ΝΙΚΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς και αγαπητούς στο κοινό παραγωγούς ραδιοφώνου. Διαχρονικά, όραμά του αποτελεί η γνωριμία και εξοικείωση ενός ευρύτερου κοινού με την κλασική μουσική. Ο λόγος, για τον κ. Νίκο Κανελλόπουλο, η έναρξη της καριέρας του οποίου, συμπίπτει με την ίδρυση του πρώτου σταθμού της ελεύθερης ραδιοφωνίας, του «Αθήνα 9,84».
Η «Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη» -ήδη από τον πρώτο χρόνο μετάδοσής της- ήταν «η πρώτη σε ακροαματικότητα μεταξύ όλων των εκπομπών, όλων των ραδιοφωνικών σταθμών στην Ελλάδα» επισημαίνει ο ομιλών, θεμελιώνοντας την άποψή του ότι: «H Κλασική Μουσική είναι για όλους!»
Η γνωριμία του κοινού με τη συμφωνική μουσική, τη μουσική δωματίου και την όπερα, έγινε μέσα από μια πολυπρισματική προσέγγιση, με άξονες, κατά περίπτωση, προσωπικότητες της μουσικής, μουσικές περιόδους και κάθε άλλη ενδιαφέρουσα οπτική που εξυπηρετεί τους επιμορφωτικούς στόχους της εκπομπής.
Ο κ. Κανελλόπουλος, δεν αρκείται να «ταξιδεύει» τους ακροατές του στον «κόσμο» της κλασικής μουσικής, αποκλειστικά μέσα από τις ραδιοφωνικές συχνότητες και τις περίφημες διαλέξεις του. Ταξιδεύει το κοινό και με την κυριολεκτική έννοια του όρου, συνεργαζόμενος με ταξιδιωτικό πρακτορείο, όπου μέχρι την προ-covid-19 εποχή, διοργανώνονταν ταξίδια τόσο στην Ελλάδα, όσο το εξωτερικό, εν είδει «μουσικού τουρισμού».
Μετά από 33 χρόνια αδιάλειπτης κοινωνικής προσφοράς, ακούγεται ως παραφωνία η αιφνίδια και αναιτιολόγητη απόφαση για τη μη ανανέωση της σύμβασής του! Καμία απόφαση, δεν έχει τη δύναμη να ακυρώσει τα υψηλά ποσοστά ακροαματικότητας που διαχρονικά είχε η εκπομπή, αλλά και τα εκατοντάδες συγκινητικά μηνύματα ακροατών που τον ρωτούν εναγωνίως αν θα συνεχίσει από κάποια άλλη ραδιοφωνική συχνότητα. Επί του παρόντος, καθιερώνει τη διαδικτυακή μετάδοση εκπομπών, κάθε Σαββατοκύριακο 9-11 π.μ., από τη διεύθυνση https://compact.radio12345.com/
Καμία ύφεση δεν δικαιολογεί παύση στην «Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη». Καμία ύφεση, δεν αναιρεί την ολοένα και μεγαλύτερη όξυνση των αντιδράσεων εκ μέρους των ακροατών, μέχρι το “Stop” του 2020, να αποδειχθεί ένα σύντομο “Pause” ...
Ας είναι αυτή μια από τις ευχές όλων μας για το νέο έτος…
«Το πραγματικό γεγονός είναι ότι έληξε η σύμβασή μου. Αλλά αυτό το ίδιο γεγονός συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια. Μόνο που κάθε φορά που έληγε, ανανεωνόταν. Διευκρινίζω ότι αυτό συνέβαινε επί πολλών διοικήσεων, έχω χάσει τον αριθμό, ή αλλιώς επί 10 ή 11 δημάρχων της Αθήνας, που -όπως είναι ευνόητο- ο καθένας τοποθετεί το δικό του Δ.Σ. στο σταθμό. Σήμερα, οι νυν διοικούντες δήλωσαν στον Τύπο, μετά από πάμπολλες έντονες διαμαρτυρίες ακροατών, ότι δεν έκοψαν την εκπομπή, απλώς... δεν μου ανανέωσαν τη σύμβαση (sic)».
Τ.Β. Θα μου επιτρέψετε να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Βρισκόμαστε στο 1987, όταν αρχίζουν να δημιουργούνται οι συνθήκες για την απορρύθμιση του επικοινωνιακού πεδίου, με την έναρξη λειτουργίας του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Δήμου της Αθήνας, «Αθήνα 9.84», τον Μάιο. Πώς προέκυψε η ιδέα σας για την παραγωγή και παρουσίαση της «Κλασικής Κόμπακτ Δισκοθήκης»;
Νίκος Κανελλόπουλος: Όταν ο πρώτος γενικός διευθυντής του 9.84, ο Γιάννης Τζανετάκος, μου ζήτησε να συνεργαστούμε στο νέο σταθμό, με ρώτησε τι θέλω να κάνω. Καταλήξαμε στην κλασική μουσική, αλλά έθεσα μερικά ζητήματα: πρώτα, σκεφτόμουν να κάνουμε κάτι διαφορετικό ως προς τη μουσική για να προσελκύσουμε το πλατύ κοινό. Δηλαδή να παίζουμε ολοκληρωμένα μέρη κλασικών έργων, αναφέροντας τις μικρές τους ιστορίες. Ένα από τα πρώτα συνθήματα ήταν: «Η Κλασική Μουσική είναι για όλους».
Ύστερα, συζήτησα την καινοτομία να μεταδίδω τη μουσική από CD, μιας και θα ήμασταν οι πρώτοι που θα μεταδίδαμε στα FM στερεοφωνικά. Όλοι με κοίταξαν με απορία. Τι είναι αυτό το CD; Πού θα το βρούμε; Υπάρχουν δίσκοι; Είχαν δίκιο, γιατί στην Ελλάδα υπήρχαν λιγοστές συσκευές CD player και μόνο στις προθήκες αντιπροσωπειών! Και εκτός αυτού, το θέμα ήταν το πού θα βρίσκαμε δίσκους... Έτσι ξεκίνησα πηγαινοφέρνοντας από το σπίτι το δικό μου CD player και κάποιους δίσκους που είχα φέρει από το εξωτερικό. Γι' αυτό και στον τίτλο της εκπομπής έβαλα τη λέξη «Κόμπακτ», ενάντια στις αρχές μου για τη σωστή χρήση της γλώσσας, αλλά αυτό ήταν ένα προσδιοριστικό στοιχείο που έκανε τη διαφορά στα μέχρι τότε ραδιοφωνικά δεδομένα ως η πρώτη εκπομπή στην Ελλάδα με αυτό το σύστημα.
Τέλος, θυμάμαι τον κ. Τζανετάκο που με ρώτησε: «Πότε νομίζεις ότι πρέπει να μεταδίδεται η εκπομπή;» Του απάντησα: «Σάββατο και Κυριακή πρωί». Με έκπληξη μού είπε: «Μα καλά, κλασική μουσική το πρωί; Αφού συνήθως ακούγεται βράδυ!... Τέλος πάντων, ξεκινάμε όπως λες και βλέπουμε». Κι έτσι έμεινε καθ’ όλη τη διάρκειά της τα πρωινά του Σαββατοκύριακου, με μικρές αλλαγές στις ώρες μετάδοσης.
Τ.Β. Από τις εκπομπές σας, είναι πασιφανές ότι έχετε έναν ανεκτίμητο πλούτο γνώσεων. Ποιες ήταν οι πηγές της τυπικής και άτυπης μουσικής σας εκπαίδευσης;
Νίκος Κανελλόπουλος: Πρώτα απ’ όλα, η Μουσική ήταν η μεγάλη μου αγάπη από μικρός. Παρακολουθούσα -έφηβος ακόμα- μετά μανίας Ραδιόφωνο, τους μεγάλους δασκάλους της εποχής: Ζακ Μεναχέμ, Μίμη Πλέσσα, Αθηνά Σπανούδη και, φυσικά, τις εκπομπές κλασικής μουσικής του κρατικού ραδιοφώνου, που μου ενέπνευσαν την αγάπη μου γι’ αυτό το είδος. Από αυτούς μάθαινα τη μουσική κάθε είδους, απ’ όλον τον κόσμο, τη χρήση της γλώσσας, την ορθοφωνία. Δυστυχώς, όταν σπούδαζα στο Πανεπιστήμιο Οικονομικά, δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα και μουσικών σπουδών. Έτσι, η λύση ήταν ραδιόφωνο και με μεγάλες στερήσεις δίσκοι, περιοδικά, βιβλία και κάθε μορφής μουσικό έντυπο, εφόσον για πολλά χρόνια ακόμα και από την έναρξη της εκπομπής το ’87 δεν υπήρχε διαδίκτυο, email, Google (ιδρ.1998), Wiki (1995), YouTube (2005) - πηγές που κάνουν σήμερα την πρόσβαση στη γνώση ευκολότερη. Δεν λέω καλύτερη, γιατί σήμερα πρέπει να μπορείς να επιλέξεις μέσα από ένα τεράστιο πλήθος πληροφοριών. Όσο για τη μουσική, παραξενεύομαι όταν ακούω να λένε σήμερα για ένα τραγούδι: «Το είδα στο Ίντερνετ» και όχι «το άκουσα».
Τ.Β. Σε τι άλλο μπορεί να οφείλεται -πέρα από την ίδια τη μουσική- η τόσο μεγάλη διάρκεια (επί 33 έτη) μιας τέτοιας, ειδικής εκπομπής;
Νίκος Κανελλόπουλος: Θεωρώ πως μεγάλο πλεονέκτημα ήταν η αμφίδρομη επικοινωνία με τους ακροατές μου. Οι εκπομπές, στην πλειονότητά τους, μεταδίδονταν απευθείας. Ηχογραφημένες ήταν κυρίως στην καλοκαιρινή μου άδεια. Γι' αυτό μπορώ και απαντώ απευθείας στα τηλεφωνήματα των ακροατών, όσο επιτρέπει η ενασχόλησή μου στο στούντιο κατά τη διάρκεια μιας «ζωντανής» εκπομπής.
Τ.Β. Εσείς προσωπικά τι πιστεύετε ότι αποκομίσατε όλα αυτά τα χρόνια;
Νίκος Κανελλόπουλος: Πολλά ήταν τα κέρδη που αποκόμισα από αυτήν την ενασχόληση, το χόμπι που έγινε επάγγελμα, όπως λένε οι φίλοι που με γνωρίζουν από παλιά. Και, προφανώς, εννοώ όλα αυτά που δεν αποτιμώνται με χρήμα. Το μεγαλύτερο κέρδος, εκτός από την ίδια τη μουσική, είναι η γνωριμία μου με πολλούς και αξιόλογους ανθρώπους μεταξύ των ακροατών της εκπομπής. Με πολλούς από αυτούς, μάλιστα, έχουμε συνδεθεί με μακρόχρονη οικογενειακή φιλία. Το κέρδος είναι πραγματικά μεγάλο!
Τ.Β. Σε μια ραδιοφωνική εκπομπή σας, δώσατε τον τίτλο: «Το χειροκρότημα στην κλασική μουσική». Υπάρχει κάποια περίοδος της δυτικής μουσικής, που σας ωθεί σε ένα θερμότερο χειροκρότημα, επηρεάζοντας τις επιλογές σας ως ραδιοφωνικού παραγωγού;
Νίκος Κανελλόπουλος: Όχι ιδιαιτέρως. «Χειροκροτώ» και απολαμβάνω τη μουσική και των τριών μεγάλων περιόδων -Μπαρόκ, Κλασικής, Ρομαντικής- και πιστεύω πως οι φίλοι της λεγόμενης κλασικής μουσικής, ακόμα και σήμερα, δεν έχουν ανακαλύψει πολλά άγνωστα δημιουργήματα-διαμάντια, ακόμα και πολύ γνωστών συνθετών. Για παράδειγμα, ακούσαμε πολλά για τον Μπετόβεν το 2020 (και πολλά χάσαμε λόγω της πανδημίας), αλλά υπάρχουν τόσα άγνωστα έργα του «Τιτάνα» που δεν τα ακούσαμε, δεν τα γνωρίζουμε. Επίσης, ετοίμασα -μα δεν πρόλαβα να μεταδώσω- ένα αφιέρωμα στο ρομαντικό κοντσέρτο για πιάνο, του 19ου αιώνα. Είναι απίστευτο το πόσα εξαιρετικά τέτοια κοντσέρτα υπάρχουν και είναι εν πολλοίς άγνωστα (δημιουργών όπως οι Alkan, Arenski, Busoni, Moscheles κ.α.). Είχα ετοιμάσει κάτι παρόμοιο και για τις Συμφωνίες της Ρομαντικής Περιόδου.
Όσο για το θέμα της ερώτησής σας, το χειροκρότημα στην ιστορία της μουσικής, δεν είναι γνωστό στον κόσμο το πότε και σε ποιους χώρους επιτρεπόταν ή ποιες εποχές απαγορευόταν. Ήταν πολύ διαφορετικό αυτό που συνηθιζόταν τότε, με το σήμερα.
Τ.Β. Έχετε αφιερώσει κύκλο εκπομπών με τίτλο: «Συνθέτες της σιωπής», αναφερόμενος στη σπάνια περίπτωση μουσικών που συνέθεταν όντας κωφοί. Τι συνιστά κατά τη γνώμη σας μεγαλύτερη απειλή για την περαιτέρω εξέλιξη της «κλασικής» μουσικής: συνθέτες που απειλούνται από την ασθένεια της κώφωσης, ή ένα κοινό που «κωφεύει»;
Νίκος Κανελλόπουλος: Η κώφωση, όπως φαίνεται ιστορικά, δεν μας στέρησε αυτούς που αναφέρθηκα, τους 16 κωφούς συνθέτες και τα έργα τους. Απολαμβάνουμε πάντα τη μουσική των κωφών Μπετόβεν, Σμέτανα, Φωρέ κ.α. Μάλλον το κοινό «κωφεύει», όπως λέτε εύστοχα. Παρόλα αυτά, στα πάνω από 33 χρόνια που κάνω Ραδιόφωνο διαπίστωσα ότι είναι πολύς ο κόσμος που διψάει για καλή μουσική, αρκεί να την προσφέρεις δελεαστικά, χωρίς επιστημονικές αναλύσεις, χωρίς επίδειξη γνώσεων, με ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία, μα και να πείσεις ότι αυτή η μουσική δεν είναι μόνο θλίψη, μελαγχολία -συναισθήματα προφανώς μέσα στη ζωή- αλλά είναι και χαρά, ψυχαγωγία, έρωτας, χορός, φως. Ειλικρινά χαίρομαι όταν πολλοί ακρατές μού λένε: «Δεν έχω ιδέα από κλασική μουσική, αλλά απολαμβάνω αυτά που ακούω στην εκπομπή»...
Επανέρχομαι στην ερώτησή σας λέγοντας πως αυτοί που «κωφεύουν» τελικώς είναι οι εκάστοτε υπεύθυνοι του πολιτισμού, αλλά και αυτοί που «σερβίρουν» μουσικά απόβλητα στο κοινό μέσα από ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια. Συνεπώς, το κοινό αυτά μαθαίνει, άρα και μέσα από αυτά επιλέγει. Μόνο στα κανάλια της ΕΡΤ μπορείς να βρεις σήμερα εκπομπές καλής μουσικής, ντοκιμαντέρ για διάφορα μουσικά είδη, κανάλια όπου απουσιάζουν τα (αχαρακτήριστα) ριάλιτι.
Τ.Β. Στο πλαίσιο αφιερώματός σας στην κλασική κιθάρα, επισημάνατε ότι έργα των Ισπανών συνθετών και πιανιστών, Ισαάκ Αλμπένιθ (Isaac Albéniz) και Ενρίκε Γρανάδος (Enrique Granados), ενώ γράφτηκαν αρχικά για πιάνο, εντούτοις έγιναν ευρέως γνωστά από τις κιθαριστικές εκτελέσεις τους. Με αφορμή αυτό το σχόλιο, θα ήθελα να σας ρωτήσω το εξής: συνήθως σας συγκινούν περισσότερο τα έργα στην πρωτότυπη εκδοχή τους ή αναζητάτε μεταγραφές και διασκευές;
Νίκος Κανελλόπουλος: Πολύ καλή ερώτηση. Το αυθεντικό είναι πάντα το πρωτότυπο, όπως το έγραψε αρχικά ο συνθέτης, και μ’ αυτό πρέπει κανείς να ξεκινά ως αναφορά. Στη συνέχεια, όμως, για να διευρύνει τις γνώσεις του, πρέπει να γνωρίσει μεταγραφές, διασκευές και διαφορετικές εκδοχές. Εξ άλλου μην ξεχνάμε πως πολλοί συνθέτες μετέγραφαν δικά τους έργα (π.χ. Στραβίνσκυ), ενώ μεγάλοι πιανίστες μετέγραφαν συμφωνικά έργα στο πιάνο (π.χ. ο Λιστ τον Μπετόβεν και πολλούς άλλους). Στο παράδειγμά σας, αναφέρατε -πολύ σωστά- πως ο Αλμπένιθ και ο Γρανάδος, δύο Ισπανοί συνθέτες, τους οποίους σήμερα σχετίζουμε με εκτελέσεις έργων κλασικής κιθάρας, δεν έγραψαν ποτέ ούτε μία νότα για κιθάρα. Αυτά που ακούμε σήμερα είναι μεταγραφές έργων που έγραψαν αρχικά για πιάνο, εφόσον οι Ισπανοί κυρίως μουσικοί τα μετέγραψαν για το εθνικό τους όργανο, την κιθάρα. Αντιθέτως, ο Ροδρίγο και ο Τάρεγα ήταν σπουδαίοι κιθαριστές και συνθέτες έργων γι’ αυτό το υπέροχο όργανο.
Κλείνοντας, αναφέρω πως ιστορικά πολλές μεταγραφές έκαναν ενίοτε μεγαλύτερη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία από το πρωτότυπο. Π.χ. οι «Πίνακες από μια Έκθεση» του Μουσόργκσκι, στην αρχική τους μορφή για σόλο πιάνο δεν άγγιξαν το κοινό, αλλά όταν ο Ραβέλ τους μετέγραψε για μεγάλη ορχήστρα, σχεδόν μισό αιώνα αργότερα, αυτή η εκδοχή έκανε μεγάλη και παγκόσμια επιτυχία.
T.B. Η Πρωτοχρονιάτικη συναυλία, που μεταδόθηκε προσφάτως, στο ρεπερτόριο της οποίας πάντοτε περιλαμβάνονται έργα των Strauss, καθιστά επίκαιρο το περιεχόμενο του βιβλίου σας. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά;
Νίκος Κανελλόπουλος: Μετά από 25 χρόνια συγκέντρωσης σχολίων που ακούστηκαν στην εκπομπή και αφορούσαν την αυστριακή οικογένεια Στράους, το 2013 εκδόθηκε το βιβλίο μου με τίτλο «Η Δυναστεία Γιόχαν Στράους». Είναι μια πρωτότυπη στα Ελληνικά σύντομη βιογραφία και παράλληλα εργογραφία της μεγάλης οικογένειας της χορευτικής μουσικής (εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος). Στο βιβλίο περιλαμβάνεται ένα μεγάλο κεφάλαιο για τον μαικήνα των τεχνών, Νικόλαο Δούμπα, καθώς και η ιστορία της πρωτοχρονιάτικης συναυλίας της Βιέννης με τους αρχιμουσικούς που τη διηύθυναν από τις αρχές του 20ού αιώνα.
Τ.Β. Σε μια συνέντευξή σας, απαντώντας στο ερώτημα αν στην Ελλάδα έχουμε μουσική παιδεία, αναφέρατε το εξής: «Βάλτε τα ραδιόφωνα να παίζουν ολημερίς κλασική μουσική και σε μια δεκαετία τα λέμε αν θα έχουμε κλασική παιδεία ή όχι»[1]. Έχετε κάποια πρόταση για την εξοικείωση των νέων με τη κλασική μουσική;
Νίκος Κανελλόπουλος: Γνωρίζω πως αυτό που ανέφερα ήταν μια ιδανική, μα ανεφάρμοστη πρόταση. Η μουσική παιδεία πλάθεται, δημιουργείται σταδιακά και θέλει πολύ χρόνο. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί και πρέπει να κάνει η πολιτεία και, εφόσον είμαστε πίσω σε αυτόν τον τομέα, ας πάρουμε καλά παραδείγματα από το εξωτερικό. Επιδοτήσεις για μαθητές ωδείων, υποτροφίες για ταλέντα, μηδενικός ΦΠΑ στα μουσικά όργανα, δωρεάν είσοδος σε συναυλίες, μουσικές εκδρομές κτλ. Προτάσεις υπάρχουν πολλές, αλλά συχνά η πραγματικότητα μας ξεπερνά. Πάντως, αυτό που πρέπει να γνωρίζει κάθε κράτος, κάθε φορέας, είναι ότι Πολιτισμός δεν γίνεται χωρίς οικονομική στήριξη. Όσο ακριβά εισιτήρια και αν βάλουν τα μέγαρα μουσικής ανά τον κόσμο, δεν «βγαίνουν» οικονομικά. Πρέπει η εκάστοτε πολιτεία να είναι παρούσα και να δίνει γενναίες επιδοτήσεις. Έτσι στηρίζεται ο Πολιτισμός.
Όσο για τους νέους, ας τους δώσουμε κίνητρα, όπως προείπαμε, ας τους δείξουμε το πόσο ποικίλη και ωραία είναι αυτή η μουσική και, τέλος, ας τους ξεκόψουμε από τα μουσικά σκουπίδια που ακούγονται ολημερίς σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Βέβαια, μουσικά απορρίμματα είναι γεμάτο και το διαδίκτυο όπου τα παιδιά μας πλοηγούνται καθημερινά. Η εξοικείωση των νέων με την καλή μουσική ξεκινά από τους γονείς και το περιβάλλον. Αρκεί να τους δείξουμε το δρόμο.
Τ.Β. Σε μια εκπομπή σας, παραχωρήσατε το μικρόφωνο στους μαθητές του 18ου Γυμνασίου Άνω Πατησίων, οι οποίοι ετοίμασαν ένα ωραιότατο αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του Μπετόβεν. Στον σύντομο επίλογο της εκπομπής, προβήκατε στην εξής παρατήρηση: «Αυτή η δουλειά θα έπρεπε να βρει μιμητές». Υπέπεσαν στην αντίληψή σας αντίστοιχες πρωτοβουλίες από άλλα σχολεία;
Νίκος Κανελλόπουλος: Ναι, αλλά είναι ελάχιστες. Υπάρχουν μεν σχολεία και ωδεία που προβαίνουν σε παρόμοιες ενέργειες, είναι όμως λιγοστά. Και αυτό που με θλίβει, είναι το ότι οι σπουδαίες αυτές πρωτοβουλίες δεν προέρχονται από κάποιο αρμόδιο υπουργείο ή φορέα, αλλά, ατομικά, από ελάχιστους φωτισμένους δασκάλους, τους οποίους τιμώ, θαυμάζω και στηρίζω όπως μπορώ.
Τ.Β. Τα τελευταία χρόνια, πολλοί ραδιοφωνικοί σταθμοί μεταδίδουν εκπομπές μέσα από τις λεγόμενες playlists. Τι γνώμη έχετε γι΄ αυτό το φαινόμενο;
Νίκος Κανελλόπουλος: Δραματικό φαινόμενο. Το θεωρώ κατάψυξη του μυαλού. Κάποιες δισκογραφικές εταιρείες διαλέγουν αυτές οι ίδιες τη μουσική (που πρόσφατα κυκλοφόρησαν και τους συμφέρει), τη «φορτώνουν» στον υπολογιστή ενός σταθμού και αυτές και μόνον τις λιγοστές επιλογές οφείλουν να παίξουν μερικοί άβουλοι «ραδιοφονιάδες» (το όμικρον εσκεμμένο), που θέλουν να λέγονται μουσικοί παραγωγοί... Γι’ αυτές τις περιπτώσεις ας μπει κανείς στο YouTube για να βρει και να ακούσει (ή να δει) τις δικές του επιλογές.
Αν εξαιρέσουμε τα ραδιόφωνα με playlists και αυτά που παίζουν μουσική από υπολογιστή non-stop, τα υπόλοιπα είναι ραδιόφωνα από ανθρώπους για ανθρώπους, όπου το κοινό επιλέγει εκπομπές με τη μουσική που αγαπά ή τον παραγωγό που προτιμά.
Τ.Β. Από τη δεκαετία του ‘80 που ξεκίνησε η εκπομπή σας, έως σήμερα, έχουν επέλθει πολλές και ριζικές αλλαγές, όπως η παγκοσμιοποίηση της επικοινωνίας. Πιστεύετε ότι στην εποχή του διαδικτύου δημιουργούνται πιο πρόσφορες συνθήκες για τη μύηση ενός ευρύτερου κοινού στην κλασική μουσική ή αντιθέτως, οδηγούμαστε στον εξοβελισμό της από τη ραδιοφωνία;
Νίκος Κανελλόπουλος: Δύσκολο να απαντήσει κανείς σ’ αυτό το δίλημμα. Προφανώς η παγκοσμιοποίηση της επικοινωνίας και της πληροφορίας βοηθά τους ανθρώπους, εάν βέβαια μπορούν να κάνουν σωστή διαχείριση αυτής της υπερπροσφοράς. Θα μπορούσε ένας φίλος της «κλασικής» μουσικής να ακούσει, να γνωρίσει, να βρει ιστορικά στοιχεία για ένα έργο που δεν το έχει στη δισκοθήκη του ή το άκουσε σε μια εκπομπή. Αλλά πρέπει να είναι σε θέση να φιλτράρει τις αναρίθμητες πληροφορίες, ώστε να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Από την άλλη, απαιτείται προσοχή γιατί είναι πολλά και τα fake news σε όλα τα επίπεδα της πληροφόρησης, ομοίως και στη μουσική, όπως τα musical hoaxes (απάτες στη μουσική).
Πάντως, δεν νομίζω ότι αυτός είναι λόγος εξοβελισμού της «κλασικής» μουσικής από τα ραδιόφωνα. Υπάρχει ακόμα η ανάγκη να ακούσεις μια φωνή, έναν παραγωγό, στον οποίο μπορείς να τηλεφωνήσεις και να πεις μια «καλημέρα» ή να ζητήσεις πληροφορίες για κάτι που άκουσες και σου άρεσε. Το Ραδιόφωνο είναι συντροφιά (στο σπίτι, το αυτοκίνητο, το γραφείο, την εξοχή, τις διακοπές), γιατί είναι ένα μέσο με το οποίο μπορείς παράλληλα να κάνεις κάτι άλλο, ακόμα και να εργάζεσαι, σε αντίθεση με την τηλεόραση που σε θέλει να την κοιτάς. Και με τη σύγχρονη τεχνολογία, για να ακούσεις Ραδιόφωνο δεν χρειάζεσαι ραδιόφωνο... Έχω ακροατές που μου τηλεφωνούν κατά τη διάρκεια της εκπομπής κι ένας βρίσκεται σε ένα βουνό της Αρκαδίας με κινητό, άλλος σε πολεμικό πλοίο στη Μεσόγειο και άλλος -ομογενής από τη Νέα Υόρκη- στον υπολογιστή του.
Τ.Β. Προσφάτως, η Διεύθυνση του «Αθήνα 9.84», σας ανακοίνωσε -αιφνιδιαστικά και αναιτιολόγητα- τη μη ανανέωση της σύμβασής σας με συνέπεια την -επί του παρόντος- παύση μετάδοσης της ραδιοφωνικής εκπομπής σας. Ποια είναι η δική σας ερμηνεία για το γεγονός;
Νίκος Κανελλόπουλος: Το πραγματικό γεγονός είναι ότι έληξε η σύμβασή μου. Αλλά αυτό το ίδιο γεγονός συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια. Μόνο που κάθε φορά που έληγε, ανανεωνόταν. Διευκρινίζω ότι αυτό συνέβαινε επί πολλών διοικήσεων, έχω χάσει τον αριθμό, ή αλλιώς επί 10 ή 11 δημάρχων της Αθήνας, που -όπως είναι ευνόητο- ο καθένας τοποθετεί το δικό του Δ.Σ. στο σταθμό. Σήμερα, οι νυν διοικούντες δήλωσαν στον Τύπο, μετά από πάμπολλες έντονες διαμαρτυρίες ακροατών, ότι δεν έκοψαν την εκπομπή, απλώς... δεν μου ανανέωσαν τη σύμβαση (sic).
Τ.Β. Τη μεγάλη λύπη των ακροατών σας από τη διακοπή της δημιουργικής σας αλληλεπίδρασης μέσω της μουσικής, διαδέχεται τώρα η ελπίδα ότι η εκπομπή σας θα συνεχιστεί από κάποια άλλη ραδιοφωνική συχνότητα. Ποια είναι τα επικείμενα σχέδιά σας;
Νίκος Κανελλόπουλος: Πράγματι, τα μηνύματα που λαμβάνω είναι πάρα πολλά, και όλοι με ρωτούν το ίδιο πράγμα. Από τη μια η εορταστική περίοδος, και από την άλλη το απαγορευτικό λόγω της πανδημίας, δυσκολεύουν τις συζητήσεις με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, με τους οποίους έχω κάνει ήδη μια αρχική επικοινωνία. Είναι πράγματι και δική μου επιθυμία, η «Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη» ή κάτι παρόμοιο, να συνεχιστεί σε άλλη συχνότητα, αλλά αυτό δεν το γνωρίζω ακόμα. Πάντως κινούμαι προς αυτήν την κατεύθυνση και εύχομαι να είμαι σε θέση να σας ενημερώσω για μια θετική έκβαση.
Το μόνο που μπορώ να ανακοινώσω, είναι ότι μετά από τη διακοπή της «Κλασικής Κόμπακτ Δισκοθήκης» και μέχρι την ανεύρεση άλλης ραδιοφωνικής στέγης, καθιέρωσα μετάδοση εκπομπών, από ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο που δημιούργησα, κάθε Σαββατοκύριακο, 9-11 π.μ., για να μην ξεχνιόμαστε... Του έδωσα, μάλιστα, τον τίτλο της εκπομπής. Μπορεί κανείς να το ακούσει δωρεάν από κάθε συσκευή που συνδέεται με το διαδίκτυο (PC, Laptop, tablet, κινητό) πληκτρολογώντας (σε Chrome ή Firefox) τη διεύθυνση: compact.radio12345.com. Ήδη ανήμερα Πρωτοχρονιά, 10-11 το πρωί, μετέδωσα σε μια δοκιμαστική εκπομπή τη θρυλική Πρωτοχρονιάτικη συναυλία του 1987 με τον Κάραγιαν και τη σοπράνο Καθλήν Μπατλ.
Τ.Β Διοργανώνετε παράλληλες δραστηριότητες που εκπορεύονται από την εκπομπή. Ποιες είναι αυτές;
Νίκος Κανελλόπουλος: Πρώτα, από το 1996 ξεκίνησα τη διοργάνωση σειράς διαλέξεων με ποικίλη θεματολογία (περίοδοι της μουσικής, συνθέτες, τα όργανα της ορχήστρας κτλ.), διαλέξεις που συνεχίζονται μέχρι σήμερα με πολλές συμμετοχές. Είναι συνήθως οκτώ διαλέξεις μιάμισης ώρας, με προβολή βίντεο υψηλής ευκρίνειας σε μεγάλη οθόνη και εξαιρετικό ήχο.
Επί πλέον, από το 1999 υλοποίησα μια ιδέα με ρίσκο. Ξεκίνησα τη διοργάνωση μουσικών εκδρομών, ως μουσικός ξεναγός, σε ευρωπαϊκές πόλεις με σημαντική μουσική ιστορία: Βιέννη, Πράγα, Λειψία, Βερολίνο, Λονδίνο, Μπέργκεν, Μιλάνο, Βαρκελώνη, Παρίσι κ.α. Όλες οι εκδρομές είχαν θέμα τη μουσική (συναυλίες, όπερα, μπαλέτο). Η συμμετοχή του κοινού ήταν πέρα από κάθε προσδοκία. Πολλές φορές χρειάστηκε να επαναλάβω μια εκδρομή τρεις φορές για να καλύψω τη ζήτηση. Από το 2012 μέχρι σήμερα, τις μουσικές εκδρομές συνδιοργανώνουμε αποκλειστικά με το «Συρίγος Travel». Προσδοκώ το τέλος της πανδημίας για να τις συνεχίσω. Το ίδιο και τις διαλέξεις, που -αν πάνε καλά τα πράγματα- θα τις ξεκινήσουμε τον Οκτώβριο.
Τ.Β. Θα θέλατε να ολοκληρώσετε τη συζήτησή μας, διηγούμενος μια συγκινητική στιγμή από τη ραδιοφωνική σας καριέρα;
Νίκος Κανελλόπουλος: Ήταν Μάιος του 1988. Είχε περάσει ένας χρόνος από την έναρξη της εκπομπής. Ο γενικός διευθυντής, ο κ. Τζανετάκος, με κάλεσε εκτάκτως στο στούντιο στη δική του εκπομπή, μια καθημερινή. Προς έκπληξή μου, ανακοίνωσε στους ακροατές και σ’ εμένα, ότι «η Κλασική Κόμπακτ Δισκοθήκη, ήταν η πρώτη σε ακροαματικότητα μεταξύ όλων των εκπομπών, όλων των ραδιοφωνικών σταθμών στην Ελλάδα!» Έκπληξη, απορία, συγκίνηση, ήταν τα συναισθήματα εκείνης της ημέρας.
Μεγάλη συγκίνηση ένοιωσα όταν την ημέρα που συμπληρώθηκαν 30 χρόνια (2017), την ώρα που έκανα εκπομπή, «εισέβαλαν» στο στούντιο τριάντα ακροατές, οι οποίοι συμμετείχαν και στις διαλέξεις μου. Κρατούσαν από ένα τριαντάφυλλο. Έχασα τα λόγια μου, βούρκωσα και το σοκ με δυσκόλεψε να φτάσω μέχρι το τέλος της εκπομπής.
Υπάρχουν βέβαια πολλές ακόμα μικρές στιγμές, που με συγκίνησαν όλα αυτά χρόνια.
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Ιανουάριος 2021
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)
- «Πηγή: Συνέντευξη με τον άνθρωπο που μας μαθαίνει ότι «Η κλασική μουσική είναι για όλους» | Athens Voice, ανακτήθηκε, 19/12/2020