ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΑΜΠΑΣ:
διάλεξη Μνήμης από τον Θωμά Ταμβάκο
"Δημήτρης Φάμπας, Μνήμης Εγκώμιον. Η ζωή και το έργο του " ήταν ο τίτλος της διάλεξης που παρουσίασε ο μουσικογράφος, ερευνητής και κριτικός της μουσικής, Θωμάς Ταμβάκος, τον Ιανουάριο του 2015 στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη».
Ο ομιλητής, δεν περιορίστηκε μόνο σε μια απλή παράθεση των σημαντικότερων «σταθμών» του κορυφαίου σολίστ, συνθέτη και δασκάλου, Δημήτρη Φάμπα, ο οποίος θεμελίωσε τη Σχολή κλασικής κιθάρας στην Ελλάδα. Ο Θωμάς Ταμβάκος, με τη γλαφυρή διάλεξή του, κατάφερε να μας κάνει να νοιώσουμε το κλίμα της εποχής στην οποία επωάστηκε, ωρίμασε και αναδείχθηκε το πηγαίο ταλέντο του μεγάλου μουσουργού. Παράλληλα, μας βοήθησε να συνδέσουμε πληροφορίες από τη ζωή του Δημήτρη Φάμπα με σταθμούς στην καριέρα του, συνειδητοποιώντας τις-εκ πρώτης όψεως-αξεπέραστες δυσκολίες, οι οποίες φαίνεται ότι αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη που τον οδήγησε στο να εξελιχθεί στη μορφή που όλοι γνωρίζουμε- κάποιοι «τυχεροί» ως μαθητές του και οι περισσότεροι από το έργο του.
Πιο συγκεκριμένα, ο ομιλών, μας ξενάγησε σε γνωστούς και άγνωστους σταθμούς από τη ζωή και το έργο του μεγάλου μουσουργού, Δημήτρη Φάμπα, βοηθώντας μας με αυτό τον τρόπο να κατανοήσουμε:
To πώς το ταλέντο του Δημήτρη Φάμπα φάνηκε από τα πρώτα χρόνια της ζωής του: «…Είμαστε στο Καλοκαίρι του ΄29 στο Πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας στη Μηλίνα, ο α΄ξάδελφός του από την αδελφή του πατέρα του, ο σχεδόν 20ετής Νίκος Αλιβάνιστος, που έπαιζε ερασιτεχνικά καλό μαντολίνο, αναζητώντας κάποιον να τον συνοδέψει με μια κιθάρα (…) βρήκε στο πρόσωπο του 6ετούς Δημήτρη έναν επιδέξιο μουσικό σύντροφο που τα πήγε πολύ καλά. Και αυτή ήταν η πρώτη του εμφάνιση σε κοινό που στο τέλος τον χειροκρότησε…»[1]
Το πώς ο δάσκαλος της μουσικής του σχολείου, Σπύρος Μάντος, ενθάρρυνε τον Δημήτρη Φάμπα, στην ενασχόλησή του με τη μουσική: «…Μέσα από την παράδοση των μαθημάτων στο σχολείο δεν άργησε να διακρίνει τη μουσική κλήση του Δημήτρη. Συνέστησε στους γονείς του να του αγοράσουν ένα όργανο. Η επιλογή που προκρίθηκε ήταν το μαντολίνο, καθώς εξυπηρετούσε τις ανάγκες της μικρής ηλικίας αλλά σχετιζόταν και με την μουσική παράδοση της οικογένειας...»
Το πώς συνέβη ένα παιδί με τόσο ταλέντο να μην έχει την παραμικρή ενθάρρυνση από το οικογενειακό του περιβάλλον προς την κατεύθυνση ενασχόλησής του με τη μουσική: «…Τα μαθήματα μαντολίνου κράτησαν 2 χρόνια μέχρις ότου το όργανο σχεδόν καταστράφηκε από δική του απροσεξία». (…) «Οι γονείς του αρνήθηκαν (!) να του το δώσουν για επιδιόρθωση ή να το αντικαταστήσουν με άλλο. Αυτό ήταν το πρώτο ισχυρό δείγμα μιας γενικότερης αρνητικής στάσης που αποκαλύπτει την προκατάληψη απέναντι σε ενδεχόμενη επαγγελματική ενασχόληση με τη μουσική μια αβέβαιης από οικονομικής πλευράς όπως πίστευαν…»
Το πώς μετά την ενασχόληση με το μαντολίνο κερδίζει το ενδιαφέρον του η κιθάρα, αλλά μάταια επιθυμεί να του αγοράσουν οι γονείς του: «…Βαθιά εντυπωσιασμένος αποφάσισε να αποκτήσει την πρώτη του κιθάρα ερήμην των γονέων του, αφού θα ήταν δεδομένη η σίγουρη άρνησή τους…»
Το πώς καταφέρνει να αγοράσει μόνος του την πρώτη του κιθάρα από το χαρτζιλίκι που συγκεντρώνει από τα κάλαντα των Χριστουγέννων του 1938 (!) και αρχίζει να μαθαίνει κιθάρα χωρίς δάσκαλο! «…Από τη στιγμή που την απέκτησε η εκμάθησή της έγινε ο πρωταρχικός του στόχος. Χωρίς τη συμβολή δασκάλου αφού δεν υπήρχε κάποιος γνωστός και διαθέσιμος προσπάθησε και πέτυχε μέσα σε μισό χρόνο σχεδόν κρυφά κυρίως από τη μητέρα του (!) να κατακτήσει μια τεχνική τέτοια που να του επιτρέπει να παίζει στην κιθάρα μελωδίες της εποχής, ελαφρά τραγούδια, βάλς, ιταλικές καντσονέτες κτλ…»
Το πώς αρχίζει τις δημόσιες εμφανίσεις πριν την απόκτηση πτυχίου ή διπλώματος ενθουσιάζοντας το κοινό:
«…Δεν ήταν ούτε 20 χρονών, όταν ξεκίνησε τις πρώτες ερασιτεχνικές εμφανίσεις σε μικρούς φιλικούς κύκλους, ακόμη και σε δημόσιους χώρους όπως κέντρα αναψυχής, παίζοντας μελωδίες για την ψυχαγωγία του ακροατηρίου…»
Το πώς διακρίνουν το μεγάλο ταλέντο του έμπειροι σολίστ και δάσκαλοι και τον ενθαρρύνουν στην προσπάθειά του: «…Σε μια από αυτές τις εμφανίσεις, το καλοκαίρι του ΄39, στο Άλσος του Παγκρατίου, τον άκουσε ο έμπειρος βιολοντσελίστας της Ορχήστας του ΕΙΡ Γιώργος Αντωνίου. Ενθουσιασμένος, του πρότεινε να επιδοθεί συστηματικά στη σπουδή της κιθάρας ως κλασικού οργάνου. Το συνέστησε στον Νίκο Ιωάννου, έναν καλό ερασιτέχνη κιθαριστή και μέλος ως μαντολινίστα της Μαντολινάτας του Ν Λάβδα και είχε αποκτήσει καλό όνομα...»
Το πώς ξεκίνησε η συστηματική σπουδή της κιθάρας του Δημήτρη Φάμπα με τον πρώτο του δάσκαλο: «…Στο σπίτι του Ιωάννου, ο Φάμπας ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την κλασική κιθάρα μέσω μαθημάτων και μουσικών ακροάσεων. Ο ζήλος του Ιωάννου για την μετάγγιση στον Φάμπα της δικής του αγάπης για την κλασική κιθάρα, πρέπει να συντάραξαν τον νεαρό μαθητευόμενο που ήταν μάλιστα και ο μοναδικός μαθητής του εκείνη την περίοδο…»
Το πώς ο Δημήτρης Φάμπας καταφέρνει να αφιερωθεί στη μελέτη της κιθάρας υπερπηδώντας δυσκολίες αντιδράσεις και οικονομικά εμπόδια, ακόμη και στην περίοδο της Κατοχής: «…Στην περίοδο 1939 – 45 αφιέρωσε όλο το χρόνο και τις δυνάμεις του στη μελέτη της κιθάρας- παρά τις δυσκολίες λόγω του πολέμου και της κατοχής…»
Το πώς τον επηρέασαν και άλλοι σημαντικοί δάσκαλοι στο πλαίσιο μαθημάτων γενικότερης μουσικής παιδείας: «…Παράλληλα με την κιθάρα, ο Φάμπας μέσα στην Κατοχή ξεκίνησε σπουδές θεωρητικών στο ωδείο Αθηνών- αρχικά με τον Αρχιμουσικό Θεόδωρο Βαβαγιάννη και στη συνέχεια σπούδασε αρμονία με τον μουσουργό και πιανίστα Κωνσταντίνο Κυδωνιάτη και ιστορία μουσικής με τον επίσης μουσουργό Γεώργιο Σκλάβο». (…) Το φθινόπωρο του ΄45 συνέβη ένα γεγονός αποφασιστικής σημασίας τόσο για τη μουσική κατάρτιση του Φάμπα, όσο και για την Καλλιέργεια και ανάπτυξη των σπουδών κλασικής κιθάρας στην Ελλάδα. Για πρώτη φορά στο χρονικά των ωδειακών σπουδών, ιδρύθηκε Σχολή κιθάρας στο Εθνικό Ωδείο με υπεύθυνο καθηγητή τον Πειραιώτη μουσικό παιδαγωγό συνθέτη και μουσικοκριτικό Γεώργιο Βώκο. Όπως ήταν φυσικό ο Φάμπας ήταν από τους πρώτους που γράφηκε στην τάξη του Βώκου κυρίως για τυπικούς λόγους αφού σίγουρα το επίπεδο του ήταν ισάξιο αν όχι καλύτερο από αυτό του Βώκου…»
Το πώς φάνηκε από τα πολύ νεανικά του χρόνια η διάθεση του για ανιδιοτελή κοινωνική προσφορά:
«…Είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσει τα ουμανιστικά του ιδεώδη. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τα οξύτατα και ποικίλα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο λαός της Αθήνας, διαμορφώνοντας σταδιακά μια συνεπή αριστερή στάση που την κράτησε ως το τέλος της ζωής του. Με συμμαθητές του από το ωδείο όπως ο- επίσης συνειδητοποιημένος- Αργύρης Κουνάδης, συμμετείχε σε καλλιτεχνικές ομάδες που έδιναν παραστάσεις για τη συγκέντρωση χρημάτων για φιλανθρωπικούς σκοπούς…»
Το πώς το 1946 παίζει με επιτυχία στις εξετάσεις του Εθνικού Ωδείου: «…Τα πήγε άριστα. Για πρώτη φορά προσκόμισε στην οικογένειά του απτές αποδείξεις για τις επιδόσεις του στην κιθάρα όπως πρόγραμμα της συναυλίας και δημοσιεύματα…»
To πώς οι οικονομικές δυσκολίες τον εμπόδιζαν να αφιερωθεί αποκλειστικά και μόνον στη μελέτη της κλασικής κιθάρας: «…Λίγο πριν το τέλος του Πολέμου ανέλαβε προσωρινά τη φροντίδα του καταστήματος επειδή ο πατέρας του εργάστηκε ως Καπετάνιος σε εμπορικά πλοία…»
To πώς υποχρεώνεται να γραφτεί σε Σχολή Εμποροπλοιάρχων ακολουθώντας την παράδοση της οικογένειας: «…Το 1947 αν και ήταν μαθητής του Βώκου, ενέδωσε στις πιέσεις των γονέων να ακολουθήσει ναυτική καριέρα. Έβγαλε ναυτικό φυλλάδιο και μπήκε δόκιμος σε πλοίο με Κυβερνήτη τον πατέρα του. Συνέχισε όμως τη μελέτη του όποτε δεν είχε δουλειά και σχεδόν κρυφά από τους γονείς του…»
Το πώς αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Σχολή εμποροπλοιάρχων και να αφοσιωθεί στη μελέτη της κλασικής κιθάρας «…Παρόλα αυτά ο Φάμπας άντεξε 2 χρόνια μόνο ως ναυτικός. Το 1949 εγκατέλειψε οριστικά τη θάλασσα με την ακλόνητη απόφαση να πάρει ένα δίπλωμα στην κιθάρα…»
Το πώς στην προσπάθεια επαγγελματικής ενασχόλησής του με τη μουσική εκείνη την εποχή, προσέκρουσε σε τεράστια εμπόδια:«…Η έλλειψη ουσιαστικής κιθαριστικής παράδοσης στην Ελλάδα, οι περιορισμένες γνώσεις σε θεμελιώδη ζητήματα τεχνικής της κλασικής κιθάρας, η περιορισμένη πρόσβαση σε έργα ρεπερτορίου, μεθόδους για το όργανο, ήταν δυσχέρειες που η υπέρβασή τους ήταν σχεδόν ακατόρθωτη για όποιον ήθελε να ξεκινήσει σοβαρά ως κλασικός κιθαριστής. Μέχρι τότε η κιθάρα θεωρείτο ως όργανο συνοδείας ελαφράς και λαϊκής μουσικής. Μέχρι και στις μαντολινάτες δεν είχε κυρίαρχο ή σολιστικό ρόλο» (…) Ο Φάμπας είχε να αντιμετωπίσει όχι μόνο αυτές τις δυσχέρειες, αλλά και τη σφοδρή αντίδραση του οικογενειακού του περιβάλλοντος στην απόφασή του να αφιερωθεί στη μελέτη της κιθάρας. Κάθετα αντίθετη ήταν η μητέρα του. Τον ήθελε ναυτικό συνεχιστή της οικογενειακής παράδοσης»…
Το πώς ο Δημήτρης Φάμπας είναι ο πρώτος διπλουματούχος σολίστ κλασικής κιθάρας στην Ελλάδα από το Εθνικό Ωδείο με άριστα παμψηφεί και βραβείο εξαιρετικής επίδοσης: «…Το 1952, ενώ ετοιμαζόταν να δώσει εξετάσεις για το δίπλωμά του, απεβίωσε ο πατέρας του από διάτρηση στομάχου. Αν και κάτω από μεγάλη ψυχολογική πίεση και με σειρά ζητημάτων που προέκυψαν η αταλάντευτη θέληση υπερνίκησε τα εμπόδια και αφιερώθηκε στη μελέτη των διπλωματικών εξετάσεων. Σε σύντομο διάστημα, 30 6 1953, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Εθνικό Ωδείο. Έδωσε επιτυχείς εξετάσεις και έλαβε δίπλωμα με αρίστου επιδόσεως και α΄βραβείο παμψηφεί και χρηματικό έπαθλο 200.000 δρχ εις μνήμη Γεωργίου Λαμπελέτ και Αντωνίου Σκόπου. Ήταν η πρώτη φορά που δόθηκε αυτός ο τίτλος σπουδών, δίπλωμα από το Εθνικό Ωδείο…»
Το πώς ξεκίνησε η σταδιοδρομία του ως δασκάλου: «…Ο Διευθυντής του Εθνικού Ωδείου Μ Καλομοίρης του πρότεινε να αναλάβει την επόμενη χρονιά τη διδασκαλία στην τάξη της κλασικής κιθάρας του Ωδείου…»
Το πώς γίνεται η πρώτη γνωριμία του με τον Andres Segovia : «…Μετά την παρακολούθηση των συναυλιών, ο Φάμπας είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά το μεγάλο του ίνδαλμά σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Μ. Βρετανία. Εκεί ο Μηλιαρέσης παρουσίασε στον Segovia τους τότε Έλληνες κιθαριστές. Η καθοριστική αυτή συνάντηση αποτέλεσε για τον Φάμπα το έναυσμα για την επιδίωξή του να σπουδάσει και αυτός στις τάξεις των διάσημων δασκάλων στην Ιταλία...»
Το πώς καταφέρνει να κερδίσει υποτροφία και να παρακολουθήσει μαθήματα σε θερινή ακαδημία από τον Segovia: «…Αποφάσισε να πάει στην περίφημη μουσική Ακαδημία Chigiana της Σιέννα της Ιταλίας, ο Φάμπας έλαβε υποτροφία από την Ιταλική Πρεσβεία. Η αναχώρηση έγινε στις 11-8-55» (….) Σεμινάρια με τον Segovia θα παρακολουθήσει ξανά το 1959 στα «Θερινά μαθήματα του Segovia στο Santiago de Compostela στην Ισπανία…»
Το πώς βελτιώνεται σημαντικά η τεχνική του μετά από τη μαθητεία του δίπλα στον Segovia: «…Επιδίωξή του ήταν να αποδώσει το ακουστικό αποτέλεσμα που θα πλησίαζε το πρότυπο της ερμηνείας του Σεγκόβια. (…) Με όπλο τη θέληση, προέβη στις απαραίτητες αλλαγές και διορθώσεις της τεχνικής του, ώστε να φθάσει στο επιθυμητό επίπεδο αρτιότητας. (…) Παράλληλα παρακολούθησε τον κύκλο μαθημάτων Παλαιάς Μουσικής με υπεύθυνο καθηγητή τον μουσικολόγο και συνθέτη Αιμίλιο Πουχόλ. Στο μάθημά του το ενδιαφέρον του ήταν επικεντρωμένο στην εκμάθηση και εκτέλεση της βιχουέλας και τη μεταγραφή για κιθάρα από παρτιτούρες έργων παλαιάς μουσικής…»
Το πώς εδραιώνεται η φήμη του στην Ελλάδα: «…Στο Παρνασσό το ΄55 παραβρέθηκαν προσωπικότητες από το χώρο της τέχνης και των γραμμάτων και μερικοί από τους σημαντικότερους μουσικοκριτικούς των αθηναϊκών εφημερίδων»
(…) «Το 1957 έδωσε τρεις εξαιρετικές συναυλίες στην ελληνική επαρχία αφήνοντας εκ νέου άριστες εντυπώσεις. Μια από αυτές στις 19 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην περιοχή της πατρίδας του, στο Βόλο. Υλοποίησε τη σφοδρή του επιθυμία για εμφάνιση στη γενέτειρά του». (…) «Μετά από λίγες μέρες άλλη συναυλία στον Παρνασσό με μεγάλη επιτυχία. Παρέστη σχεδόν σύσσωμη η καλλιτεχνική κοινότητα και οι μουσικοκριτικοί για να θαυμάσουν τον άξιο μαθητή του Σεγκόβια. Όπως καταλαβαίνετε από δω και πέρα για τα επόμενα 25 χρόνια τα καλλιτεχνικά γεγονότα και επιτεύγματα διαδέχονται το ένα το άλλο…»
Το πώς αρχίζει να έχει και άλλες παράπλευρες μουσικές δραστηριότητες εκτός από τη διδασκαλία και τα ατομικά ρεσιτάλ, όπως τη συμμετοχή με εκτελέσεις έργων για κιθάρα σε κινηματογραφικές ταινίες με μεγάλη επιτυχία: «…Στις δεκαετίες του ΄50 και ΄60 έλαβε μέρος στις ηχογραφήσεις μουσικών επενδύσεων με τις σημαντικότερες ταινίες της εποχής “Στέλλα,”
“Δράκος,” “Μαγική Πόλις,” “Φαίδρα,” “Κόκκινα Φανάρια,” “Αμέρικα Αμέρικα,” “Τελευταία Γιασεμιά,” “Χαμένα Όνειρα”…»
Το πώς άρχισε να διαμορφώνεται η περίφημη «Σχολή Φάμπα»: «…Το 1958, τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της διδασκαλίας στο Εθνικό Ωδείο, πήρε την τολμηρή απόφαση να παρουσιάσει τους μαθητές του σε συναυλία. Στις 8 Μαρτίου στην αίθουσα του Φ.Σ. «Παρνασσός», 11 μαθητές του επωμίσθηκαν το ρόλο του σολίστ. Πραγματοποιήθηκε έτσι το βάπτισμα επί σκηνής της λεγόμενης “Σχολής Φάμπα”. Η συναυλία χαρακτηρίστηκε ως άκρως επιτυχής. Ευχάριστη έκπληξη, προκάλεσε η εικόνα της κατάμεστης αίθουσας με πάνω από 800 άτομα…».
Το πώς αρχίζει να χτίζει μια σπουδαία φήμη εντός και εκτός συνόρων: «…Το 1959 ο διάσημος εκδοτικός οίκος ricordi της Ιταλίας ανέλαβε την έκδοση του έργου του «καραγκούνα» για σόλο κιθάρα» (…) «Στις 25/9/59 δίνει ρεσιτάλ στην Ισπανική τηλεόραση…» (…) Το 1961 πραγματοποίησε δυο ατομικά ρεσιτάλ στο Λονδίνο, στις 7/11/61 και στο Παρίσι 6 μέρες μετά…»
Το πώς κυνηγήθηκε από το δικτατορικό καθεστώς και αντιμετώπισε τα εμπόδια που του παρουσιάστηκαν
«…Η αναπάντεχη θλιβερή πολιτική κατάσταση που προέκυψε οδήγησε στην αναστολή των προσωπικών του εμφανίσεων για ένα χρόνο στην Ελλάδα ως στάση αντίδρασης προς το καθεστώς, αλλά και λόγω των εμποδίων που το Χουντικό Καθεστών από την αρχή του δημιούργησε επειδή δεν υπέγραψε τη δήλωση νομιμοφροσύνης των Καθηγητών του Εθνικού Ωδείου. Τον εμπόδισε επίσης να κάνει εμφανίσεις εκτός Ελλάδας έως τον Ιούλιο του ΄68…».
Το πώς άρχισε να καθιερώνεται ως σπουδαίος δάσκαλος: «…Η πρώτη παρουσίαση των καρπών από τη νέα συγκομιδή της Σχολής, έγινε το Μάιο του ΄67 στο Θέατρο Γκλόρια. Για τα επόμενα 17 χρόνια η αίθουσα του Γκλόρια, φιλοξένησε χωρίς διακοπή την ετήσια επίδειξη των καλύτερων σπουδαστών της Σχολής. Επίσης ο Σεγκόβια σαφώς γνωρίζοντας τον αντίκτυπο και τη σημασία που είχε κάθε ενέργειά του στο χώρο της Σχολής, του έστειλε συγχαρητήρια επιστολή για τους μαθητές του.
Από τους 9 εγγεγραμμένους μαθητές που είχε το 64 Σχολή έφθασε να αριθμεί 49 μαθητές το 1969 και πάνω από 70 το 1971… »
Το πώς καθιερώνεται η «Σχολή Φάμπα» με μαθητές που διαπρέπουν: «Όμως και τα επιτεύγματα της Σχολής Φάμπα ήταν αξιοζήλευτα στα τέλη αυτής της δεκαετίας. Από το ντούο «Ευάγγελος και Λίζα» περνάμε σε δυο κατοπινούς μαθητές του, τους γνωστούς σας Νότη Μαυρουδή και Ευάγγελο Μπουντούνη. Αμφότεροι βραβεύθηκαν στον 4ο διαγωνισμό κιθάρας του Μιλάνου του 1969. Οι επιτυχίες της Σχολής δεν ήταν συμπτωματικές. Ήταν μια σαφής απόδειξη ότι οφείλονταν στο συστηματικό σχεδιασμό εκ μέρους του δασκάλου τους. Όπως έχει πει ο Κώστας Γρηγορέας: “Κολυμπούσε σε μια θάλασσα από μαθητές που όλοι τον λάτρευαν”»
Το πώς ο Δημήτρης Φάμπας αναδεικνύεται σολίστ διεθνούς φήμης: «…Το Ιούνιο του ΄71 εμφανίστηκε στο Concertgebouw στην περίφημη αίθουσα συναυλιών του Άμστερνταμ» (…) Το Φθινόπωρο του ΄71 στις ΗΠΑ και Καναδά…»
Το πώς σταδιακά επικεντρώνεται στο διδακτικό του έργο: «…Τα ενδιαφέροντά του εφεξής μετατοπίστηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά στον παιδαγωγικό τομέα έφθασε να διδάξει από 26 ώρες το 1975 στους 48, το 1983 αφού οι μαθητές του έφθασαν του 46. Όπως έχει πει ο Κώστας Γρηγορέας: «Κολυμπούσε σε μια θάλασσα από μαθητές που όλοι τον λάτρευαν» (…) Μεταξύ αυτών τα δυο παιδιά του, Εύα και Ευάγγελος και επίσης οι Λευτέρης Νταής και Μάρκος Τσέτσος που βραβεύθηκαν σε διαγωνισμό κιθάρας του Μιλάνου το 1987 και 81. Στον ίδιο διαγωνισμό, η Εύα Φάμπα απέσπασε την πρώτη θέση στην κατηγορία Β...»
To πώς αναμειγνύεται με τα κοινά: “…Αξιοσημείωτη επίσης ήταν η συνεπής αριστερή πολιτική δράση του. Το ΄78 μετείχε στις δημοτικές εκλογές σε συνδυασμό που επικεφαλής ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο Φάμπας έλαβε μέρος με όραμα τη δημιουργία δημοτικού ωδείου. Η ενεργοποίησή του στον πολιτικό στίβο αποσκοπούσε στη βελτίωση της μουσικής παιδείας ακόμη και αν αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σύγκρουση με το κατεστημένο των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων και ωδείων. Με γνήσιο ενδιαφέρον για τα εργασιακά θέματα βρέθηκε πολλές φορές στις διοικήσεις των συνδικαλιστικών οργάνων.
Ήταν τακτικό μέλος της ΕΕΜ , μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Μουσικής, Πρόεδρος του Συλλόγου Καθηγητών Ωδείων Αθηνών και πολλών άλλων καλλιτεχνικών φορέων…”
Μεταξύ άλλων, ο Φάμπας αναλάμβανε και χρέη μαέστρου για τις ανάγκες της μαθητικής του ορχήστρας
Το πώς τα προβλήματα υγείας τον οδηγούν στην παραίτηση από τη δημόσια παρουσία του. «…Το 1987 έλαβε μέρος στη συναυλία για τα 20 χρόνια από την ίδρυση του Συλλόγου Καθηγητών Ωδείων Αθηνών. Αυτή ήταν και η τελευταία δημόσια εμφάνισή του. Η συναυλία σήμανε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση». Είχε δώσει πάνω από 150 ατομικά ρεσιτάλ σε 15 χώρες και 85 πόλιες με ρεπερτόριο 140 έργων από τα οποία τα 30 ήταν δικά του. Πολύ μεγάλη συγκομιδή γι αυτόν τον Έλληνα Κολοσσό της κιθαριστικής τέχνης!...»
Το πόσο σημαντική ήταν η συμβολή του στην επίσημη αναγνώριση των τίτλων σπουδών της κλασικής κιθάρας στη χώρα μας: «Το 1989 μετά από διαμάχες 6 ετών, έκλεισε νομοθετικά το θέμα της αναγνώρισης των τίτλων σπουδών κιθάρας από τα ωδεία με Προεδρικό Διάταγμα. Αυτό ήταν μια δικαίωση των συλλογικών αγώνων του…»
Το πώς μπαίνουν οι «τίτλοι τέλους» στη συναρπαστική ζωή του: «…Τον Απρίλιο του ΄96 καταπτοημένος εισήχθη στο νοσοκομείο Σωτηρία. Στις 3 Μαϊου, ο καλλιτέχνης με την μοναδική αγνότητα και πραότητα στη συμπεριφορά του άφησε την τελευταία του πνοή σε ένα θλιβερό κρεββάτι του νοσοκομείου. Και όπως έγραψε ο Νότης Μαυρουδής: “έφυγε μοναχικά σιωπηρός μαγικός ερημήτης που δεν πρόλαβε να χαιρετίσει κανέναν”».
Της διάλεξης του κ Θωμά Ταμβάκου, ακολούθησε συναυλιακό μέρος σε κλίμα έντονης συναισθηματικής φόρτισης. Οι σολίστ κλασικής κιθάρας Άγγελος Αγκυρανώπουλος, Κώστας Τσερεγκώφ και η κόρη του Εύα Φάμπα, ερμήνευσαν αγαπημένες συνθέσεις του μεγάλου μουσουργού. Η συναυλία ολοκληρώθηκε με την Εύα Φάμπα να ερμηνεύει το πολύ αγαπημένο και δημοφιλές εντός και εκτός συνόρων έργο του Δημήτρη Φάμπα: «Σούστα».
Δεν είναι τυχαίο ότι καταξιωμένοι σήμερα καθηγητές και σολίστ κλασικής κιθάρας ευγνωμονούν ακόμη τον Δημήτρη Φάμπα. Η ακόλουθη φράση του κ Ταμβάκου είναι χαρακτηριστική: «Σχεδόν όλοι οι μαθητές του αλλά και εκείνοι που δεν τον γνώρισαν ως δάσκαλο έχουν εκφράσει πανομοιότυπα με τη φράση: “εάν δεν υπήρχε ο Φάμπας, εγώ δεν θα έπαιζα κιθάρα σήμερα!”»
* * * * *
ΥΓ. Η περίπτωση του μεγάλου μουσουργού Δημήτρη Φάμπα είναι βεβαίως σπάνια. Όμως ας μας επιτραπεί να επισημάνουμε ότι η στάση ζωής του γίνεται αφορμή για την ανάπτυξη ενός προβληματισμού που καθίσταται πολύ επίκαιρος –ειδικά σήμερα. Νομίζω ότι αξίζει να «κρατήσει» κανείς ορισμένα σημεία από την πολύ ενδιαφέρουσα διάλεξη του κ Θωμά Ταμβάκου:
Πρώτον, ότι ο Δημήτρης Φάμπας δεν δίστασε να συγκρουστεί με την κρατούσα αντίληψη και ακολούθησε την επαγγελματική πορεία που συνειδητά επέλεξε, παρακάμπτοντας τις σφοδρές αντιδράσεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Δεύτερον, ότι χάρη στο πάθος, την επιμονή και την εργατικότητά του, βρήκε τρόπο να εξελιχθεί μουσικά ως αυτοδίδαχτος και στη συνέχεια κατάφερε να τεθεί υπό την καθοδήγηση κορυφαίων δασκάλων παρά τις δυσχέρειες του οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι στο οποίο εξελίχθηκε καλλιτεχνικά. Τρίτον- και ίσως σημαντικότερο- επέλεξε το δρόμο της ανιδιοτελούς κοινωνικής – εκπαιδευτικής προσφοράς και δεν εκμεταλλεύτηκε τη φήμη του προς ίδιον όφελος.
Προκαλεί φρίκη το να σκεφτεί κανείς τι θα είχε συμβεί εάν ο Δημήτρης Φάμπας δεν είχε ασχοληθεί με την κιθάρα, ενδίδοντας στις πιέσεις του οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος…
Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, είναι σύνηθες το να αποτρέπεται ένα παιδί από την προοπτική επαγγελματικής ενασχόλησης με τη μουσική με πρόσχημα την οικονομική αβεβαιότητα. Όταν σήμερα, στις ευνοϊκές συνθήκες του 21ου αι., μαθητές κλασικής κιθάρας πέφτουν «θύματα» τέτοιου είδους προκαταλήψεων και στερεοτύπων, τότε το Παράδειγμα του αείμνηστου Δημήτρη Φάμπα, θα τους δείξει το δρόμο…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΟΥ TAR ΣΤΟ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΑΜΠΑ
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki@gmail.com
Φεβρουάριος 2015
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
[1] Όλα τα σημεία του κειμένου που είναι σε εισαγωγικά, αποτελούν απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα από τη διάλεξη του κ Θωμά Ταμβάκου