LUCIANO PAVAROTTI
1935-2007
Γεννήθηκε σε περιβάλλον μικροαστικό στις 12 Οκτωβρίου 1935 στη Modena, στον ιταλικό βορρά.
Οι γονείς του δούλευαν στο φούρνο τους νύχτα και μέρα, αλλά ήταν αισιόδοξοι και πάντα χαρούμενοι, ενώ τραγουδούσαν υπέροχα, όπως και η αδελφή του. Στα δώδεκα χρόνια του ο μικρός Λουτσιάνο συνάντησε από πολύ κοντά το θάνατο, όταν προσβλήθηκε από τέτανο και έπεσε σε κώμα, από το οποίο κανείς δεν πίστευε ότι θα συνέλθει. Κι όμως στάθηκε τυχερός..
Η ζωή ήταν δύσκολη εκείνα τα χρόνια μόλις μετά τον Πόλεμο και ο νεαρός Παβαρόττι αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί από νωρίς επαγγελματικά ως ασφαλιστικός πράκτορας, κάτι που όμως με πρώτη ευκαιρία το παράτησε για να διδάξει μουσική.
Η ερασιτεχνική απασχόλησή του στη χορωδία της γενέτειράς του, του δίνει ευκαιρίες να ταξιδεύει και να μαθαίνει ολοένα περισσότερα για την φωνητική τέχνη. Κερδίζει διαγωνισμούς και ονειρεύεται να τα καταφέρει κάποια στιγμή.. Το 1961 κάνει την πρώτη του εμφάνιση στην όπερα La Bohème τραγουδώντας τον ρόλο του Rodolfo, στο θέατρο Reggio Emilia.
Οι Ιταλοί αναγνωρίζουν ομόφωνα το μεγάλο ταλέντο και τη γενναιοδωρία του πάνω στη σκηνή. Ο ίδιος ενθουσιάζεται βλέποντας ότι τα καταφέρνει και πεισμώνει. Μετά από κάποιες παραστάσεις στη πατρίδα του τραγουδά στο Βελιγράδι στην Traviata και ακολουθούν η Lucia di Lammermoor στο Άμστερνταμ και στη συνέχεια στη Βιέννη και τη Ζυρίχη. Μια ιερή τύχη στέκεται μπροστά του εκείνη την εποχή: αντικαθιστά τον τενόρο Di Stefano στο Covent Garden, στο Λονδίνο. Ο Παβαρόττι ανοίγει πια τα φτερά του.
Το 1972 κατακτά την Metropolitan Opera. Είναι πλέον για όλους το φαινόμενο Παβαρόττι.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 υλοποιεί την επιθυμία του να θεσπίσει διεθνές βραβείο τραγουδιού και οργανώνει για το σκοπό αυτό τον «Pavarotti International Voice Competition» με τη συνεργασία της Opera Company of Philadelphia. Η μεγάλη επαγγελματική επιβράβευση του εκάστοτε νικητή είναι το γεγονός ότι θα τραγουδήσει με τον ίδιο τον μεγάλο τενόρο. Για να γιορτάσει μάλιστα τα 25 χρόνια σταδιοδρομίας του είχε την ιδέα να περιοδεύσει το 1986 με τους μέχρι τότε νικητές του διαγωνισμού τραγουδώντας στη Modena, σε άλλες ιταλικές πόλεις αλλά και στην Κίνα!
Μετά το 1990 ο διάσημος τενόρος είναι ένας παγκόσμιος αδιαφιλονίκητος σταρ. Η δραστηριότητά του ξεπερνά πολλές φορές τα ορατά λυρικά πλαίσια και είναι φυσικό, όντας υπερβολική, να προκαλεί κάποιες αντιδράσεις. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Παβαρόττι είναι ένας παθιασμένος τραγουδιστής που έχει την πρόσθετη ικανότητα να γοητεύει και να κερδίζει τα πλήθη προσελκύοντας πολυπληθές κοινό προς την λυρική τέχνη.
Εκτός από τις εμπορικότατες συνεργασίες με τον Καρέρας και τον Ντομίγκο δεν δίστασε, αντιθέτως υπεράσπισε με κάθε τρόπο συνεργασίες όπως με την Σελίν Ντιόν, τον Τζέημς Μπράουν, τον Τζο Κόκερ, τον Στιγκ και τον Έλτον Τζον, μεταξύ τόσων άλλων.
Μια ζωή ζεστή και φλογερή θέλει όμως και τη ...ροζ ιστοριούλα της. Και να που και σε αυτήν την περίπτωση ο Παβαρόττι δεν είπε όχι.. Παίρνοντας διαζύγιο από την για δεκαετίες σύζυγό του, παντρεύεται την κατά τριάντα και πλέον χρόνια πιο νέα γραμματέα του το 2003 και όντας ήδη παππούς από το 2002, γίνεται πατέρας ενός κοριτσιού.
Το 2004 ανακοινώνει ότι μετά από μια αποχαιρετιστήρια περιοδεία στον κόσμο θα αποσυρθεί για να ιδιωτεύσει.
Το 2006 μετά την τελετή έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Torino, ο Παβαρόττι εμπλέκεται στην τελική αγωνία του καρκίνου του παγκρέατος. Μετά την εγχείρηση στη Νέα Υόρκη ξέρει καλά ότι η πορεία δεν είναι αναστρέψιμη. Θέτει σαν όρο να μείνει στο σπίτι του κοντά στα παιδιά του αποφεύγοντας τις νοσηλείες στα νοσοκομεία, διατηρεί φιλικές σχέσεις και συναναστροφές. Τους τελευταίους μήνες εμφανώς καταβεβλημένος δηλώνει στη μεγάλη του κόρη ότι θέλει να λυτρωθεί πια από το μαρτύριο που περνάει και να πάει να συναντήσει τους γονείς του.. δεν θέλει τίποτε άλλο.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να ευσταθεί η παρατήρηση ότι ο Καρούζο, ο Παβαρόττι και η Κάλλας, στήριξαν με την φωνή αλλά και τη μοναδική γοητεία τους τη λυρική τέχνη των τελευταίων 70 περίπου ετών. Τολμώ να ισχυριστώ ότι -ιδιαίτερα ο Παβαρόττι- κατάφερε να βγάλει την λεγόμενη οπερετική φωνή από την αρκετά δυσανάγνωστη θέση που είχε στο νέο –και όχι μόνον- ακροατήριο και τηρουμένων των νέων αισθητικών «απόψεων» που επικρατούν πλέον παντού σχεδόν, ενώνοντας τους ακροατές υπό την κραταιά σκέπη του και κάνοντας «κακόφωνους και καλλίφωνους» να τραγουδούν πληθωρικά και να απολαμβάνουν αυτή τη τόσο σπουδαία ανθρώπινη έκφραση. Σίγουρα αυτό και μόνον δεν ήταν εύκολο.
7 Σεπτεμβρίου 2007. Addio Maestro... τέλος.
Να χαίρεσαι που σκόρπισες τόση χαρά και συγκίνηση για σαράντα και πλέον χρόνια στη γη.
Δεν είναι καθόλου λίγο και γι αυτό δεν ξεχνιέσαι.
Έφη Αγραφιώτη
effie@tar.gr
(Σεπτέμβριος 2007
”addio maestro” από 100.000 ανθρώπους
στη γενέτειρα γη