Τι είναι επαναστατική πράξη στον πολιτισμό σήμερα;
“Άνεμοι θύελλες γύρω μας πνέουν, τέκνα του σκότους εμάς πολεμούμε ” έλεγε το παλιό διεθνιστικό τραγούδι η γνωστή σε πολλούς Βαρσαβιάνκα.
Πράγματι ζούμε εποχές μοναδικές. Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Τώρα τι φάντασμα είναι αυτό, ο καθένας ας απαντήσει μόνος του.
Εγώ πάντως νοσταλγώ τις εποχές όπου με τα λεφτά της Ευρώπης κάναμε Πολιτιστικές Πρωτεύουσες. Η επιτυχία της Θεσσαλονίκης Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997 ήταν τόσο μεγάλη που η εκκαθάρισή της κράτησε μέχρι το 2011.
Οι εποχές που ο Μέγας Χορηγός, το ΚΡΑΤΟΣ, στο όνομα του δημόσιου συμφέροντος και της προάσπισης του δημόσιου αγαθού του πολιτισμού έδινε κατά βούληση του εκάστοτε ΥΠ.ΠΟ χρήματα δεξιά και αριστερά τελείωσε.
Φυσικά δεν σημαίνει ότι θα πάψει να υπάρχει ΥΠ.ΠΟ, ούτε οι υπηρεσίες του και οι εποπτευόμενοι από αυτό φορείς. Απλά τα χρήματα που μπορούν να διατεθούν περιορίζονται δραματικά, κάτω μάλιστα από την απλουστευτική λογική “εδώ δεν έχουμε φάρμακα θα κάνουμε κονσέρτα;” Θυμάστε την πάνδημη επίθεση που δέχτηκε το ΥΠ.ΟΙΚ όταν αναγκάστηκε να υλοποιήσει τις εγγυήσεις που στο παρελθόν είχε παράσχει στο ΟΜΜΑ. Ο μέσος όρος των σχολίων ήταν “δίνουν λεφτά σε δράσεις λίγων μεγαλόσχημων όταν ο λαός πεινάει”. (Για το θέμα δείτε παλαιότερη δημοσίευσή μου το Μάιο του 2011) Τα (ψυχικά ) πάθη του Μεγάρου Μουσικής
Απο καιρό έχω γράψει και στο Πολύτονο πως αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι του πολιτισμού θα βρεθούν μπροστά στο δίλημμα ”Αγωνιστική διεκδίκηση ή αυτοδιαχείριση”. Που πιο απλά σημαίνει από που θα πάρω τα λεφτά; Από το κράτος, που οφείλει να με στηρίξει ή θα τα βρω μόνος μου πουλώντας τη δημιουργία μου;
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός μουσικού σε μία εποπτευόμενη Ορχήστρα. Όσο πληρώνεται και ακόμα καλύτερα είναι ενταγμένος στο δημόσιο λογιστικό, πουλάει την εργασία του. Αν σταματήσει η χρηματοδότηση ή είναι ελλιπής και αναγκαστεί από κοινού με άλλους συναδέλφους του να “τρέξουν ” το μαγαζί, δηλαδή να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό, στην αναζήτηση χορηγών και στην προώθηση (κατ ουσίαν πώληση) του παραγόμενου πολιτιστικού αγαθού (δυστυχώς προϊόντος) τότε γίνεται αυτοαπασχολούμενος, μετατρέπεται σε έμπορο της δικής του δημιουργίας.
Η δεύτερη επιλογή έχει μερικά σημαντικά οφέλη σύμφωνα με τους οπαδούς της αυτοδιαχείρισης, επαναστατικής ή μη. Ο καλλιτέχνης χειραφετείται, επιλέγει σε ποιους θα απευθύνει τη δημιουργία του, σε ποιους θα στηριχτεί, δεν είναι υποχρεωμένος να λογοδοτεί σε αφεντικά και άλλα τέτοια.
Η παραπάνω εικόνα όμως μπορεί να διαβαστεί ανάποδα. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί στο όνομα της κοινωνίας. Το κράτος σαν εκφραστής της συλλογικότητας της κοινωνίας οφείλει δια των εκπροσώπων του να στηρίξει τους δημιουργούς που είναι οργανικά τμήματα της κοινωνίας. Κατά συνέπεια η συνεπής στάση είναι αυτή της διεκδίκησης απο τον συλλογικό εκφραστή και διαχειριστή, το κράτος, να στηρίξει με πράξεις δηλαδή με χρήματα την δημιουργία.
Σύμφωνα με την δεύτερη προσέγγιση, η αυτοδιαχείριση αποτελεί μια ρεφορμιστική πρόταση. Σύμφωνα με την πρώτη άποψη η κρατική αρωγή μετατρέπει τον καλλιτέχνη σε εξάρτημα άρα ακυρώνει την επαναστατική δράση της Τέχνης που στηρίζεται στην χειραφέτηση του καλλιτέχνη και την επαφή του με το λαό.
Πόσο όμως στέκουν οι δύο σχηματικά δοσμένες λογικές, όταν βάλουμε το κριτήριο της αποδοχής απο το κοινό, που δεν είναι άλλο απο το τμήμα εκείνο του λαού που ενδιαφέρεται να ακούσει τη δουλειά μας;
Ποιος άραγε φταίει για την απουσία του κοινού; Εδώ όμως ανοίγει ένας νέος κύκλος επαναστατικού προβληματισμού. Ελπίζω να προλάβουμε μέχρι τις 17 Ιούνη να έχουμε προσεγγίσει όλα αυτά τα φλέγοντα ζητήματα.
Πάντως το θέμα κράτος και αυτοδιαχείριση έχει βαθιές ρίζες. Στον Ισπανικό Εμφύλιο πέσανε σφαίρες μεταξύ των υπερασπιστών της μίας και της άλλης άποψης. Απέναντι ο Φράνκο καραδοκούσε.