συνοδεύουσας Γαλλίας.
To 1973 ο μαέστρος Paul Sacher (1906-1999) θέλοντας πρώτα να μεριμνήσει έγκαιρα για την τύχη της τεράστιας μουσικής βιβλιοθήκης του που απoτελείτο από χιλιάδες έργα μουσικής αλλά και βιβλία του 20ού (και όχι μόνον) αιώνα και ύστερα να δώσει στη πόλη του μια ευκαιρία να διαφυλάξει για το μέλλον ένα σημαντικό κομμάτι της πολιτιστικής της εικόνας, ιδρύει το ίδρυμα που φέρει το όνομά του και το στεγάζει σε υπέροχο κτίριο, στη Munsterplatz της Βασιλείας.
O P. Sacher
Ο ενδιαφερόμενος σήμερα μπορεί να δει και να μελετήσει στη βιβλιοθήκη του Ιδρύματος εκτός από μελέτες και άλλα συγγραφικά πονήματα, τα χειρόγραφα σπουδαίων έργων συνθετών όπως ο Bela Bartok, ο Luciano Berio, ο Elliot Karter, η Sofia Goubaidulina, ο Arthur Honegger, ο Witold Lutoslawski, ο Igor Fedorovitch Stravinsky, ο Karlheinz Stockhausen, ο Pierre Boulez. Μπορεί επίσης να ακούσει ιστορικές ηχογραφήσεις έργων, να θαυμάσει μικρής και μεγάλης σημασίας αποσπάσματα αλληλογραφίας, χειρόγραφα, ιδιόγραφα σημειώματα κλπ. Κατά διαστήματα οργανώνονται εκθέσεις γύρω από συνθέτες και συχνά πραγματοποιούνται συμπόσια και συνέδρια για θέματα μουσικά και μουσικολογικά.
Paul Sacher Stiftung
Igor Stravinsky χειρόγραφο της Συμφωνίας για πνευστά
2002, έκδοση του Ιδρύματος Sacher
Pierre Boulez, Le Marteau sans Maître, στο ίδρυμα Sacher
Στον τομέα των ετήσιων μουσικών δραστηριοτήτων οι Ελβετοί οργανώνουν με τη βοήθεια μεγάλων χορηγών μουσικές γιορτές μεγάλου διαμετρήματος, όπως το Φεστιβάλ Τίμπορ Βάργκα στη Σιόν που συνοδεύεται παράλληλα από τη γνωστή Θερινή Ακαδημία Εγχόρδων, το διεθνές Φεστιβάλ Λυρικής Τέχνης του Μοντρέ, το Διεθνές Χορωδιακό Φεστιβαλ του Νοσατέλ, το Φεστιβάλ Μενουχίν στο Γκστάαντ, το Φεστιβάλ Εκκλησιαστικού Οργάνου του Μπγκαντίνο, τα Φεστιβάλ του Νταβός και της Λουκέρνης. Εκτός αυτών πραγματοποιούνται σημαντικότατες φεστιβαλικές εκδηλώσεις, όπως τα φεστιβάλ τζαζ του Μοντρέ, της Βέρνης, του Βερνιέ, το διεθνές Φεστιβάλ Χορού της Βασιλείας, το Φεστιβάλ Κλόουν και Καμπαρέ της Λοές και το Φεστιβάλ του Ήλιου στο Ντελμόν.
Verbier, ο χώρος του ετήσιου festival
Το 1982 οι ελβετίδες με αρχηγό μια νέα γυναίκα, πωλήτρια σε μουσικό οίκο ιδρύουν το Μουσικό Φόρουμ Γυναικών, στα αχνάρια αντίστοιχου γερμανικού γυναικείου μουσικού Συλλόγου. Ένα χρόνο μετά το Φόρουμ διέθετε ήδη ικανοποιητικό αριθμό συνθέσεων ελβετίδων. Στη Διεθνή Χρονιά Μουσικής 1985 οι γυναίκες της FMF επισκέφτηκαν όλες τις μικρές και μεγάλες πόλεις της χώρας για να μιλήσουν και να παίξουν έργα συνθετριών. Έκτοτε πλήθος εκδηλώσεων, φεστιβάλ, διαλέξεις, πραγματοποιούνται ενώ από το 1998 το Φόρουμ διαθέτει ειδικούς συνεργάτες και επαγγελματική γραμματεία για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του. Το 1997 οργάνωσαν για τα 150 χρόνια του θανάτου της Φάννυ Μέντελσον, για τα 70 της Μαργκρίτ Τζίμερμαν και τα 85 της ελβετίδας Ματίλντ Καπουί συναυλίες στην Ιταλία και την Ελβετία ενώ με εκατό περίπου οργανωμένες εκδηλώσεις μίλησαν και έπαιξαν μουσική γυναικών στα γυμνάσια της χώρας. Από το 1998 ασχολούνται σοβαρά με την καταλογογράφηση των γυναικών δημιουργών μουσικής και ερμηνευτριών μέσα στις ελβετικές βιβλιοθήκες, αρχίζοντας από τη Γενεύη, τη Βέρνη, τη Λοζάννη και τη Ζυρίχη. Η δυναμική αυτή ομάδα διευθύνεται σήμερα από μια γυναίκα με μεγάλη μουσική κατάρτιση και σπουδαίο ταλέντο, την Irene Minder-Jeanneret. Βιολονίστρια και μουσικογράφος, είναι από τις γνωστότερες αρθρογράφους μουσικών κειμένων και συγγραφέας ενός βιβλίου 190 σελίδων με τίτλο Μουσικοί γυναίκες στη Ρωμανική Ελβετία, το οποίο όπως η ίδια εκμυστηρεύτηκε, το εμπνεύστηκε το 1981 κατά τη διάρκεια ενός εκπαιδευτικού ταξιδιού.
Από τις γυναίκες της μουσικής ελβετικής οικογένειας πιθανότατα η πιο γνωστή να είναι η ελληνοϊταλικής καταγωγής Geneviève Calame (1946-1993). Πιανίστα, δασκάλα και συνθέτρια, καθηγήτρια από το 1967 στο Ωδείο της Γενεύης ενδιαφέρθηκε για τις νέες τάσεις της μουσικής και μελέτησε ηλεκτροακουστικά, τεχνολογίες, νέες συνθετικές τεχνικές. Με την υποστήριξη του συζύγου της, του Ελβετού συνθέτη Jacques Guyonnet (1933), ίδρυσε στη Γενεύη το πρώτο Στούντιο Ηλεκτρονικής μουσικής και βίντεο που ονόμασε A.R.T (Artistic Research Team) και από το 1975 με δικό της σύστημα δίδασκε ηλεκτρονική μουσική σε μικρά παιδιά. Οι πρώτες συνθέσεις της ανάγονται στο έτος 1972. Ο αριθμός τους είναι εντυπωσιακά μεγάλος και το κυριότερο είναι πως τα έργα της παίχτηκαν σε πολύ μεγάλο μέρος τους σε ευρωπαϊκά και αμερικανικά φεστιβάλ. Γι αυτήν και τη μουσική της δραστηριότητα γράφτηκαν κατατοπιστικά κείμενα όπως των Chris Walton ( Grove’s 2001), Thomas Meyer, zum Tod, ein Schwereloser Drache des Lichts und des Traumes, in Musikszene Frau/musiciennes en vedette 32 (1993) και Aaron Cohen, G. Calame στο International Encyclopedia of Women Composers, NY 1987.
Μια πρόγευση του δεύτερου μέρους του άρθρου μας σας δίνω ευθύς αμέσως.
DENISE FEDELI (1)
DENISE FEDELI (2)
Και βέβαια.... η αφήγηση συνεχίζεται!! Το κλικ στο Tar ούτως ή άλλως θα το ξανακάνουμε κι εσείς κι εγώ. Έτσι δεν είναι;
Έφη Αγραφιώτη
effie@tar.gr
(Ιανουάριος 2007)