ΜΑΡΙΚΑ ΚΟΥΡΣΑΡΗ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Ο καρπός της μουσικής φυτεύτηκε από γενιά σε γενιά. Πρώτα ο παππούς, που σπούδαζε Ιατρική και έπαιζε πιάνο, μετά ο πατέρας, που έπαιζε κιθάρα και της άσκησε την πρώτη καθοριστική επίδραση γι΄αυτό το μουσικό όργανο. Στην εφηβεία της, η πρώτη δασκάλα του Ωδείου βλέποντας το ταλέντο της Μαρίκας Κουρσάρη, την παρέπεμψε στη δική της έμπειρη δασκάλα, τη διεθνούς φήμης, Λίζα Ζώη. Και αυτή η συνεργασία απέδωσε καρπούς: Πτυχίο και Δίπλωμα Κλασικής Κιθάρας-αμφότερα με «Άριστα Παμψηφεί» και Α΄Βραβείο εξαιρετικής επίδοσης! Η Μαρίκα Κουρσάρη, ακολούθησε αβίαστα την αγάπη της για την κλασική κιθάρα, μέχρι που ήρθε η στιγμή να τη «θυσιάσει» για τον πιο ιερό σκοπό στη ζωή μιας γυναίκας: τη Μητρότητα.
«Το μεράκι όμως δεν φεύγει ποτέ!» λέει με συγκίνηση και συγκινεί ακόμη περισσότερο, όχι μόνο επειδή κατάφερε να επανακάμψει, αλλά γιατί ωρίμασε σαν το παλαιό καλό κρασί, κομίζοντας μεγαλύτερη αξία στην τέχνη της. Ευτυχώς, η οικογένειά της, τη στήριξε στο μέγιστο δυνατό βαθμό-τόσο ο σύζυγος, όσο και τα παιδιά της που και αυτά «ανθίζουν» και μεγαλώνοντας την καταλαβαίνουν όλο και περισσότερο. Άλλωστε και εκείνη ήταν μόλις στην εφηβεία, όταν-γοητευμένη από την επίδραση που της άσκησε η εξαιρετική δασκάλα της-αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με την κλασική κιθάρα.
Το βραβείο στον διαγωνισμό του 27ου Φεστιβάλ Κιθάρας Πάτρας την Άνοιξη του 2018, το ρεσιτάλ στο Ωδείο Πατρών στο τέλος του ίδιου χρόνου, το ρεσιτάλ που ακολούθησε (ως επιβράβευση) στο πλαίσιο του 28ου Φεστιβάλ Κιθάρας Πάτρας, το Ρεσιτάλ στην αίθουσα συναυλιών Athenaeum το 2019, η σύμπραξή της με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων τον ίδιο χρόνο, δικαίωσαν περίτρανα την απόφασή της αυτή.
Ας γίνει η περίπτωσή της Μαρίκας Κουρσάρη Παράδειγμα προς μίμηση, ώστε οι γυναίκες της νέας γενιάς να συλλαμβάνουν καλλιτεχνικές ιδέες, να κυοφορούν όνειρα, να γεννούν ελπίδες και να μεγαλώνουν τις προσδοκίες όλων μας για ένα καλύτερο κόσμο. Έναν κόσμο γεμάτο μουσική, όπως τον αποτυπώνει ο νομπελίστας ποιητής, Pablo Neruda, οραματιζόμενος «τη μορφή που η αγάπη χάραξε στην κιθάρα 1…»
«Αυτό το βραβείο, μου έδωσε την ώθηση να συνεχίσω. Ήταν το «εισιτήριο» για να πάω παρακάτω. Το είδα σαν crash test, (να ελέγξω τα αντανακλαστικά μου, τη μνήμη μου) και όχι ως διαγωνισμό. Ήταν η πρώτη φορά που εμφανιζόμουν σόλο, μετά το δίπλωμα. Ήθελα να παίξω μουσική, για τη μουσική, για τίποτε άλλο! Αυτός ο διαγωνισμός σηματοδότησε την επιστροφή μου στην καλλιτεχνική δραστηριότητα, επιβεβαιώνοντας πόσο εύστοχη είναι μια φράση του Σίγκμουντ Φρόϋντ που διάβασα πρόσφατα: «ευτυχία είναι να κάνεις πραγματικότητα τα παιδικά σου όνειρα…»
Η Μαρίκα Κουρσάρη ρεσιτάλ της στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Γιορτές Κιθάρας 2020», την καλλιτεχνική διεύθυνση του οποίου έχει ο κ. Γιώργος Μαστρογιαννόπουλος
Τ.Β. Ποια ήταν τα κίνητρα και κάτω από ποιες συνθήκες αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την κλασική κιθάρα;
Μ.Κ. Όλη μου η οικογένεια είναι μουσικοί, τόσο από την οικογένεια του πατέρα μου, όσο και από την οικογένεια της μητέρας μου. Ο παππούς μου έπαιζε πιάνο στο παλάτι του Βασιλιά Φαρούκ στην Αίγυπτο. Ο πατέρας μου είναι και αυτός κιθαρίστας αυτοδίδακτος, ο οποίος αργότερα σπούδασε και κλασική κιθάρα. Τον θυμάμαι σε μια ροτόντα, να μελετάει κλασική κιθάρα. Ήταν τζαζίστας στην ίδια μπάντα μαζί με τον παππού μου (της μαμάς μου τον μπαμπά). Εκεί γνωριστήκανε. Ο μπαμπάς μου ήταν κιθαρίστας, ο παππούς μου πιανίστας, ο αδελφός της μάνας μου τραγουδούσε και ο αδελφός του πατέρα μου ήταν ντράμερ. Και παίζανε στο Caravel, στο Hilton κ.ά. Θυμάμαι ότι πάντοτε τις μεγάλες γιορτές, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά κτλ ήμουν στα ρεβεγιόν που έπαιζε ο μπαμπάς. Επομένως, στην οικογένεια είναι όλοι μουσικοί, υπάρχουν βιώματα και επιρροές από όλες τις πλευρές…
T.B. Tελικά σε ποια ηλικία ξεκινήσατε κλασική κιθάρα;
Μ.Κ. Ξεκίνησα μαθήματα κλασικής κιθάρας όταν ήμουν 11 ετών. Αργότερα, ο μπαμπάς με έγραψε σε Ωδείο. Είχα την τύχη στα 13 μου να κάνω μάθημα με τη Γεωργία Βογιατζή, η οποία ήταν μαθήτρια της κυρίας Λ. Ζώη. Ξεκίνησα με λατρεία! Πριν πάω σχολείο ξυπνούσα πρωί να μελετήσω, δεν μπορούσα να φύγω εάν προηγουμένως δεν έπαιζα κιθάρα! Όμως στα 16 μου, η κυρία Βογιατζή με παρέπεμψε στη σημερινή δασκάλα μου!
Τ.Β. Ποιες νομίζετε ότι είναι οι σημαντικότερες μουσικές σας επιρροές και πώς έχετε την αίσθηση ότι διαμορφώθηκαν;
Μ.Κ. Στο σπίτι ακούγαμε τζαζ και πάρα πολύ Λατινοαμερικάνικα τραγούδια που έπαιζε ο πατέρας μου και τραγουδούσε. Είμαι πολύ εξοικειωμένη με το σχήμα κιθάρα-φωνή. Ομολογώ ότι όταν πήγα στη δασκάλα μου, τη Λίζα Ζώη, δεν είχα συνειδητοποιήσει πλήρως τι είναι η κλασική κιθάρα. Εμπειρία από ακούσματα απέκτησα όταν άρχισα να μαθητεύω δίπλα στην κυρία Ζώη, οπότε εμπλούτισα κατά πολύ τις μουσικές μου επιρροές… Εκεί άκουσα Bach και όλους τους σπουδαίους συνθέτες και γοητευμένη είπα: «αυτό θα κάνω στη ζωή μου!» Όλα αυτά τα ακούσματα, με επηρέασαν πολύ και με ώθησαν στο να ασχοληθώ επαγγελματικά με την κλασική κιθάρα. Σήμερα, ακούω τα πάντα, εκτός από λαϊκά. Τζαζ, κλασική μουσική, ελληνικό τραγούδι κ.ά. Η μουσική είναι μια! Και είναι ακόμα καλύτερη όταν συνοδεύεται από κιθάρα.
Τ.Β. Υπάρχουν μουσικές προσωπικότητες που σας επηρέασαν;
Μ.Κ. Είμαι πολύ τυχερή που μαθήτευσα δίπλα στην Λίζα Ζώη και τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο, ήταν «φάροι» για μένα! Η μουσική δεν εκπαιδεύει μόνο, κάνει κάτι βαθύτερο: καλλιεργεί. Σου δίνει αισθητική. Όλα αυτά τα έχουν επιτύχει αυτοί οι άνθρωποι με το παραπάνω και ως εκ τούτου, με επηρέασαν πάρα πολύ.
Τ.Β. Θα σας θυμίσω δυο πολύ σημαντικές στιγμές της πορείας σας: έτος 2001: εξετάσεις για δίπλωμα κλασικής κιθάρας, διάκριση με «Άριστα» και Α΄ βραβείο. Έτος 2018: βραβείο στο 27ο Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας. Στα χρόνια που μεσολάβησαν πώς διαμορφώθηκε η ενασχόλησή σας με την κλασική κιθάρα;
Μ.Κ Ως το 2002 δίναμε συναυλίες με το κουαρτέτο Athenaeum, όπου είμασταν τέσσερις κοπέλες: η Μαρία Τζάνου, η Τιτίνα η Λύρα και η Φανή Γκαβογιάννη. Αυτό το σχήμα ξεκίνησε ως μουσική δωματίου. Ήταν μια ιδέα της κυρίας Ζώη να γίνει ένα σχήμα μουσικής δωματίου, ώστε να μας υποστηρίξει στις εξετάσεις μας. Όμως αυτή η ιδέα προχώρησε. Είχαμε παρουσιαστεί στην τηλεόραση στις εκπομπές «μουσική και μουσικοί», «συν και πλην» κ.ά. Eίχαμε δώσει συναυλία στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας για τους Ολυμπιονίκες του Σύδνεϋ. Eπίσης, είχαμε εμφανιστεί στο “Half Note”. Ήταν η εποχή που είχε καθιερώσει 7-9 πρόγραμμα κλασικής μουσικής και μετά ακολουθούσε τζαζ. Κάναμε πάρα πολλές εμφανίσεις. Είχαμε δώσει συναυλίες και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Τ.Β. Σε ποια εποχή περίπου συμβαίνουν όλα αυτά;
Μ.Κ. Όλα αυτά συμβαίνουν μέχρι αρχές της δεκαετίας του 2000. Μετά παντρεύομαι. Ένα χρόνο αργότερα αποκτώ την κόρη μου και λίγα χρόνια μετά, το γιο μου. Συνέχιζα να κάνω μαθήματα, αλλά δεν μπορούσα, εννοείται, να μελετήσω, γιατί είχα μικρά παιδιά. Ο σύζυγος εργαζόταν πολλές ώρες. Το μεράκι όμως δεν φεύγει ποτέ! Όταν τα παιδιά άρχισαν να μεγαλώνουν και σταδιακά να ανεξαρτητοποιούνται, συνειδητοποίησα ότι μου έλλειπε πολύ η μουσική και ξανάρχισα να μελετάω κλασική κιθάρα. Έτσι αποφάσισα να λάβω μέρος στον 27ο διαγωνισμό κιθάρας Πάτρας. Αυτό ήταν «δίκοπο μαχαίρι». Είχαν περάσει 18 χρόνια! Βέβαια, είχα παίξει σε κουαρτέτο με μουσικούς. Αλλά εκτός από το δίπλωμα και ένα διαγωνισμό στις Αρχάνες αμέσως μετά, (με μια επίσης δυνατή επιτροπή, Θόδωρο Αντωνίου, Γιώργο Κουρουπό, Αλέξανδρο Μυράτ) δεν είχα εμπειρία από ατομικά ρεσιτάλ. Συμμετείχα σε μια συναυλία το 2009 με τη Μαρία τη Τζάνου, με την οποία ίσως συνεργαστούμε ξανά και μια συναυλία το 2013 με το κουαρτέτο από κιθάρες, αποτελούμενο από τους εξής μουσικούς: Αλέξανδρο Κρητικό, Δημήτρη Μάκρη, Γιώργο Τσουράπη. Και οι δύο συναυλίες έγιναν στην αίθουσα συναυλιών του Athenaeum.
H Mαρίκα Κουρσάρη στο Κουαρτέτο μαθητριών του Athenaeum
Τ.Β. Σας στήριξε η οικογένειά σας;
Μ.Κ. Με στήριξε πολύ ο σύζυγός μου και με ενθάρρυνε να συνεχίσω κάτι που είχα αφήσει στη μέση λόγω οικογένειας και τον ευχαριστώ πολύ για αυτό! Τα παιδιά μου τότε ήταν 10 και 14 ετών και χρειάστηκε να κάνουν πολλά πράγματα μόνα τους, δεν μπορούσα να τα βοηθήσω στο βαθμό που τα βοηθούσα πριν. Και τα δύο μου παιδιά ασχολούνται με τέχνες, η κόρη μου με το χορό και ο γιος μου με τη μουσική, οπότε γνωρίζουν πόσο σημαντικό είναι να εκφράζεσαι μέσα από την τέχνη σου. Ήταν εύκολο να αποδεχθούν την προσπάθειά μου, γιατί μεγαλώσανε με κλασική μουσική από βρέφη. Στο σπίτι ακούγαμε Τρίτο Πρόγραμμα. Έτσι με στηρίζουν πάρα πολύ και χαίρονται.
Τ.Β. Γιατί επιλέξατε διαγωνισμό και όχι συναυλία;
M.K: Με το διαγωνισμό σκέφτηκα ότι ήταν ένας καλός τρόπος να ξεκινήσω για να δοκιμάσω τις αντοχές μου. Πήρα μέρος στο διαγωνισμό του 27ου Φεστιβάλ της Πάτρας, την Άνοιξη του 2018. Ήταν μια πολύ «δυνατή» επιτροπή: Έλενα Παπανδρέου, Oscar Giulia, Marcin Dylla, Τάσος Κολυδάς, Μανώλης Βροντινός. Θυμάμαι, με ρώτησε ο Marcin Dylla: «δεν είχες άγχος;» Είχα! Αλλά ήταν τόσο μεγάλη η όρεξή μου να παίξω μουσική, που όλα τα άλλα, τα προσπέρασα. Ήταν αυτό που είχα αγαπήσει, ήταν το μεράκι μου. Αυτό το βραβείο, μου έδωσε την ώθηση να συνεχίσω. Ήταν το «εισιτήριο» για να πάω παρακάτω. Το είδα σαν crash test, (να ελέγξω τα αντανακλαστικά μου, τη μνήμη μου) και όχι ως διαγωνισμό. Ήταν η πρώτη φορά που εμφανιζόμουν σόλο, μετά το δίπλωμα. Ήθελα να παίξω μουσική, για τη μουσική, για τίποτε άλλο! Αυτός ο διαγωνισμός σηματοδότησε την επιστροφή μου στην καλλιτεχνική δραστηριότητα, επιβεβαιώνοντας πόσο εύστοχη είναι μια φράση του Σίγκμουντ Φρόϋντ που διάβασα πρόσφατα: «ευτυχία είναι να κάνεις πραγματικότητα τα παιδικά σου όνειρα…
Από το ρεσιτάλ της Μαρίκας Κουρσάρη, στη Φιλαρμονική Εταιρία του Ωδείου Πατρών
Τ.Β. Μετά το Φεστιβάλ, το βραβείο αυτό σας «άνοιξε» το δρόμο;
Μ.Κ. Σε εκείνο το διαγωνισμό, με άκουσε η Καλλιτεχνική Διευθύντρια της Φιλαρμονικής Εταιρίας του Ωδείου Πατρών, κυρία Βασιλική Φιλιππαίου, η οποία με προσκάλεσε να δώσω ρεσιτάλ στο Ωδείο Πατρών, όπου και εμφανίστηκα το Νοέμβριο του 2018.
Μετά το Φεστιβάλ της Πάτρας, προγραμματίστηκε η σόλο συναυλία μου στο Athenaeum. Είχα την τιμή να παρευρεθούν σημαντικές προσωπικότητες του κιθαριστικού κόσμου: Γιώργος Μουλουδάκης, Γιώργος Μαστρογιαννόπουλος, Αλεξάνδρα Χριστοδήμου κ.ά. και είμαι πολύ χαρούμενη που ανταποκρίθηκαν. Με ενθάρρυναν και νοιώθω ότι υποστήριξαν την κιθαριστική μου πορεία και τους ευχαριστώ πολύ γι΄αυτό. Λίγο αργότερα, αρχές Φεβρουαρίου 2019, συνέπραξα ως σολίστ, με τη Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων υπό τον αρχιμουσικό, Μιχάλη Οικονόμου. Τα «Λυρικά» του Μίκη Θεοδωράκη, πήραν άλλη διάσταση με την Καλλιτεχνική Επιμέλεια του εξαίρετου Γιάννη Μπελώνη. Ήταν μια εξαιρετική συναυλία με πάρα πολύ ωραίες διασκευές.
Τ.Β. Τον Ιανουάριο του 2019, συνεργαστήκατε με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων υπό τη Δ/νση του αρχιμουσικού, Μιχάλη Οικονόμου. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα «δυνατά» και ποια τα «αδύνατα» σημεία στο εγχείρημα σύμπραξης της κλασικής κιθάρας με μια Ορχήστρα;
Μ.Κ. Δυστυχώς, πολύ συχνά καλύπτεται ο ήχος της κιθάρας από την Ορχήστρα. Παρότι υπάρχει ενίσχυση του ήχου, δεν μπορείς να φθάσεις… μια ολόκληρη συμφωνική Ορχήστρα! Θεωρώ ότι η κιθάρα πρέπει να συμπράττει με μικρά σχήματα μουσικής δωματίου. Εκτός αν πρόκειται για έργο ειδικά γραμμένο για κιθάρα και Ορχήστρα, όπως είναι πχ το «Κονσέρτο του Αρανχουέθ» (Concierto de Aranjuez) όπου η κιθάρα έχει πολλά σημεία χάρη στα οποία αναδεικνύεται. Πιστεύω ότι είναι φτιαγμένη για να συμπράττει με άλλες κιθάρες. Αυτό παρατηρούμε να συμβαίνει και σε χώρες όπου η κιθάρα είναι το παραδοσιακό τους μουσικό όργανο πχ Ισπανία, Βραζιλία κ.ά. Εκεί βλέπεις σύνολα κυρίως από κλασικές κιθάρες. Είναι πλέον πάρα πολλοί οι συνθέτες που γράφουν για κιθάρα. Είναι κρίμα να μην το αξιοποιήσουμε αυτό. Άλλωστε, μόνο αν κάποιος γράψει με βάση την κιθάρα, μπορεί να την αναδείξει.
Η Μαρίκα Κουρσάρη συμπράττει με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων υπό τη Δ/νση του αρχιμουσικού, Μιχάλη Οικονόμου.
Τ.Β. Στη συναυλία σας, στο πλαίσιο του φεστιβάλ Κλασικής Κιθάρας «Γιορτές Κιθάρας-2020» ερμηνεύσατε έργα των: Roland Dyens, Henry Purcell, Μιχάλη Ανδρόνικου, Κώστα Γρηγορέα, Νίκου Κυπουργού. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα έργα και τα κριτήρια, βάσει των οποίων τα επιλέξατε;
Μ.Κ. Καταρχήν, όταν ξεκίνησα να διαμορφώνω το συναυλιακό πρόγραμμα, στόχος μου ήταν να παίξω Έλληνες συνθέτες. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να αναδείξουμε τους Έλληνες συνθέτες. Δεν γίνεται να παίζουμε ξένους και όχι τους δικούς μας, όταν έχουμε εκπληκτικούς συνθέτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το έργο «Στα βήματα του Μάρκου» του Κώστα Γρηγορέα. Έχει πιάσει το θέμα τόσο ωραία με τη μελωδία που έχει στο μπάσο και στις ψιλές χορδές, μιμείται το τζουρά, θα έλεγα. Μεταφέρει πολύ όμορφα την ατμόσφαιρα του ρεμπέτικου, αξιοποιώντας παράλληλα τον κλασικό χαρακτήρα της κιθάρας. Τα κομμάτια του Κηπουργού, είναι πραγματικά διαμάντια και έχουν μεταγραφεί με άριστο τρόπο από τον Γιώργο Μουλουδάκη. Το Dyens τον λατρεύω! Πάντα παίζω με βάση το συναίσθημα, οπότε και η επιλογή των κομματιών έχει να κάνει με αυτό. Και στο πρόγραμμα μου στο πλαίσιο του 9ου Φεστιβάλ Κιθάρας Παλαιού Φαλήρου, (21-24 Φεβρουαρίου 2020) πάλι θα ερμηνεύσω Έλληνες συνθέτες. Όταν γράφουν κομμάτια πρέπει και εμείς να τα υποστηρίζουμε, να τα ερμηνεύουμε!
Τ.Β. Θα ήθελα να σταθώ σε ένα σημείο: δεν είναι συνηθισμένο να ερμηνεύονται στην κλασική κιθάρα έργα του Purcell. Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με αυτό το έργο;
Μ.Κ. Σε εντελώς άλλη εποχή και αισθητική, το έργο του Purcell, με φέρνει σε ισορροπία. Πραγματικά, είναι ένα αριστούργημα, ένας μουσικός θησαυρός. Δεν είναι τυχαία η επιλογή. Το έργο αυτό το έχει κάνει διασκευή ο Γιάννης Παπαθανασίου. Θα συμπεριληφθεί στο νέο βιβλίο του κ. Ασημακόπουλου. Είναι δύο κομμάτια μαζί, ένα prelude σε Am για τσέμπαλο και ένα ground σε Dm πάλι για τσέμπαλο. Είναι ένα κομμάτι που όσα χρόνια και αν περάσουν, όσες φορές και αν το ερμηνεύσω, νοιώθω σαν να είναι η πρώτη φορά. Κάθε φορά σκέφτομαι πώς να το αναδείξω και βρίσκομαι με άλλες νότες να βγάζω προς τα έξω. Προσπαθώ όσο γίνεται να μιμηθώ τον ήχο του τσέμπαλου. Έχει ένα μπάσο κοντίνουο από πίσω, το οποίο παίζει συνέχεια το ίδιο θέμα και μια μελωδία που πρέπει να μπορείς να την παρακολουθείς.
Τ.Β. Υπάρχει μια αντίληψη «σύγκρουσης» με τη μελωδία στα πολύ σύγχρονα έργα του 21ο αιώνα. Όταν λέτε «σύγχρονη μουσική» τι σας έλκει περισσότερο;
Μ.Κ. Όταν λέω σύγχρονη μουσική δεν εννοώ το σύγχρονο με την έννοια του ατονάλ. Στα έργα που ερμηνεύω, θέλω να υπάρχει μελωδία. Να κυριαρχεί το συναίσθημα. Ορισμένα έργα είναι τόσο αγριεμένα, τόσο άτονα-πιθανόν επηρεασμένα από το πνεύμα της εποχής- που δεν με «αγγίζουν» καθόλου.
Η Μαρίκα Κουρσάρη διδάσκει σε σεμινάριο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Γιορτές Κιθάρας»
Τ.Β. O γονεϊκός ρόλος, νομίζετε ότι διευκολύνει το ρόλο σας ως παιδαγωγού;
Μ.Κ. Όχι μόνο με διευκόλυνε, αλλά άλλαξε ριζικά τον τρόπο διδασκαλίας μου. Όταν δεν έχεις παιδιά θεωρώ ότι είσαι πολύ πιο απόλυτος και απαιτητικός. Μέσα από τα παιδιά μου, έμαθα πράγματα, ωρίμασα, μαλάκωσα. Έμαθα να κάνω υπομονή και συνειδητοποίησα ότι κάθε παιδί έχει το δικό του τρόπο αντιμετώπισης και τους δικούς του χρόνους. Εκεί είναι η μαγεία! Αν δεν θαυμάσει ο γονιός το παιδί και ο δάσκαλος το μαθητή, τότε ποιος θα το θαυμάσει;
Τ.Β. Ποια είναι τα επικείμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Μ.Κ. Στις 23 Φεβρουαρίου παίζω στο Φεστιβάλ του Παλαιού Φαλήρου, του οποίου καλλιτεχνικοί διευθυντές είναι η Αλεξάνδρα Χριστοδήμου και ο Γιάννης Πετρίδης. Είναι εξαιρετικοί! Επίσης, ετοιμάζω καινούργιο πρόγραμμα για συναυλία προς το τέλος του 2020 με επίκεντρο Έλληνες συνθέτες.
Τ.Β. Θα θέλατε να προσθέσετε κάτι και δεν σας έδωσα την ευκαιρία;
Μ.Κ. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε μια από τις καλύτερες Σχολές κλασικής κιθάρας στον κόσμο! Η νέα γενιά είναι πολύ πιο καταρτισμένη απ΄όλες τις πλευρές και τεχνικά και μουσικά. Είναι μεγάλη μου χαρά που βλέπω τη νέα γενιά να είναι ενωμένη. Συνήθως, ό,τι δεν καταφέρνουμε, κατά βάθος δεν το θελήσαμε πολύ. Αν κάτι το θέλεις πολύ, κατά κανόνα θα γίνει! Γι΄αυτό πιστεύω πολύ στη δύναμη της θέλησης, την επιμονή στους στόχους και τη σκληρή δουλειά.
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Φεβρουάριος 2020
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου
1 Neruda P., Ποιήματα, Αθήνα, Τολίδης 1999. Κύκλος Ποιημάτων: «Εκατό Ερωτικά Σονέτα», Ενότητα: «Βράδυ», Ποιήμα IV, σελ.123