[2008 “In memoriam”]
MARCELLE MEYER
50 χρόνια από το θάνατο της Γαλλίδας πιανίστριας
Η πανέμορφη Μαρσέλ (1897-1950) και η μεγαλύτερη αδελφή της (εξ ίσου όμορφη) Ζερμαίν ασχολήθηκαν από πολύ μικρές με τη μουσική και το πιάνο. Γεννήθηκαν στη Λιλ της βόρειας Γαλλίας. Μελέτησαν μουσική στο Παρίσι όπου η οικογένεια μετακόμισε για να υποστηρίξει το ταλέντο των κοριτσιών.
Η Μαρσέλ Μεγιέρ έμελλε να αφήσει ισχυρά αποτυπώματα στη μουσική ιστορία. Αφιερώθηκε στην προβολή της γαλλικής μουσικής και εντάχτηκε στην «πρωτοποριακή» εμπροσθοφυλακή της εποχής της.
Πρώτη δασκάλα της ήταν η περίφημη Μαργκρίτ Λονγκ αλλά σύντομα εντάχθηκε στους μαθητές του Αλφρέντ Κορτό. Από το 1913 σάρρωνε βραβεία σε πιανιστικούς διαγωνισμούς. Όλοι πρόσεχαν την αυθεντική, ανεξάρτητη ερμηνευτική της ικανότητα και θαύμαζαν το θάρρος να την επιβάλλει. Ο Καμίλ Σαιν Σανς ήταν θερμός θαυμαστής της. Ο Ρικάρντο Βίνιες την έπεισε να παίξει ισπανική μουσική και τις άνοιξε ορίζοντες προς τη λογοτεχνία και την ποίηση. Ο πιανίστας Χοσέ Ιτούρμπι στάθηκε δάσκαλός της στην κατανόηση και προσέγγιση της ισπανικής μουσικής αισθητικής.
Το 1917 παντρεύεται τον διανοούμενο και ηθοποιό Πιερ Μπερτέν που την έφερε σε επαφή με την παρέα του Ερίκ Σατί, που την αποκαλούσε πάντοτε la lady, τους θεατρικούς και μουσικούς πρωταγωνιστές του Παρισιού, τους φιλόσοφους, τους εικαστικούς και τους θαμώνες της Μονμάρτρης.
Η μελέτη της μουσικής του Ντεμπυσσύ την ενέπνευσε ιδιαίτερα στο να ασχοληθεί και με άλλους σύγχρονους γάλλους. Λίγο καιρό πριν αυτός πεθάνει μάλιστα, η Μεγιέρ έπαιξε στην αίθουσα Γκαβώ τα περίφημα Πρελούδια του σε ένα ρεσιτάλ με αποκλειστικά δικά του έργα, αποσπώντας θερμή αποδοχή από τους κριτικούς και το κοινό. Ήταν από τις τελευταίες μεγάλες χαρές του συνθέτη! Η φιλία της με τον Μωρίς Ραβέλ υπήρξε επίσης χαρακτηριστική. Η σονατίνα του στη δική της ερμηνεία θεωρείται ένας από τους δισκογραφικούς σταθμούς.
Ο Φρανσίς Πουλένκ έπαιξε μαζί της τη σονάτα του για πιάνο- τέσσερα χέρια και αυτή η συνεργασία τους στάθηκε αρχή μιας ισόβιας φιλίας. Ο Σαμπριέ, ο Ντυρέ, ο Ορίκ, ο Πωλ Ντυκά, όλοι είδαν στην γυναίκα αυτή τη μούσα, τον πραγματικό υποστηρικτή και σύμμαχο. Η Μεγιέρ δεν σταμάτησε εδώ. Έπαιξε τη μουσική του Στραβίνσκι (το 1925 ηχογράφησε το Rag Time του συνθέτη μουδιάζοντας το κοινό του πιάνου με την επιλογή της), του Μιγιό (μια από τις σημαντικότερες συνεργασίες της ήταν η δισκογράφηση του Σκαραμούς με τον ίδιο τον Μιγιό στο δεύτερο πιάνο), ενώ δεν φοβήθηκε ούτε καν τις γοερές αποδοκιμασίες που συνόδευαν κάποιες συναυλιακές παρουσιάσεις μοντέρνων έργων. Έπαιζε για πολλά χρόνια τα έργα του Ντε Φάλλια, εξ άλλου μια από τις τελευταίες ηχογραφήσεις της ήταν οι Νύχτες στους Κήπους της Ισπανίας με την ορχήστρα της RAI.
Σχετικά με τον Πετρούσκα του Στραβίνσκι κατεγράφη στην ιστορία το γεγονός ότι το 1921 έπαιξε τους τρεις χορούς από το έργο αυτό χωρίς πρόβα, με την ορχήστρα του Παρισιού και μαέστρο τον Πιερ Μοντέ. Το 1925 ηχογράφησε τον πρώτο δίσκο στην Αγγλία (Στραβίνσκι, Αλμπένιθ). Ήταν ήδη διεθνούς εμβέλειας πιανίστρια. Το 1930 κλήθηκε από τον Ρίχαρντ Στράους να παίξει την περίφημη Μπουρλέσκ ενώ λίγο αργότερα παρουσίασε στο κοινό την μουσική για πιάνο του Πάουλ Χίντεμιτ. Ακολούθησαν η μουσική του Χόννεγκερ και του Σεζάρ Φρανκ.
η Μεγιέρ και οι «έξι»
Στα μέσα της δεκαετίας του 1940 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Ρώμη και η ίδια θέλησε να μελετήσει από πιο κοντά την ιταλική μουσική. Προσεγγίζει τα έργα του Σκαρλάττι, του Ροσσίνι, αλλά των σύγχρονων, του Καζέλλα, του Νταλαπίκολλα, του Πετράσσι, του Βερέττι. Παράλληλα μελετά εκ νέου την ίδια αυτή εποχή το έργο του Μότσαρτ (η ερμηνεία της το 1956 στην σονάτα σε λα ελάσσονα KV340 είναι πλέον μνημειώδης), του Μπαχ (δισκογράφησε τις τοκκάτες και τη χρωματική φαντασία μεταξύ άλλων), του Σούμπερτ και του Μπραμς. Από τη γερμανική μουσική η Μεγιέρ έχει παίξει υποδειγματικά επίσης την Αραμπέσκ του Ρόμπερτ Σούμαν και το πέμπτο κοντσέρτο, το «αυτοκρατορικό» του Μπετόβεν που ηχογράφησε το 1956. Στην τελευταία δεκαετία της ζωής της ασχολήθηκε πολύ και με τα έργα του Σοπέν, προτάσσοντας τις Πολωναίζες, τη Φαντασία και την Βαρκαρόλλα.
Στις 17 Νοεμβρίου 1958 στα εξήντα ένα της χρόνια, ακμαία και δημιουργική, πέθανε στο σπίτι της αδελφής της αιφνιδίως. Είχε προγραμματισμένες συναυλίες στη Γαλλία και περιοδείες στην Αμερική και την Ευρώπη, που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ.
Έφη Αγραφιώτη
effie@tar.gr
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Κώστας Γρηγορέας