Ida Presti
ακούστε μια σπάνια ηχογράφηση του 1948: Ida Presti plays Sor, F. ANDANTE LARGO OPUS 5-No5
Ακριβώς σαν σήμερα κλείνουν 40 χρόνια από το θάνατο της Ίντα Πρέστι, της μεγαλύτερης κιθαρίστριας που υπήρξε ποτέ.
Ήταν 24 Απριλίου του 1967 αλλά η είδηση του θανάτου της σε μας εδώ έφθασε μια εβδομάδα αργότερα μια και είχε καθίσει στο σβέρκο μας, μόλις τρία εικοσιτετράωρα νωρίτερα, η χουντική δικτατορία.
Εκείνες τις μέρες το ελεγχόμενο Ραδιόφωνο των 2 σταθμών, μέρα νύχτα έπαιζε εμβατήρια, τα ελεγχόμενα τηλέφωνα λειτουργούσαν με δυσκολία, οι ελεγχόμενες εφημερίδες έγραφαν διθυραμβικές ειδήσεις για το στρατιωτικό πραξικόπημα ενώ οι συγκεντρώσεις πέραν των δύο ατόμων είχαν απαγορευθεί. Σ’ αυτό το απέραντο πένθος που κυρίευσε ξαφνικά τον τόπο, ήταν φυσικό να μην ακούσει κανείς τίποτα για την Πρέστι, έμοιαζε άλλωστε και για κακόηχο αστείο η περίπτωση θανάτου αυτού του νέου κοριτσιού των 43 ετών.
Έφυγα για το Παρίσι με την πρώτη πτήση στις αρχές Μαΐου αμέσως μόλις μάθαμε το τραγικό γεγονός. Ο Λαγκόγια συντετριμμένος μου εξιστορούσε όταν τον επισκέφθηκα στη μονοκατοικία τους έξω απ’ το Παρίσι, ότι όλα είχαν συμβεί εντελώς ξαφνικά μετά από ένα κονσέρτο που είχαν δώσει στο Ρότσεστερ της Αμερικής στα πλαίσια της εκεί περιοδείας τους. “…Η Ίντα άρχισε τις αιμοπτύσεις όταν γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και όταν εσπευσμένα οι γιατροί του Νοσοκομείου που μεταφέρθηκε, προσπάθησαν να της τραβήξουν υγρό από την αρτηρία του πνεύμονα για να αναλύσουν το ανεύρισμα που είχε δημιουργηθεί, πέθανε επάνω στην επέμβαση...”
Έτσι ανύποπτα, έτσι απλά, έτσι γρήγορα – σκεπτόμουνα – όπως συχνά συμβαίνει στους ανθρώπους που ξεχωρίζουν, που έχουν να προσφέρουν κάτι παραπάνω σ’ αυτή τη ζωή. Και η Ίντα Πρέστι αναμφισβήτητα υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα στην ιστορία της κιθάρας και ο πρόωρος χαμός της πράγματι στέρησε από την μεγάλη οικογένεια του οργάνου έναν κορυφαίο εκπρόσωπο.
Η Λίζα κι εγώ είχαμε την τύχη να σπουδάσουμε για τρία καλοκαίρια με το διάσημο ντούο Ίντα Πρέστι – Αλεξάντερ Λαγκόγια στην Διεθνή Ακαδημία στη Nice της Γαλλίας. Ήταν η εποχή της ωριμότητάς τους, με περιοδείες ανά τον κόσμο, δίσκους, συμμετοχή σε γνωστά Φεστιβάλ, διθυραμβικές κριτικές. Στην Ακαδημία και τις 3 σαιζόν συναθροίζονταν θυμάμαι, σπουδαστές από κάθε γωνιά του πλανήτη, Ευρώπη, Βραζιλία, Ιαπωνία, Καναδά μέχρι και Αυστραλία. Επί ένα μήνα τα μαθήματα γινόντουσαν σχεδόν σε καθημερινή βάση και κάθε φορά που γυρίζαμε πίσω στην Ελλάδα, είχαμε να συζητάμε για το φαινόμενο Πρέστι. Και πρέπει εδώ να υπογραμμίσω πως δεν ήμασταν δα και πρωτάρηδες για να εντυπωσιαζόμαστε με το παραμικρό. Λίγο ως πολύ ξέραμε όλους τους κιθαριστές και τις επιδόσεις τους ενώ ρεσιτάλ είχαμε ήδη δώσει και μείς αρκετά, είτε ως σολίστες είτε ως ντουέτο. Τούτο όμως το βραχύσωμο θηλυκό με τη φλογερή ματιά και το σπάνιο ταμπεραμέντο, ήταν κάτι το ξεχωριστό, ήταν όπως και να το κάνουμε, το κάτι άλλο. Παίζοντας τις πρώτες νότες, το πρόσωπό της έπαιρνε μια έκφραση παράξενα εμπνευσμένη, τα μικρά της δάχτυλα φαινόντουσαν τεράστια, ενώ απ’ τα σπλάχνα της συχνά πυκνά έβγαινε ένα φύσημα, σαν ρόγχος του θανάτου. Χτυπώντας τις χορδές από τη δεξιά μεριά του νυχιού άκουγες έναν ήχο σπάνιο, κρυστάλλινο και παράλληλα μεστό που δεν ταίριαζε με κανενός άλλου σολίστα στον κόσμο. Κι ήταν αυτός ο ήχος που σε ξετρέλαινε, που πάσχιζες να τον ανακαλύψεις, που δημιούργησε τελικά Σχολή εκείνα τα χρόνια.
Η πρώτη ωστόσο συνάντησή μας είχε γίνει στην Αθήνα, κάπου τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1960. Καλοκαίρι ήταν θυμάμαι, όταν ο δάσκαλός μας ο Δημήτρης Φάμπας έκανε σπίτι του μια σύναξη από μαθητές και φίλους για να γνωρίσουμε το φημισμένο ντουέτο που είχε έλθει στην Ελλάδα για διακοπές. Μεταξύ των άλλων παρών κι ο δικός του δάσκαλος ο γέρο-Νίκος ο Ιωάννου - ο πρώτος διδάξας, εκεί κι ο μακαρίτης ο Χαμηλοθώρης, από κοντά κι ο Νότης, παιδάκι τότε. Ήμασταν θυμάμαι, καμιά δεκαπενταριά – είκοσι άτομα σε κείνη την αλησμόνητη βραδιά που δεν θέλαμε με τίποτα να τελειώσει. Από τις ιστορίες του Λαγκόγια που τις διηγούταν στα Ελληνικά – Έλληνας από την Αίγυπτο ο ίδιος, ονόματι Χατζηιωάννου – μέχρι την ώρα που πιάσανε τις κιθάρες και δεν τους αφήναμε να σταματήσουν, μια αλησμόνητη μουσική πανδαισία. Τι παίξιμο κι αυτό θυμάμαι, τι δεξιοτεχνία, τι μουσική, τι ήχος! Πολύ πιθανό εκείνη τη βραδιά που δεν μου κόλλησε ύπνος όταν γύρισα σπίτι, να καταγράφηκε στο υποσυνείδητό μου η επιθυμία μου να παίξω κι εγώ κάποια μέρα έργα για δυο κιθάρες...
Ο A.Lagoya και η I.Presti στο γάμο των Λ.Ζώη - Ε.Ασημακόπουλου
Αργότερα τα έφερε έτσι η ζωή ώστε όχι μόνο να βρεθώ με τη Λίζα, αλλά να έχουμε στο γάμο μας ως κουμπάρους την Ίντα Πρέστι και τον Αλέξανδρο Λαγκόγια σε ένα από αυτά τα καλοκαίρια που σπουδάζαμε μαζί τους στη Nice, το 1965. Και πρέπει να πω πως αυτή η κουμπαριά έδεσε τη σχέση μας ακόμα περισσότερο, μετατράπηκε σε φιλία. Ήταν η εποχή που το ντουέτο, ασυναγώνιστο, δέσποζε στο κιθαριστικό στερέωμα. Από το Ηρώδειο, που μ’ αυτούς η κιθάρα ακούστηκε για πρώτη φορά το 1961, μέχρι το Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης και από το Φεστιβάλ του Σιμέ μέχρι του Τορόντο, πρόλαβαν να δώσουν εκατοντάδες συναυλίες, να γνωρίσουν την αποθέωση, να παρακινήσουν ένα σωρό κιθαριστές για τη δημιουργία ντουέτου. Πρόλαβαν όμως επίσης να παρακινήσουν και να εμπνεύσουν συνθέτες (Μ. Καστελνουόβο-Τεντέσκο, Χ. Ροντριγκο, Π. Πετί, Σ. Φρανσουά κ.ά) να γράψουν έργα για δυο κιθάρες.
Ωστόσο η τύχη δεν υπήρξε και τόσο φιλική μαζί τους. Έτσι που τα θυμάμαι τώρα και σύμφωνα με όσα η ίδια η Πρέστι μας είχε εκμυστηρευθεί – πράγματα που δεν αναφέρονται στα βιογραφικά σημειώματα – η ζωή από τα νιάτα της ήταν μια τρικυμία: Πάμφτωχο κορίτσι έπαιζε από 6 ετών εδώ κι εκεί συχνά για τα προς το ζην. Το 1932, μόλις οκτώ ετών, έδωσε το πρώτο της ρεσιτάλ, ενώ δυο χρόνια αργότερα έκανε το ντεμπούτο της στο Παρίσι. Ερωτεύεται και, από ανάγκη περισσότερο για στήριγμα μετά το θάνατο των γονιών της, παντρεύεται πολύ μικρή κάποιον Έλληνα ράφτη από τη Μασσαλία και μαζί του αποκτά την Ελίζαμπεθ. Δυστυχώς κάθε άλλο παρά στήριγμα ήταν αυτή η επιλογή αφού σε λίγο η συμβίωση καταντά εφιαλτική: Ο άντρας της όχι μόνο δεν θέλει με τίποτα την κιθάρα, αλλά για την αφοσίωση που δείχνει η Ίντα στη μελέτη, τη χτυπά και τη βασανίζει. Χωρίζει μετά από δυσκολία και όταν το 1952 παντρεύεται τον Λαγκόγια αποκτά μαζί του ένα γιό, τον Συλβάν, αλλά τα οικονομικά και των δυο είναι σε φρικτή κατάσταση. Αρκεί να αναφέρω τη σοφίτα χωρίς θέρμανση που μένουν στο Παρίσι ή το περιστατικό της βραδιάς που μένουν άυπνοι μέχρι να πάρουν το πρωινό τρένο γιατί δεν έχουν ξυπνητήρι.
Πάμπολλα τα περιστατικά και ατέλειωτες οι ιστορίες που συνθέτουν την εικόνα αυτής της παθιασμένης Κορσικανής, αυτού του παιδιού-θαύματος, της Yvette Ida Montagnon (Olga Lo-Presti η Ιταλίδα μητέρα της) που γεννήθηκε στις 31 Μαΐου του 1924 και έμελλε να μην απολαύσει το χειροκρότημα που της αναλογούσε και τη φήμη που εδικαιούτο. Καθώς η φύση έχει φτιάξει τους ανθρώπους να κοιτάζουν πάντα μπροστά, καθώς η αναφορά στο παρελθόν μάλλον εκνευρισμό δημιουργεί στους νέους, η Πρέστι πέθανε και ξεχάστηκε. Για μας όμως ή για όλους όσοι είχαν την τύχη να την ακούσουν έστω και μια φορά, η Ίντα Πρέστι θα παραμένει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μας σαν μια σπάνια προσωπικότητα της κιθάρας με ένα παίξιμο αληθινά εκθαμβωτικό!
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
lizevas@tar.gr
24 Απριλίου 2007
επιλογή πρόσθετου υλικού από τον Κώστα Γρηγορέα