ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ & ANIMACORDA
Συνέντευξη στον Κώστα Γρηγορέα,
με αφορμή το CONCERTO no.2 FOR GUITAR DUO & ORCHESTRA του Οδ. Κωνσταντινόπουλου
Είναι πάντοτε καλά νέα όταν ένα νέο μουσικό έργο γεννιέται! Πόσω μάλλον, όταν αυτό έχει την υπογραφή ανθρώπων με υψηλή αισθητική και καλλιτεχνικό ήθος.
Ο συνθέτης και σολίστ του μπάσου Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος και οι σολίστ της κλασικής κιθάρας Γιώργος Μπεχλιβάνογλου & Μιχάλης Μπρούζος (Animacorda) δεν χρειάζονται συστάσεις για όσους παρακολουθούν το χώρο της ελληνικής έντεχνης μουσικής. Γράφουν την δική τους ιστορία εδώ και χρόνια, δημιουργώντας σύγχρονες μουσικές που αφορούν μεν τους πάντες, αλλά χωρίς τις συνήθεις εκπτώσεις ή πλεονασμούς. Κάτι που ως γνωστόν μόνο οι αληθινά ταλαντούχοι δύνανται.
Κ.ΓΡ. Ποιo ήταν το ‘ερέθισμα’ για να γραφτεί αυτό το έργο;
ΟΔ.Κ. Ήταν ένα ταξίδι στη Σέριφο, όπου ουσιαστικά εκεί άρχισα να το γράφω. Εκεί προέκυψαν τα πρώτα θέματα. Όμως στη συνέχεια η φυσική παρουσία των Animacorda ήταν ο καταλύτης, ώστε το κοντσέρτο αυτό να έρθει στην τελική μορφή του.
Κ.ΓΡ. Οπότε αφορμή δεν ήταν κάποια παραγγελία…
ΟΔ.Κ. Όχι, η αφορμή ήταν καθαρά συναισθηματική.
Κ.ΓΡ. Θα ήθελες να δώσεις κάποιες λεπτομέρειες;
ΟΔ.Κ. Για το πρώτο μέρος αφορμή στάθηκε ουσιαστικά ένας ήχος, τον οποίο άκουγα αρκετά συχνά όσον καιρό ήμουν στο νησί. Ήταν ένα απλό επαναλαμβανόμενο ρυθμικό σχήμα, ίσως από κάποιο φορτωτικό μηχάνημα του λιμανιού, το οποίο τελικά μου προέκυψε ως μοτίβο. Ασυναίσθητα, άρχισα να μπαίνω στη διαδικασία του πως θα μπορούσα να στήσω ένα κομμάτι βασισμένο σε αυτό το μοτίβο, πως θα το αναπτύξω και πώς θα το κρατήσω για να μην φύγει από την αρχική του ‘ρίζα’.
Για το δεύτερο μέρος, ήταν η αίσθηση που είχα κατά την αναχώρηση μου από το νησί. Η ερώτηση αν φεύγω εγώ από το νησί ή το νησί από τη ζωή μου. Ένα υπαρξιακό δίλημμα που μου προέκυψε μετά από κάποιες ιδιαίτερες ημέρες που έζησα σε αυτόν τον τόπο.
Το τρίτο μέρος ήταν από ένα περιστατικό που έζησα. Ήμουν στη χώρα του νησιού, ψηλά. Κάποια στιγμή άρχισε να φυσάει τόσο δυνατός άνεμος, που είχα την αίσθηση ότι αθέλητα άρχισα να χορεύω! Το τρίτο μέρος είναι ένας χορός που περιγράφει μουσικά αυτό το περιστατικό.
Μιχάλης Μπρούζος - Γιώργος Μπεχλιβάνογλου - Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος
Κ.ΓΡ. θα ήθελα να κάνουμε κάτι πιο ξεκάθαρο: Η αφορμή για τη δημιουργία δόθηκε προτού γνωρίσεις τους Animacorda ή τους είχες ήδη στο μυαλό σου ως ‘αποδέκτες’ του concerto;
ΟΔ.Κ. Με τον Γιώργο και το Μιχάλη είχαμε ήδη παίξει μαζί πολλές φορές. Γνωριζόμαστε χρόνια ως μουσικοί συνεργάτες αλλά και ως φίλοι. Αυτό που μας ενώνει, όποτε συνυπάρχουμε μουσικά, είναι η ικανότητα να διατηρεί ο καθένας την αυτονομία του. Αυτό ξεφεύγει τελείως από το επαγγελματικό ‘πάμε να παίξουμε καλά-και τέλος’. Ακόμη και στις πρόβες ο τρόπος με τον οποίο παίζουμε έχει το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού, αλλά με ελευθερία και με έντονο το προσωπικό στοιχείο του καθενός - κάτι που νομίζω πως ενώνει ψυχικά πάρα πολύ εμάς τους μουσικούς. Είχα λοιπόν πάντα στο μυαλό μου πως θα ήταν πολύ όμορφο να γράψω κάποια στιγμή κάτι το οποίο να αφορά τους Αnimacorda.
Άλλωστε η πορεία μας στη μουσική δημιουργία επηρεάζεται πάντοτε κι από τους ανθρώπους που έχουμε γύρω μας και τελικά ο καθένας με τη μουσική του γράφει παράλληλα και την αυτοβιογραφία του.
Κ. ΓΡ. Μιλώντας για αφορμές: Τα πιο παλιά χρόνια υπήρχε συχνά μια πιο ιδεαλιστική άποψη, ότι γράφει κανείς «για την τέχνη», για το «συρτάρι του», το οποίο θα ανακαλύψουν και θα κατανοήσουν οι επόμενες γενεές. Εσύ θα μπορούσες ως συνθέτης να έχεις κίνητρα για να γράφεις μουσική που την παρουσίαση της στο κοινό δεν θα την ακούσεις εσύ ο ίδιος ποτέ;
ΟΔ.Κ. Καταρχήν γενικώς δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα υπηρετήσουν ένα δόγμα. Έχω βιώσει τους δογματισμούς στη χώρα από την οποία ήρθα (Πολωνία) και γνωρίζω καλά ότι ο κάθε δογματισμός στην ουσία κάνει τον άνθρωπο να απομακρύνεται από τον εαυτό του και να χάνει την αυτονομία σκέψης. Η αφορμή είναι πάντοτε για μένα το να επικοινωνήσω γράφοντας μουσική. Δίχως βέβαια να έχω την απόλυτη ελπίδα ότι αυτό που γράφω είναι το super σπουδαίο! Πιστεύω ότι ζούμε σε εποχές όπου σκόπιμα μας σπρώχνουν να αποξενωνόμαστε, να μην έρχεται σε ουσιαστική επαφή ο ψυχικός μας κόσμος. Ο ρόλος του μουσικού σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους ήταν διαφορετικός και ίσως καλύτερος. Ήταν πιθανότατα αποδεκτή, αλλά και χρήσιμη, η άποψη «γράφω για την Τέχνη και κάποτε θα δικαιωθώ». Όμως ο ρόλος του μουσικού σήμερα είναι διαφορετικός. Είναι παρουσία και διάλογος! Ακόμη και o σοβαρός πολιτικός λόγος -αν επιτέλους φανεί- θα είναι με βάση αναφορές στο ό,τι βιώνουμε σήμερα.
Κ.ΓΡ. Από ότι αντιλαμβάνομαι λοιπόν, δεν είσαι υπέρ της Ελίτ Τέχνης…
ΟΔ.Κ. Ο σημαντικός μουσικός δημιουργός μπορεί να είναι και μουσικός της πιάτσας. Μπορεί οι αφορμές να του δίνονται στην πιάτσα και η τέχνη του να αποτελεί μια προέκταση αυτών. Όπως ένας φιλόσοφος που περπατά στους δρόμους και συζητά παίρνοντας αφορμές για σκέψη. Τουλάχιστον για μένα αυτό είναι μια φυσική κατάσταση. Υπάρχει όμως ένας ρομαντισμός στον τρόπο που βλέπουμε αυτό το θέμα, δυστυχώς πολλές φορές αυτοί οι μουσικοί (της πιάτσας) θεωρούν ότι δεν είναι σε θέση να δημιουργήσουν κάτι σημαντικό, με αποτέλεσμα να αναλώνουν την τέχνη τους για χάρη της επαγγελματικής επιβίωσης και μόνο.
Κ.ΓΡ. Ας περάσουμε λοιπόν τώρα στους Animacorda, τους ερμηνευτές του Concerto no2. Το Μιχάλη Μπρούζο και τον Γιώργο Μπεχλιβάνογλου. Πως έγινε η προσέγγιση με το συνθέτη σχετικά με το κοντσέρτο;
Γ.ΜΠ. Η σχέση με τον Οδυσσέα, όπως προανέφερε, είχε ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν, με τη συμμετοχή του στα δισκογραφικά έργα μας. Ως μπασίστας, αλλά και ως ενορχηστρωτής στο δεύτερο δίσκο. Από εκεί ξεκίνησε και μια συνεργασία σε live, σε συναυλίες κλπ. Σιγά, σιγά όμως καταλάβαμε ότι μας ενώνουν πολλά περισσότερα πράγματα από μια άριστη επαγγελματική σχέση: μια κοινή αισθητική, ακόμη και εκεί όπου υπήρχε διαφορετική οπτική. Εγώ και ο Μιχάλης τρέφουμε μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό για τον Οδυσσέα. Πάντα στις συναυλίες μας ήταν ο μαέστρος. Κι ό,τι έλεγε ο μαέστρος έπρεπε να γίνει, μας άρεσε να γίνει! Τελικά όλη αυτή η διαδικασία κατέληξε σε μια φιλία, σε μια στενότερη σχέση. Και κάποια στιγμή, ακούσαμε από τον Οδυσσέα (θυμάμαι ήταν πριν ένα χρόνο) την ευχάριστη έκπληξη: «παιδιά γράφω ένα concerto για σας, για δυο κιθάρες!»
Μ.MΠ. Θέλω να προσθέσω κάτι. Μου αρέσει στη μουσική μου ζωή η κάθε συνεργασία να με οδηγεί προς το να γίνω καλύτερος μουσικός και άνθρωπος. Δεν μπορώ να συνεργάζομαι με ανθρώπους με τους οποίους από την αρχή αισθάνομαι ότι δεν μπορούν να μου δώσουν κάτι. Ο Οδυσσέας, (στα 5-6 χρόνια που τον ξέρω), είναι ο μουσικός που, με τον τρόπο του, με δίδαξε. Έχω πάρει πολλά πράγματα από αυτόν παρατηρώντας τις συνθέσεις του, τον τρόπο που σκέφτεται. Όπως είπε και ο Γιώργος, υπάρχει επίσης ένας απεριόριστος θαυμασμός για την τέχνη του Οδυσσέα στον αυτοσχεδιασμό. Δεν είναι υπερβολή να πω πως άλλαξα ως μουσικός από την ώρα που τον γνώρισα. Μπήκα σε άλλη γραμμή, σε άλλες ράγες, στο κεφάλαιο που λέγεται αυτοσχεδιασμός, καθώς και στον τρόπο που σκέφτομαι απέναντι στην εναρμόνιση, αλλά και σε πιο τεχνικά μουσικά πράγματα - τώρα μην μπούμε σε λεπτομέρειες… Είναι όμως τόσο μεγάλος ο θαυμασμός μου, που -από ένα επίπεδο και πέρα- συνειδητοποιώ ότι είναι ο σημαντικότερος μουσικός με τον οποίο συνεργάστηκα! Και δεν ξέρω αν θα έρθω ξανά σε επαφή με έναν τέτοιο άνθρωπο. Μπορεί κάποιος να συνεργαστεί με ένα «διάσημο» συνθέτη και να πει «ήταν τιμή μας!» Εδώ όμως δεν είναι θέμα ‘τιμής’, είναι θέμα άμεσης επαφής με το αντικείμενο. Είναι κάτι πολύ βαθύ.
Κ.ΓΡ. Οπότε μπορώ να φανταστώ την χαρά που σου προκάλεσε η ‘ανακοίνωση’ της δημιουργίας του concerto
Μ.MΠ. Εμείς ενημερωθήκαμε χρονικά προς το τέλος της σύνθεσης του concerto. Μάλιστα χαριτολογώντας είπα του Οδυσσέα: «Tώρα πλάκα μας κάνεις. Έβαλες ένα ‘dla Animacorda’ (σ.σ. σημαίνει στα πολωνικά ‘για τους Animacorda’) και προσπαθείς να μας πείσεις ότι για εμάς το γράφεις»; Δεν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε ότι μας έκανε τέτοια τιμή!
Γ.ΜΠ. Τελικά όμως, είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε ολόκληρη την τελική δημιουργική διαδικασία. Μέρος, μέρος μας το έφερνε, το διαβάζαμε, γίνονταν αλλαγές στις παρτιτούρες, προτάσεις, γενικότερα υπήρχε μια συνεχής επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων. Και ήταν μεγάλη τιμή το ότι ένα κοντσέρτο, το οποίο μάλιστα μας αντιπροσωπεύει απόλυτα ως μουσική άποψη, γράφτηκε και αφιερώνεται σε μας.
Κ.ΓΡ. Θέλεις να αναφέρεις μια συγκεκριμένη φάση αυτής της διαδικασίας;
Μ.MΠ. Όταν ο Οδυσσέας μας έδωσε το 2ο μέρος (δεν είχαμε ακούσει ακόμα το 1ο και 3ο), παρατηρήσαμε με το Γιώργο το πόσο εξαιρετικά μελωδικό ήταν. Έχει όλες εκείνες τις εξάρσεις σε συναισθηματικό επίπεδο που θα επιθυμούσαμε αν γράφαμε εμείς οι ίδιοι ένα κοντσέρτο!
Κ. ΓΡ. Από την ακρόαση που κάναμε, είναι προφανές πως είναι πολύ καλογραμμένο για την κιθάρα
Γ.ΜΠ. Δεν θα μπορούσε κανείς να γράψει κάτι τόσο καλό αν δεν είναι ο ίδιος κιθαριστής. (σ.σ. ο Οδ. Κωνσταντινόπουλος είναι και διπλωματούχος της κλασικής κιθάρας)
Κ. ΓΡ. Θέλω να μου πείτε λίγο τη γνώμη σας για τα concerto για κιθάρα (ή για δυο κιθάρες) και ορχήστρα. Πιστεύετε ότι μπορεί οποιοσδήποτε συνθέτης να γράψει κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα ή είναι ένα ειδικό είδος μουσικού έργου, το οποίο έχει τις ιδιορρυθμίες του και πρέπει να γράφεται από κιθαριστή-συνθέτη, ή έστω πάντα με τη συνεργασία του συνθέτη με τον κιθαριστή;
Γ.ΜΠ. Το κοντσέρτο, ως δομή σύνθεσης είναι σαν να έχεις δυο όργανα: το σολιστικό όργανο και την ορχήστρα. Και αυτός είναι από τη φύση του διάλογος. Η ορχήστρα αντιμετωπίζεται στη σύνθεση του ως ένα όργανο. Πρέπει λοιπόν τα δυο αυτά όργανα να ‘κοντράρονται,’ να συναγωνίζονται. Πρέπει να είναι σε τέτοια ισοδυναμία, ώστε να παραβγαίνει το ένα με το άλλο.
Κ.ΓΡ. Όμως μην ξεχνάμε ότι η κιθάρα, όσον αφορά τη δυναμική της, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το πιάνο ή το βιολί, πόσω μάλλον την ορχήστρα. Εκεί είναι το πρόβλημα και εκεί ακριβώς που τίθεται τo ερώτημα: χρειάζεται πάντοτε μια ειδική γραφή ‘διαλόγου’ για την κιθάρα και την ορχήστρα, ή τελικά βάζουμε ενίσχυση full στην κιθάρα και γράφουμε ένα κοντσέρτο για ‘ενισχυμένη κιθάρα’ και ορχήστρα χωρίς πλέον το πρόβλημα της διαφοράς στη δυναμική;
Γ.ΜΠ. Στην εποχή μας, εκεί που έχουμε φθάσει, η ηλεκτρονική ενίσχυση έχει μπει πολύ στη μουσική ζωή μας. Δίνει ευκολίες, όμως θέλει και πάρα πολύ προσοχή για να μην καταστρέφει πολλά στοιχεία από τη φυσικότητα των ήχων των οργάνων. Εγώ είμαι υπέρ του να χρησιμοποιείται ενίσχυση σ΄αυτό το όργανο, την κιθάρα, που έχει ένα τόσο ιδιαίτερο γενικό ηχόχρωμα ώστε να αναδεικνύονται πιο καθαρά τα τόσο πολλά επί μέρους ηχοχρώματα που παράγονται από τις χορδές της. Αλλά οπωσδήποτε θα πρέπει να υποστηρίζεται και από τη γραφή. Να είναι η γραφή τέτοια, κατάλληλη δηλαδή, που να μην χρειάζεται συνεχής και υπερβολική επέμβαση των ηλεκτρονικών μέσων, ώστε να διατηρούνται όλα αυτά σε μια ισορροπία.
Κ. ΓΡ. Άρα με δυο λόγια προτείνετε να υπάρξει μια ενίσχυση, η οποία να είναι μόνο όση χρειάζεται για να μπορέσει ο ακροατής να ακούσει καθαρά τις δυναμικές του μουσικού κειμένου, χωρίς όμως το ηχητικό αποτέλεσμα να ξεφεύγει από το χαρακτήρα της κλασικής κιθάρας.
Γ.ΜΠ. Ναι, διότι εάν είναι να χρησιμοποιήσεις τελικά υπερβολική ηλεκτρονική ενίσχυση και με όλα τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά εφέ, εκεί βάζεις μια ηλεκτροκλασική ή μια ηλεκτρική κιθάρα με εφέ και πας σε άλλο πράγμα. Τελικά, θα πρέπει η ενίσχυση να χρησιμοποιηθεί σε σημείο τέτοιο, ώστε τελικά να μην φτάνεις και στο άλλο άκρο, δηλαδή στο να περιορίζεται η ορχήστρα! Γιατί αν η ορχήστρα περιοριστεί και υπερισχύσει η κιθάρα, χάνεται η πραγματική ‘εικόνα’.
M.MΠ. Πέρα από την ενίσχυση, εγώ πάντα ως μουσικός σε ένα κοντσέρτο για κιθάρα μαγευόμουν από τις ‘στιγμές’. H κιθάρα έχει φθάσει στο σημείο σήμερα να μπορεί να παίξει μόνη της σαν μια ορχήστρα ολόκληρη, σε επίπεδο συνηχήσεων, τεχνικών – τα πάντα. To «κιθάρα – ορχήστρα» λοιπόν με πηγαίνει περισσότερο προς το να αφαιρεθούν οι πολυφωνικές ικανότητες της κιθάρας, ώστε να παραμείνει διαθέσιμος χώρος για τη δημιουργία αυτών των μαγικών στιγμών. Νομίζω ότι εκεί έγκειται η διαφορετικότητα της κιθάρας σε σχέση πχ με το βιολί το οποίο έχει έναν οξύ και δυναμικό ήχο που ούτως ή άλλως θα ακουστεί. Η κιθάρα θέλει να εκμεταλλευτείς αυτή τη συναισθηματική της, χαμηλότονη διάθεση.
Αλλά αυτό έχει να κάνει με την ικανότητα και εμπειρία του συνθέτη. Αυτό το λέω μιας και εγώ, αλλά και ο Γιώργος, γράφουμε μουσική για χρόνια. Ο κύριος λόγος που δεν έχουμε προσεγγίσει αυτό το είδος γραφής (δηλ. συμφωνική ορχήστρα με κιθάρα), είναι ότι το να γράψεις στα standards που θα ήθελες, απαιτεί εμπειρία γραφής για ορχήστρα. Εγώ μπορώ εύκολα να γράψω για διάφορα σύνολα μικρότερα. Ο Οδυσσέας όμως κατέχει την γραφή για ορχήστρα.
Κ. ΓΡ. Εσύ Οδυσσέα χειρίστηκες διαφορετικά την περίπτωση σύνθεσης ενός κονσέρτου για κλασική κιθάρα. Εννοώ, έγραψες πιο ‘υπολογισμένα’ απ΄ότι εάν έγραφες για πιάνο;
ΟΔ.Κ. Ε, βέβαια, σαφώς! Η κιθάρα είναι ένα ιδιαίτερο όργανο στον τρόπο που μπορεί να συνυπάρξει με την ορχήστρα.
Κ. ΓΡ. Τι γνώμη έχετε για την κλασική κιθάρα στον 21ο αιώνα; Δεν βλέπουμε μια τάση γιγαντισμού όσον αφορά την ένταση του ήχου και την τεχνική επίδειξη; Και που, όπως είναι φυσικό, επηρεάζει και το ρεπερτόριο, είτε μιλάμε για επιλογές και τρόπους ερμηνείας παλαιότερων έργων, είτε για τη δημιουργία νέων. Ακόμα και όσον αφορά την κατασκευή των οργάνων λες και υπάρχει ένας μάταιος στόχος ‘να γίνει η κιθάρα-πιάνο’.
M.MΠ. Αν πριν 20 -30 χρόνια υπήρχαν δυο –τρεις διαφορετικές Σχολές στην κιθάρα, αυτή τη στιγμή είναι πολύ περισσότερες. Υπάρχει πχ μια Σχολή, η οποία προσπαθεί να την κάνει σχεδόν κρουστό. Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι προσπαθούν κυρίως για τις ακραίες ταχύτητες ή για τους ιδιαίτερους ήχους. Δεν πιστεύω ότι είναι κακό να υπάρχει ο πειραματισμός. Όμως, όταν ένας κιθαριστής καταφέρει και βρει ένα συγκεκριμένο ‘παίξιμο’ και πιστέψει ότι τον αντιπροσωπεύει και μπορεί να τον κάνει να ξεχωρίσει από το σύνολο των κιθαριστών, εκεί πλέον όλα έχουν να κάνουν με τον ανθρώπινο χαρακτήρα. Αν ο αυτοσκοπός είναι μόνο το να ξεχωρίσεις, τότε απομακρύνεσαι από την ουσία της Τέχνης.
Εγώ, αλλά και ο Γιώργος, δεν είχαμε ποτέ την τάση να ξεχωρίσουμε. Δεν ήρθαμε να παρουσιάσουμε κάτι ως συνθέτες – κιθαριστές που θα κάνει το νεωτερισμό και θα πει ο κόσμος «Ααα! αυτό είναι ήχος των Animacorda». Εμείς στη ζωή μας (μουσική και βιολογική) ήρθαμε μόνο για να ευχαριστηθούμε τη διαδρομή και να είμαστε ο εαυτός μας. Πιστεύω λοιπόν πως μέσα σε αυτή την φάση του ατομικισμού που ζει ο σύγχρονος άνθρωπος, άρα και οι κιθαριστές, ο καθένας από εμάς χαρακτηρίζεται από την γενικότερη ιδεολογία και ηθική του.
Κ.ΓΡ. Είμαστε ακόμα στην εποχή που όλοι κυνηγάνε το νεωτερισμό στην Τέχνη;
ΟΔ.Κ. Φοβάμαι ότι είμαστε ακόμη στην εποχή αυτή. Δυστυχώς επειδή υποκύψαμε ουσιαστικά στην ανάγκη της ποσότητας. Η τάση για νεωτερισμό θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν μια άμυνα του ανθρώπου στο να χαθεί μέσα στο πλήθος. Όμως για να δώσεις το πραγματικό στίγμα σου σαν άτομο θέλει ωριμότητα. Αυτό πρέπει να γίνει μέσω της ανθρωπιάς κι όχι μέσω εντυπωσιακών τεχνικών ευρημάτων. Τελικά, νεωτερίζω επειδή «θέλω να ξεχωρίζω από τους άλλους, λόγω του ότι αισθάνομαι άλλος» ή νεωτερίζω επειδή απλά «θέλω να ακολουθήσω το δρόμο της αυτοβιογραφίας»; Προσωπικά εγώ ακολουθώ το δρόμο της αυτοβιογραφίας. Τα περισσότερα πράγματα που γράφτηκαν από εμένα μέχρι τώρα αφορούν το ζήτημα που λέγεται «μετανάστευση». Το πώς φεύγει ένας κόσμος από μια χώρα να πάει στην άλλη, όπως άλλωστε το βίωσα κι εγώ. Και πιστεύω ότι αυτό είναι το δικό μου στίγμα. Και είναι ανθρώπινο και φυσικό. Η φύση μου έδωσε τον τρόπο μέσω της μουσικής να τραβήξω την προσοχή των ανθρώπων και να δημιουργήσω προτείνοντας κάτι καινούργιο μέσα από τη δική μου οπτική. Δεν χρειάζονται άλλα τεχνάσματα και επιτήδευση ώστε να ξεχωρίσω περισσότερο.
Κ.ΓΡ. ‘Επιτήδευση’. Η οποία εμφανίζεται συνήθως ως «μουσικός εξυπνακισμός»!.
ΟΔ.Κ. Συμφωνώ. Βέβαια, πιστεύω ότι εδώ πρέπει να ανοίξουμε ένα πολύ-πολύ σοβαρό θέμα, το οποίο αφορά την έλλειψη παιδείας. Δε συζητώ για το παρελθόν όπου υπήρξαν τα συστήματα του Orff, Kodaly κτλ. Που έδωσαν αποτελέσματα, αλλά σε άλλες εποχές. Πιστεύω, ότι πλέον μας χρειάζονται συστήματα που να εκμεταλλεύονται και τις δυνατότητες που δίνει η μουσική τεχνολογία. Αλλά και συστήματα πιο γενικά, όχι μόνο για μουσική όπως πχ ένα Πανεπιστήμιο για τους γονείς. Έτσι ώστε ο άνθρωπος να μπορέσει επιτέλους να αποκτήσει την ικανότητα να αφαιρεί από την ποσότητα τα περιττά και να αντιλαμβάνεται την ουσία της μουσικής, αλλά και της ίδιας της ζωής.
Γ.ΜΠ. Την ίδια άποψη ίσως να τη συνδέσω με την κιθάρα και τους κιθαριστές. Αυτή ακριβώς η έλλειψη παιδείας, της πολυδιάστατης μουσικής παιδείας είναι που μας λείπει. Μαθαίνουμε, ας πούμε, στο Ωδείο να παίζουμε κιθάρα. Και κάποιος παίρνει πτυχίο, κάποιος παίρνει δίπλωμα και λέγεται μουσικός. Άλλα χωρίς την παρτιτούρα, δεν υφίσταται ως μουσικός! Άρα από αυτόν στην ουσία δεν υπάρχει μουσική σκέψη, υπάρχει απλά η αποκωδικοποίηση μιας παρτιτούρας. Εκεί πέρα ακριβώς έρχεται αυτή η έλλειψη και δημιουργεί ένα ζήτημα: αυτός ο άνθρωπος, όπως όλοι οι άνθρωποι, κάπως ‘θέλει να αναδειχθεί’. Πώς θα αναδειχθεί όμως εφόσον δεν μπορεί να δημιουργήσει κάτι αληθινά και ουσιαστικά δικό του; Αρχίζει λοιπόν να σκέφτεται ότι «εγώ αυτή τη νότα σε αυτό το έργο θα την κάνω στακάτο και όχι λεγκάτο και αυτό θα με αναδείξει!» Μπαίνει λοιπόν σε μια διαδικασία, όπου προσπαθεί με έναν «φτηνό» τρόπο να αναδείξει τον εαυτό του μέσω ενός εφέ, μιας ακροβατικής σκάλας, που στις περισσότερες των περιπτώσεων μάλιστα όλα αυτά παραποιούν αυθαίρετα το κείμενο που δημιούργησε ο συνθέτης του έργου!
Κ.ΓΡ. Ας κλείσουμε τη συζήτηση επιστρέφοντας στο κύριο θέμα μας που είναι το Concerto no2. Υπάρχει λοιπόν αυτή η ηχογράφηση που δημοσιοποιούμε και η οποία είναι ηχογραφημένη με samplers (με τα οποία ο συνθέτης ερμηνεύει το μέρος της ορχήστρας) και τις δυο κιθάρες των Animacorda. Τα samplers κατά τη γνώμη μου είναι πάρα πολύ ωραία ηχογραφημένα και είναι προφανές πως είναι παιγμένα από ένα μουσικό. Γι΄αυτό και το αποτέλεσμα είναι πλήρως αποδεκτό, κατά την άποψή μου. Άλλωστε γι’αυτό και το παρουσιάζουμε μέσω του TaR-radio, μια και μας δίνει μια σαφή εικόνα του κοντσέρτου.
Γ.ΜΠ. Με αφορμή αυτό, καλό θα είναι να αναφέρουμε ότι η προσπάθεια που έγινε τώρα με τα samplers ήταν για να έχουμε μια αρκετά ικανοποιητική εικόνα του κοντσέρτου. Φυσικά ο ανθρώπινος παράγοντας δεν αντικαθίσταται.
Κ. ΓΡ. Μα υπάρχει ο ανθρώπινος παράγοντας! Στην προκειμένη περίπτωση τα samplers τα παίζει ένας μουσικός, δεν είναι η ερμηνεία ενός προγράμματος του υπολογιστή!
Γ.ΜΠ. Βέβαια, όμως δεν υπάρχει χορδή, δεν υπάρχει το φύσημα. Καταλήγεις όμως εκεί, διότι δυστυχώς, όπως είναι η κατάσταση εδώ στην Ελλάδα που οι ορχήστρες υπολειτουργούν ή διαλύονται, δεν υπάρχουν ευκαιρίες να παιχτούν νέα έργα. Κι αν υπάρχουν, αυτές είναι πολύ περιορισμένες. Προσπαθείς να κάνεις επαφές και σε αγνοούν, δεν σου απαντάνε καν!
ΟΔ.Κ. Εάν κάποιος διαθέτει την ωριμότητα και τη γνώση, τουλάχιστον είναι σε θέση να έχει την εικόνα του κονσέρτου προτού παρουσιαστεί από μια φυσική ορχήστρα.
ακούστε από το Tar-radio: 1. Ταξίδι στο άγνωστο | ||
"Γράφοντας μουσική για δυο κιθάρες και ορχήστρα ταξίδεψα με τους ήχους . |
Κ. ΓΡ. Προσωπικά, σαφώς και προτιμώ να ακούω το κομμάτι, έστω και με sampler, απ΄ότι αυτό να βρίσκεται ‘βουβό’ στο συρτάρι ή στο σκληρό δίσκο του συνθέτη περιμένοντας τις καλύτερες εποχές. Δεν είπε κανείς ότι «αυτό είναι συμφωνική ορχήστρα», όμως υπάρχει. Μπορεί η μουσική να ξεκινήσει το ταξίδι της. Βέβαια, ένα κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα θα πάρει την πραγματική του διάσταση όταν θα το ζήσουμε live. Ποια είναι τα σχέδια πάνω σε αυτό; Υπάρχουν κάποιες επαφές που γίνονται;
ΟΔ.Κ. Υπάρχει αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη μια επαφή με μια Πολωνική ορχήστρα νέων, είναι η ορχήστρα στο Κατοβίτσε της Πολωνίας, της Μουσικής Ακαδημίας Szymanowski. Μια ορχήστρα με μεγάλη δυναμική που λειτουργεί όπως η Simón Bolívar Symphony Orchestra of Venezuela του Gustavo Dudamel.
Κ.ΓΡ. Θα γίνει παρουσίαση live και ηχογράφηση. Ή μόνο ηχογράφηση;
ΟΔ.Κ. Και τα δύο. Άλλωστε μιλάμε για μια νεανική ορχήστρα με πολλές δραστηριότητες.
Κ.ΓΡ. Αυτή είναι η πρώτη και προφανώς θα υπάρξουν και άλλες προσπάθειες για παρουσίαση. Άλλωστε μου ανέφερες πως υπάρχουν έτοιμα και τα άλλα δύο παρόμοια έργα σου, το Κοντσέρτο no1 για κιθάρα και ορχήστρα και το Κοντσέρτο νο3 για μπάσο και ορχήστρα. Στην Ελλάδα θα γίνει στο εγγύς μέλλον κάποια παρουσίαση;
Γ.ΜΠ. Ναι, στις 13 Ιανουαρίου θα παίξουμε το concerto στο φουαγιέ του Παλλάς, όπου θα γίνονται κάθε Κυριακή συναυλίες για σύνολα. Εκεί λοιπόν στο πρόγραμμα της συναυλίας μας ως Animacorda θα παρουσιάσουμε και το concerto! Βέβαια, δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί με συμφωνική ορχήστρα. Ελλείψει χώρου, αλλά και για λόγους οικονομικούς, το κοντσέρτο θα παρουσιαστεί με συνοδεία πιάνου.
Κ.ΓΡ Ακόμα και εσείς δεν τολμήσατε να το κάνετε live με samplers έτσι;
(ξεσπούν γέλια…)
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:
Κώστας Γρηγορέας
(Δεκέμβριος 2012)
http://www.grigoreas.gr/
Επιμέλεια σελίδας Τίνα Βαρουχάκη