[κυκλοφορίες -βιβλία]
Το βιβλίο της Χαρίκλειας Τσοκάνη (Λέκτωρος Μουσικής και Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου) με τίτλο: Η ΚΡΑΥΓΗ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ (Από τον Μύθο στη Μουσική) εκδόσεις Αλεξάνδρεια, είναι ένα βαθύτατα μουσικό βιβλίο και ανατρέχει στους συμβολισμούς της Μυθολογίας. Η ίδια γράφει πως "απαιτείται επανερμηνεία βασικών όψεων του δυτικού πολιτισμού και ως προς αυτό οι μουσικοί μύθοι που εξετάζονται σε αυτή τη μελέτη είναι αποκαλυπτικοί".
Αυτή η "επανερμηνεία" είναι και το κυρίαρχο ενδιαφέρον του βιβλίου, που αποτελεί και το κεντρικό ενδιαφέρον στον αναγνώστη που έχει άνεση να εισχωρεί στον μαγικό κόσμο της Μυθολογίας και της ιστορικής παράλληλης ερμηνείας.
Χαρίκλεια Τσοκανή ,«Η κραυγή της Μέδουσας»
(Εκδόσεις Αλεξάνδρεια , Οκτώβριος 2006 , Αθήνα)
Στη μελέτη αυτή διερευνάται η μυθική (αρχαϊκή) καταγωγή της μουσικής μέσα από μια επανερμηνεία του αρχαιοελληνικού μύθου της Μέδουσας-Γοργούς. H Μέδουσα είναι το θηλυκό αποτρόπαιο τέρας που απολιθώνει οποιονδήποτε τολμήσει να το αντικρύσει καταπρόσωπο. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη ο τρόμος τον οποίο προκαλεί το θανάσιμο βλέμμα της Μέδουσας, συμβολίζει τη στάση του ανθρώπου απέναντι στην ανυπέρβλητη πραγματικότητα του θανάτου, στη ριζική ετερότητά του.
Στην παρούσα μελέτη, βασισμένη σε μια εκτεταμένη χρήση πρωτογενών πηγών, επιχειρείται μια διαφορετική προσέγγιση του μύθου η οποία καταλήγει στην ανάδειξη της Μέδουσας ως οντότητας με ζωογόνες, εμψυχωτικές ιδιότητες. Το αποκρουστικό αυτό πλάσμα αποκεφαλίζεται από τον ήρωα Περσέα με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς η οποία - από τις άγριες θρηνητικές κραυγές που εκβάλλουν οι αδελφές της Γοργούς κατά τη στιγμή του φόνου - θα παραλάβει μια κρίσιμη ηχητική πρώτη ύλη. Με βάση αυτήν την ύλη η θεά θα δημιουργήσει το μουσικό όργανο αυλός και θα προσφέρει τη μουσική του στους θνητούς με τη μορφή ενός νόμου. Έτσι, ο θρήνος μετατρέπεται σε παρότρυνση, σε σθένος που επιδεικνύεται απέναντι σε αντιπάλους και εχθρούς.
Από εκεί αρχίζει και η μακρά διαδικασία « εκπολιτισμού» του ήχου, συγκρότησης δηλαδή αρχών όχι μόνο της μουσικής αλλά ευρύτερα της αγωγής των πολιτών. Η φωνητική κληρονομιά της Μέδουσας θα συμβάλλει αποφασιστικά στη διαμόρφωση της γενικότερης απολλώνειας αντίληψης περί τέχνης και βίου. Η αντίληψη αυτή θα εξεταστεί στο τελευταίο μέρος του βιβλίου σε αντιπαραβολή με την αντίστοιχη ορφική και διονυσιακή. Πρόκειται για την αντιπαραβολή της λύρας και του αυλού, του Πάθους και του Αγώνος, ζήτημα που από τον Πλάτωνα μέχρι τον Νίτσε και τον Φρόϋντ παραμένει στο κέντρο κάθε συζήτησης σχετικά με τα θεμέλια και το μέλλον του πολιτισμού.
Στην εργασία αυτή επανεξετάζονται, από μια νέα οπτική γωνία, ένα πλήθος στοιχείων (αρχαιολογικών, φιλολογικών και αγγειογραφικών) ώστε να έλθουν στην επιφάνεια μια σειρά από αντιπαραθέσεις : ανάμεσα στον διονυσιασμό και την τάξη της πόλεως, ανάμεσα στην ορφική, σαγηνευτική τέχνη και την παραφορά των Μαινάδων, ανάμεσα στην κραυγή και τη φωνή, και αρκετές άλλες. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η έρευνα αυτή δείχνει τους τρόπους με τους οποίους η επικρατούσα τελικά δύναμη, αντί να εξαφανίσει την αντίπαλη τάση, επωφελείται απ’ αυτήν. Όπως τα σύμβολα του πνευματικού στοιχείου, ο Περσέας και η σύμμαχός του θεά Αθηνά, οικειοποιούνται την άγρια ορμή της Μέδουσας, έτσι και οι φονικές Μαινάδες, αφού διαμελίσουν τον Ορφέα, θα εντάξουν τη μουσική του στο δικό τους τελετουργικό.
Γενικότερα, στο πιο πάνω μυθικό πλαίσιο ο πολιτισμός δεν νοείται ως πλήρης καθυπόταξη του ενστικτώδους από το συνειδητό, αλλά ως ενδυνάμωση του συνειδητού από το ενστικτώδες με την απαραίτητη τροφή. Η μουσική δεν είναι μια τέχνη για να τέρπει απλώς ακροατές, αλλά για να ρυθμίζει αρμονικά τις σχέσεις ανάμεσα σε πολίτες. Για να το κάνει αυτό όμως πρέπει να πείθει τόσο από λογική όσο και από αισθηματική άποψη. Από τη σκοπιά αυτή η μελέτη προσκομίζει καινούργιο υλικό και πρωτότυπα πορίσματα στη σύγχρονη διεθνή συζήτηση περί αποκοπής της καλλιτεχνικής έκφρασης από την κοινωνία ή περί «ναρκισσισμού» της τέχνης.
Στην ουσία με το έργο της αυτό, η συγγραφέας αναζητεί τις πρώτες εκφάνσεις αυτού του φαινομένου, της ναρκισσιστικής ενδοστρέφειας του καλλιτέχνη, καθώς και των συνεπειών που μπορεί να έχει για τη ζωή του άστεως, για τον κοινό βίο. Γιατί ο ελληνικός μύθος αλλά και η αρχαιοελληνική αθηναϊκή διανόηση αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά τον δεξιοτέχνη μουσικό; Πού θεωρείται πως οδηγεί η λατρεία της καλλιτεχνικής δεξιοτεχνίας; Τι σημαίνει να απολαμβάνει μια κοινωνία τους βιρτουόζους της τέχνης, αντί να διδάσκεται, τερπόμενη, απ’ αυτούς;
Για να απαντηθούν τέτοιου είδους ερωτήματα απαιτείται επανερμηνεία βασικών όψεων του δυτικού πολιτισμού και ως προς αυτό οι μουσικοί μύθοι που εξετάζονται σε αυτή τη μελέτη είναι αποκαλυπτικοί. Ο αναγνώστης θα δει, γιατί οι Σειρήνες -στην προσπάθειά τους να γοητεύσουν τον Οδυσσέα - αποτυγχάνουν και μετά αυτοκτονούν, θα δει, πώς και γιατί το κεφάλι του Ορφέα - αποκομμένο από το σώμα του μετά τον διασπαραγμό του από τις Μαινάδες- , μπορεί να πλέει στη θάλασσα τραγουδώντας, και ταυτόχρονα η λύρα του να παίζει μόνη της με τις πνοές του ανέμου. Θα δει, τέλος, όλες τις μορφές της μουσικής μυθολογίας (τον Πάνα, τον Αρίωνα, τον Μαρσύα, την Ηχώ) να φωτίζονται μ’ έναν τρόπο καινούργιο ο οποίος συσχετίζεται με τα προβλήματα του καιρού μας.