ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΡΙΤΣΑΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Γιώτα Ευταξία
Καρδιολόγος, αναπληρωτής Διευθυντής στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, συνθέτης, συγγραφέας, μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Μουσικής στην Ιατρική (ISMM), ο Θανάσης Δρίτσας έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στην χώρα μας όσον αφορά στην εφαρμογή της μουσικής στην ιατρική, ως μέσο θεραπείας. Έχει αναγνωρισθεί διεθνώς ως πρωτοπόρος για την κλινική κι ερευνητική του δραστηριότητα στη χρήση της μουσικής ως θεραπευτικού μέσου (music medicine), ενώ αποτελεί επίσης διακεκριμένο μέλος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (FESC), διακεκριμένο μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Μουσικής στην Ιατρική (ISMM), καθώς και επίτιμο μέλος του Ελληνικού Συλλόγου Πτυχιούχων Επαγγελματιών Μουσικοθεραπευτών (ΕΣΠΕΜ). Έχει βραβευτεί για την αναμφισβήτητα σημαντική προσφορά του στον τομέα της μουσικής στην ιατρική, ενώ τα μουσικά του έργα έχουν παρουσιαστεί σε πολλές συναυλίες τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό.
Γ.Ε.: Πότε ξεκινήσατε την ενασχόλησή σας με τη μουσική και ποιο ήταν το έναυσμα;
Θανάσης Δρίτσας: Ξεκίνησα τη ζωή μου όντας από πολύ νωρίς δεμένος με τη μουσική, δηλαδή γράφω μουσική από 8 ετών και χωρίς να προέρχομαι από μουσική οικογένεια. Κάποια στιγμή, όταν ήμουν 6 ετών, άκουσα κάποιον στην Καρυά Λευκάδος, όπου είχα μεγαλώσει κάποια χρόνια – ήταν ο πατέρας μου γιατρός- να παίζει κιθάρα. Ήταν δάσκαλος κιθάρας. Αυτό με μάγεψε. Ήταν σαν κάτι που ήρθε από το υπερπέραν και στο οποίο εγώ είχα μία κλίση. Αμέσως, ζήτησα μία κιθάρα και ξεκίνησα να κάνω κάποια μαθήματα, αλλά θυμάμαι ότι από πολύ μικρός ήθελα να κάνω τη δική μου μουσική. Δεν ήθελα να εκτελέσω τόσο μουσικές άλλων, διότι έψαχνα το μέσα μου μουσικά. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε από πολύ νωρίς η σχέση μου με τη μουσική και μάλιστα όταν ήμουν στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού σχολείου, μελοποιούσα ποιήματα που έβρισκα στο αναγνωστικό. Πήγαινα σπίτι και τα μελοποιούσα. Αυτά μπορούσα σαν κείμενα να έρθω σε επαφή. Μελοποιούσα επίσης εμβατήρια για τη σημαία, διάφορα άλλα ποιήματα που δεν με ενδιέφερε αν είχαν μελοποιηθεί ήδη και τα περισσότερα ήταν ρίμες, ομοιοκατάληκτα. Παράλληλα, ξεκίνησα να μαθαίνω μουσική. Από τις πρώτες νότες που μάθαινα, πήγαινα κι έπαιζα κι έβαζα τις δικές μου νότες. Σκάλιζα την κιθάρα. Ύστερα, εννοείται, αποκτούσα σιγά-σιγά γνώσεις. Όταν ήμουν 12-13 ετών περίπου, ξεκίνησα πιάνο, άρχισα να έχω γνωριμία με τους συνθέτες και βεβαίως μετά την εφηβεία προχώρησα κάνοντας ανώτερα θεωρητικά και σύνθεση. Ξεκίνησα με τον Κώστα Κυδωνιάτη, ο οποίος ήταν πολύ σπουδαίος δάσκαλος, κεφάλαιο στη μουσική, με φοβερή εκπαίδευση και ο ίδιος. Εν συνεχεία, ο κύριος δάσκαλός μου στη σύνθεση ήταν ο Γιάννης Ιωαννίδης, μεγάλο επίσης όνομα, τον οποίο τον ακολούθησα για πολλά χρόνια. Είχε πολλούς μαθητές και κάποιοι από αυτούς έγιναν συνθέτες.
Γ.Ε.: Πώς επιλέξατε να σπουδάσετε ιατρική και πώς συνδυάσατε την ιατρική με τη μουσική, το επιστημονικό με το καλλιτεχνικό έργο;
Θανάσης Δρίτσας: Παράλληλα με τις σπουδές μου στη σύνθεση, μπήκα και στην ιατρική. Τελείωσα ένα σχολείο, το οποίο ήταν σχολείο αριστείας, το Βαρβάκειο, όπου γινόταν μεγάλη επιλογή μαθητών. Μέσα στο μυαλό μου υπήρχε ότι αφενός η μουσική είναι για εμένα υπέρτατη αξία, αφετέρου έπρεπε να σπουδάσω και μία επιστήμη. Ήταν τότε και η γραμμή του σχολείου που συνήθως σε οδηγούσε προς τα εκεί. Επέλεξα την ιατρική γιατί θεώρησα ότι είναι πολύ πιο κοντά στον άνθρωπο, παρόλο που η κλίση μου η μεγάλη ήταν τα μαθηματικά και η φυσική. Δεν είχα όμως τεχνοκρατική κοσμοθεωρία. Μου άρεσαν πάρα πολύ τα θεωρητικά μαθηματικά, η θεωρητική φυσική. Δεν μπορούσα για παράδειγμα να γίνω μηχανικός, μου φαινόταν κάτι άψυχο. Με τη βιολογία, με τα κύτταρα, με τον άνθρωπο ένιωθα πολύ πιο κοντά. Είναι ενδιαφέρον ότι το ψάξιμο στον χώρο της μουσικής και της ιατρικής, της μουσικής και της θεραπείας, ξεκίνησε όταν στο γυμνάσιο έπεσε στα χέρια μου ένα περιοδικό που διαβάζαμε οι μαθητές του Βαρβακείου, το οποίο αφορούσε τη φυσική και λεγόταν «Ο φυσικός κόσμος». Το έβγαζε η Ένωση Ελλήνων Φυσικών και περιλάμβανε θέματα φυσικής, αλλά και διάφορα άλλα. Εκεί μέσα διάβασα για πρώτη φορά για ένα πείραμα, το οποίο περιέγραφε την ανάπτυξη των φυτών σε θερμοκήπιο υπό την κλασική μουσική. Πώς δηλαδή μπορεί η κλασική μουσική να βοηθήσει ακόμη και τα φυτά. Είχα συγκλονιστεί από αυτό και αυτό ακριβώς αποτέλεσε το έναυσμα, ήταν ο σπινθήρας για να αρχίσω να ψάχνω πάρα πολύ τη σχέση της μουσικής με το σώμα μας, με τη βιολογία. Από πολύ μικρός λοιπόν είχα αυτή τη σκέψη στο πίσω μέρος του μυαλού μου, αλλά όταν μπήκα και στην ιατρική πολλαπλασιάστηκε και άρχισα πλέον να ψάχνω συστηματικά τη βιβλιογραφία, ξεκίνησα να έχω μία επαφή με το αντικείμενο. Στην ουσία όμως, η συστηματική μου ενασχόληση άρχισε τη δεκαετία του 1990 όταν ήμουν στη Βρετανία, όπου έκανα ειδικότητα καρδιολογίας σε ένα νοσοκομείο του Λονδίνου και ανακάλυψα ότι υπάρχουν διεθνείς επιστημονικοί οργανισμοί, οι οποίοι ασχολούνται με τη μουσικοθεραπεία. Ανακάλυψα ότι υπάρχει το American Music Therapy Association (AMTA) και έγινα συνδεδεμένο μέλος για να μαθαίνω τα νέα τους, να λαμβάνω τα newsletter και άρχισα να παρακολουθώ τι γίνεται επιστημονικά κι επαγγελματικά στο αντικείμενο αυτό. Στη Βρετανία υπήρχαν επίσης κάποιες επιστημονικές ενώσεις, όπως η Βρετανική Ένωση Μουσικοθεραπευτών. Άρχισα λοιπόν να μπαίνω σε αυτό τον κόσμο.
Γ.Ε.: Πότε ξεκινήσατε την εφαρμογή της μουσικής θεραπείας σε ασθενείς και πόσο εύκολο ήταν να γίνει αποδεκτή η θεραπεία αυτή;
Θανάσης Δρίτσας: Το 1995 ξεκίνησα να εργάζομαι στο Ωνάσειο ως καρδιολόγος και είχα στο νου μου να στήσω ένα πρόγραμμα μελέτης της επίδρασης της μουσικής σε ασθενείς, που νοσηλεύονται στο νοσοκομείο, σε ασθενείς με καρδιολογικά προβλήματα, σε ασθενείς που νοσηλεύονται σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Το 1997 λοιπόν, ξεκίνησα το πρόγραμμα αυτό. Στην αρχή, με έβλεπαν κάπως σαν έναν παρανοϊκό, περιθωριακό τύπο, που μπήκε μέσα σε μία μονάδα εντατικής με φορητό cd player. Αν και στο Ωνάσειο υπήρχε ένα υψηλό επίπεδο γενικά, οπωσδήποτε όμως αυτό ήταν κάτι το περίεργο για όλους, αναρωτιόντουσαν τι ακριβώς κάνω. Ύστερα όμως, εξήγησα τις προθέσεις μου, το τι ακριβώς θέλω να μελετήσω. Στην αρχή, συνομιλούσα με τους ασθενείς γύρω από το τι θέλω να κάνω και ακολούθως τους έβαζα μουσική και άρχισα να κάνω διάφορες μετρήσεις την ώρα της μουσικής ακρόασης. Μετρούσα τους παλμούς τους, την πίεση, τους έβγαζα καρδιογραφήματα, παρακολουθούσα τα monitors προκειμένου να συγκρίνω και άρχισα να παράγω κάποιες μελέτες, όπου βλέπαμε τι επίδραση μπορεί να έχει η μουσική.
Γ.Ε.: Πώς επιλέγετε τη μουσική που πρόκειται να βάλετε σε έναν ασθενή; Υπάρχει συγκεκριμένο είδος μουσικής ή κομμάτια που συμβάλλουν στη θεραπεία;
Θανάσης Δρίτσας: Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Όταν ξεκίνησα να χρησιμοποιώ το cd player το δικό μου, έπαιρνα μία συνέντευξη από τον ασθενή, προκειμένου να μάθω το μουσικό του ιστορικό. Με τι μουσική είναι οικείος, τι μουσική άκουγε σαν μικρό παιδί, τι άκουγαν οι γονείς του στο σπίτι, αν έχει μουσική παιδεία, αν του αρέσει η κλασική μουσική. Προσπαθούσα δηλαδή, να αντλήσω όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες και ανάλογα προσπαθούσα να εστιάσω στη μουσική που του άρεσε. Βέβαια, αυτό δεν είναι εύκολο όταν έχεις να δουλέψεις με πολλούς ανθρώπους και είσαι σε ένα νοσοκομείο. Επέλεγα διάφορα είδη μουσικής, ψάχνοντας και ερευνώντας και το τι γίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Έκανα ένα mix, χρησιμοποιούσα και λίγο κλασική μουσική, κάποια ελληνικά ορχηστρικά. Πάρα πολύ έχω χρησιμοποιήσει του Μ. Χατζιδάκι «15 εσπερινοί» που ξέρω ότι είναι και η κουλτούρα μας ή χρησιμοποιούσα «Το Όραμα» του Β. Παπαθανασίου. Είχα χρησιμοποιήσει επίσης μέχρι και δημοτικό, ηπειρώτικα όπως ο «Σκάρος» για κλαρίνο και γενικά ορχηστρικά. Δεν χρησιμοποιώ τραγούδια, γιατί ψάχνοντας τη βιβλιογραφία, το ζητούμενο για έναν άνθρωπο που έχει καρδιακά προβλήματα είναι η χαλάρωση, η ηρεμία. Μέσα από την ακρόαση της μουσικής, θέλω να μειώσω το άγχος, το stress και την αδρεναλίνη που κυκλοφορεί σε κάποιον, ο οποίος έχει πάθει ένα έμφραγμα ή που έχει κάνει μία πρόσφατη επέμβαση. Το σώμα είναι στρεσαρισμένο , υπάρχει φόβος, οι παλμοί είναι αυξημένοι, ανεβαίνει η πίεση. Επομένως, σε αυτές τις περιπτώσεις η μουσική πρέπει να είναι ονειρική, ταξιδιάρικη, χαλαρωτική. Το πιο σωστό λοιπόν, είναι να επιλέγει κανείς μουσική που αρέσει και που είναι οικεία στον κάθε άνθρωπο. Η κλασική μουσική είναι πολύ καλύτερη, αν κάποιος έχει μεγαλώσει με αυτή την κουλτούρα, αλλά γενικά τα χαλαρά adagio, andante των Mozart, Bach, Vivaldi έχουν μία εξαιρετική επίδραση. Σε πολλούς ασθενείς έχω δουλέψει πάρα πολύ με Mozart. Μάλιστα, η θεωρία για τη θεραπευτική αξία της μουσική του Mozart ξεκίνησε από μία σονάτα που έχει χρησιμοποιηθεί πειραματικά, την Κ. 448 in D Major για δύο πιάνα, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί επίσης και σε επιστημονικές εργασίες και συγκεκριμένα ξεκίνησε γύρω στο 1995 από έναν νευροψυχολόγο ονόματι Rausher, από τον Καναδά αν δεν κάνω λάθος.
Γ.Ε. :Υπάρχει μία διάκριση μεταξύ της βιωματικής μουσικοθεραπείας και του music medicine (μουσική ως φάρμακο). Μπορείτε να αναφερθείτε πιο αναλυτικά στη διάκριση αυτή;
Θανάσης Δρίτσας: Είναι σημαντικό να εξηγήσουμε αυτή τη διάκριση. Μουσικοθεραπεία δεν είναι μόνο ακούω μουσική. Είναι μία επιστήμη που σπουδάζει κανείς. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν έχουμε πολύ ανθηρή μουσικοθεραπευτική εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, στη βιωματική μουσικοθεραπεία αναπτύσσεται μία σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου μέσα από τη μουσική, η οποία εκεί δεν κρίνεται αισθητικά, αλλά είναι ένα προϊόν που γεννιέται εκείνη τη στιγμή και μπορεί να περιλαμβάνει ακόμα και κραυγές και ψίθυρους και γρατζουνίσματα, αυτοσχέδια τραγούδια και στίχους. Έχει πάρα πολλές εφαρμογές στην αναπτυξιακή ιατρική, στη νευρολογία, στον αυτισμό και σε διάφορες άλλες περιπτώσεις, ακόμη και στην ογκολογία. Στη βιωματική θεραπεία απαιτείται ένας θεραπευτής, ο οποίος έχει εξειδικευτεί και κάνει μία ζωντανή παρέμβαση. Στο music medicine (μουσική ως φάρμακο), το οποίο εφαρμόζω κι εγώ, προσπαθούμε να φέρουμε τον άνθρωπο σε μία συχνότητα που θέλουμε να τον «κουρδίσουμε», ενώ στη βιωματική θεραπεία προσπαθούμε να βρούμε τη δική του συχνότητα, την ιδιοσυχνότητά του. Το music medicine είναι στην ουσία η ακρόαση προεπιλεγμένης μουσικής. Στο νοσοκομείο είναι σαφώς πιο εύκολο να εφαρμοστεί αυτό, ιδιαίτερα για ανθρώπους που έχουν προβλήματα καρδιάς, που νοσηλεύονται σε μια μονάδα, μετά από χειρουργείο που δεν είναι εύκολο να μετακινηθούν, που μπορεί να έχουν τομές στο σώμα τους. Σε αυτό το είδος μουσικοθεραπείας χρησιμοποιούμε ακουστικά καλής ποιότητος και ο ασθενής έχει τη δυνατότητα να ρυθμίζει την ένταση. Με αυτόν τον τρόπο επίσης, ο ασθενής απομονώνεται από το περιβάλλον και είναι εστιασμένος σε αυτό που ακούει. Επιπροσθέτως, μπορεί να ακούσει και το βράδυ. Αυτά συνδέονται με ένα κεντρικό σύστημα μετάδοσης, το οποίο εγκαταστήσαμε στο Ωνάσειο το 2000, με τη βοήθεια ενός χορηγού. Στο σύστημα αυτό, υπάρχει ένα cd player, το οποίο είναι συνδεδεμένο με όλα τα κρεβάτια, ενώ επίσης αναγράφονται και κάποιες ρυθμίσεις βασισμένες σε Αμερικάνικα νοσοκομεία. Έχει μεγάλη αξία η μουσική σαν music medicine. Ο στόχος της μουσικοθεραπείας όμως, είναι να αναδύσει τη δημιουργική έκφραση του ανθρώπου. Όλοι έχουμε μέσα μας κρυμμένο ένα μουσικό παιδί. Ο θεραπευτής προσπαθεί με το κλειδί του να «ξεκλειδώσει» αυτό το σεντούκι που έχει τους προσωπικούς του ήχους.
Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι η μουσικοθεραπεία συνιστά ένα πολύ σημαντικό συμπλήρωμα. Δεν αντικαθιστά τα φάρμακα, τους γιατρούς, τις επεμβάσεις. Όταν παρατηρούμε όμως ότι η μουσική μειώνει τους καρδιακούς παλμούς, ανακουφίζει τον πόνο, βελτιώνει τον ύπνο, είναι κάτι που το κάνουν τα φάρμακα, άρα μειώνεται και το κόστος. Επομένως, έχει και οικονομικές διαστάσεις αυτό.
Γ.Ε.: Μπορεί κάποιος ασθενής να επιλέξει το είδος της μουσικής που επιθυμεί να ακούσει;
Θανάσης Δρίτσας: Από το κεντρικό σύστημα μετάδοσης ακούνε όλοι μία γενική επιλογή. Ωστόσο, στις μέρες μας που η τεχνολογία έχει εξελιχθεί, μπορούμε σε κάποιον ασθενή να δώσουμε τη μουσική επιλογή που επιθυμεί, μέσω ενός usb ή ενός iPod. Ακόμη μπορούμε να κάνουμε μία συζήτηση μαζί του σχετικά με τις επιλογές του.
Γ.Ε: Έχει υπάρξει ασθενής που να είναι αρνητικός απέναντι στη θεραπεία μέσω της μουσικής;
Θανάσης Δρίτσας: Πολύ σπάνια. Γενικά θεωρώ ότι οι άνθρωποι που δεν τους αρέσει η μουσική είναι ελάχιστοι και χρειάζονται κάποια ψυχολογική έρευνα. Η μουσική, όπως αναφέρει ο Stravinsky στη «Μουσική Ποιητική», υπερβαίνει το λόγο. Είναι το κομμάτι που μας συνδέει με τον ουρανό κι εκφράζει την παλιά πνευματικότητα του ανθρώπου. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, πριν εκπέσει ο άνθρωπος από τον παράδεισο, οι οντότητες που βρισκόντουσαν εκεί, σαν να επικοινωνούσαν μόνο με μουσική. Ύστερα όμως, χάσαμε αυτό το προνόμιο και πέσαμε στο αμάρτημα του λόγου. Ο Stravinsky αναφέρει επίσης, ότι οι άγγελοι επικοινωνούν με τον Θεό ψάλλοντας. Όσο πιο ψηλά βρίσκεται ένας άγγελος στην ιεραρχία, ψέλνει πολύ πιο απλές νότες, δίχως να γνωρίζουμε το μεγαλείο τους. Μπορεί να ψέλνει ακόμη και μία μόνο νότα. Υπάρχει μία αφαίρεση και μία σοφή απλότητα. Όσο πιο χαμηλά όμως βρίσκεται ένας άγγελος στην ιεραρχία, οι μελωδίες είναι πιο μπερδεμένες. Είναι κάτι ακατάληπτο.
Γ.Ε.: Από τις μελέτες που έχετε πραγματοποιήσει, τι πόρισμα έχετε βγάλει όσον αφορά τους ασθενείς που ακούνε μουσική, σε σχέση με εκείνους που δεν ακούν;
Θανάσης Δρίτσας: Γενικά έχουμε πραγματοποιήσει πολλές ερευνητικές μελέτες. Επιλέγαμε δύο ομάδες, όπου η μία ομάδα άκουγε μουσική, ενώ η άλλη όχι, προκειμένου να μπορέσουμε να κάνουμε τις συγκρίσεις. Για να είναι αντικειμενικά τα αποτελέσματα εφαρμόζαμε συγκεκριμένο τύπο επιστημονικής μελέτης που ονομάζεται τυχαιοποιημένη ελέγχου (randomized controlled), δηλαδή δεν διαλέγουμε προσωπικά τα άτομα για να αποφευχθεί τυχόν προκατάληψη, επίδραση του παρατηρητή, αλλά γίνεται τυχαία επιλογή.
Αδιαμφισβήτητα, οι άνθρωποι που άκουγαν μουσική είχαν πιο χαμηλούς καρδιακούς παλμούς, μία τάση για χαμηλότερη πίεση, είχαν επίσης καλύτερους δείκτες ποιότητας ζωής για το διάστημα που νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο, καθώς και λιγότερο stress, το οποίο το μετρούσαμε μέσα από ειδικά ερωτηματολόγια που περιλαμβάνουν ερωτήσεις, οι οποίες αφορούν το άγχος, καθώς και την αίσθηση πόνου που μπορεί να έχει ο ασθενής, Επιπροσθέτως, υπάρχουν μελέτες, οι οποίες αποδεικνύουν ότι με τη βοήθεια θεραπευτικής μουσικής μετά από ένα χειρουργείο, ο ασθενής μπορεί να συντομεύσει το χρόνο που μένει μέσα στην μονάδα. Επιπλέον, η μουσική βοηθά και στον ύπνο. Οι ασθενείς όντας πιο ήρεμοι, πιο χαλαροί, κοιμούνται καλύτερα. Συνοψίζοντας, η μουσική συμβάλλει σημαντικά στη διαχείριση του άγχους, του πόνου, στην βελτίωση του ύπνου. Επιπλέον, έρευνες έχουν αποδείξει ότι η μουσική συμβάλλει σημαντικά ακόμη και στην αφύπνιση του ανθρώπινου εγκεφάλου, όταν βρίσκεται σε κώμα.
Πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι η μουσική όταν είναι ονειρική, βγάζει το νου έξω από το σώμα και όταν λέω νου, το αντιστοιχώ με τον αγγλικό όρο mind. Το mind δεν είναι brain, είναι ευρύτερο. Ο νους λοιπόν, περιλαμβάνει μία ευρύτερη πνευματικότητα, το ψυχικό. Είναι το μη σωματικό μας κομμάτι. Γι’ αυτό το λόγο και η μουσικοθεραπεία κατατάσσεται στα mind-body therapies.Πιστεύουμε δηλαδή ότι το σωματικό και το μη σωματικό κομμάτι είναι σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Όταν το ένα χαμηλώνει, δυναμώνει το άλλο. Είναι ολιστικές θεραπείες, απευθύνονται συνολικά στον άνθρωπο, στο νου και το σώμα, στην ολότητα της ύπαρξής του και όχι μόνο σε ένα κομμάτι του. Επομένως και η θεραπεία πρέπει να είναι ολιστική, διότι θεραπεύουμε ασθενείς και όχι ασθένειες. Κάθε ασθενής μπορεί να έχει διαφορετική ασθένεια αν και η διάγνωση μπορεί να είναι ίδια. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος μπορεί να πάσχει από έμφραγμα, αλλά όλοι οι εμφραγματίες δεν έχουν την ίδια ακριβώς ασθένεια, είναι το πώς τη βιώνουν.
Γ.Ε.: Στο Ωνάσειο πραγματοποιούνται μία φορά το μήνα ζωντανές συναυλίες. Πότε ξεκίνησε αυτή η δράση;
Θανάσης Δρίτσας: Αυτή είναι πράγματι μία πολύ σημαντική δράση, που γίνεται στο Ωνάσειο και πραγματοποιείται μία Τετάρτη το μήνα. Γίνεται εδώ και 4 χρόνια. Έχουν λάβει μέρος πολλοί γνωστοί καλλιτέχνες και μουσικά σχήματα ανιδιοτελώς, ανάμεσά τους ο Μίλτος Λογιάδης, ο Χρήστος Ζερμπίνος, ο Λυκούργος Αγγελόπουλος και πολλοί άλλοι. Αυτή η δράση είναι πολύ σημαντική καθώς δημιουργεί ένα αίσθημα αισιοδοξίας στους ασθενείς, στους επισκέπτες και στο προσωπικό και τονίζει την ανθρωπιά. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν σοβαρά προβλήματα κι εκείνη την ώρα αισθάνονται μεγάλη χαλάρωση και αντλούν θετική σκέψη. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει επίσης ότι η μουσική και εν γένει η τέχνη μέσα στο νοσοκομείο δημιουργεί ένα αίσθημα εμπιστοσύνης από τον ασθενή προς τον γιατρό. Όταν ο ασθενής έχει αποκομίσει μία εμπειρία των δρώμενων αυτών, εμπιστεύεται τον γιατρό του ή τον νοσηλευτή και επομένως μπορεί να ακολουθήσει τις οδηγίες του και να τον σεβαστεί. Η τέχνη επομένως, γεφυρώνει την εμπιστοσύνη, βοηθά στην καλύτερη επικοινωνία μεταξύ γιατρού και ασθενή, δημιουργεί θετικό αίσθημα, θετική σκέψη και απομακρύνει αυτή την εικόνα του φόβου και της θλίψης που έχουν οι άνθρωποι για τον χώρο του νοσοκομείου. Μέσω αυτών των δράσεων, δίνουμε χαρά και ζωή.
Γ.Ε: Στις 5 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε στον Ιανό η παρουσίαση μίας ανανεωμένης έκδοσης του βιβλίου σας ''Η μουσική ως φάρμακο''. Πείτε λίγα λόγια για το βιβλίο αυτό.
Θανάσης Δρίτσας: Πρόκειται για μια ανανεωμένη έκδοση του βιβλίου, η οποία βγήκε τέλος του 2018. Στο βιβλίο αυτό αναφέρω πολύ εκτεταμένα και τις δικές μου μελέτες, αλλά και την ιστορία της μουσικοθεραπείας στην ιατρική. Συμμετέχουν επίσης ως συγγραφείς, δύο σπουδαίοι Αμερικανοί, οι οποίοι μου έκαναν την τιμή να γράψουν δύο κεφάλαια. Ένας αναισθησιολόγος που έχει ασχοληθεί πολύ με τους εμβρυϊκούς ήχους και πώς μπορεί αυτοί να είναι θεραπευτικοί για το νεογνό, καθώς και μία κορυφαία συγγραφέας και ερευνήτρια που ήταν και πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής Εταιρείας Μουσικοθεραπείας. Έχει αναλύσει όλες τις παγκόσμιες κλινικές μελέτες, δηλαδή τις μελέτες που μας δίνουν τα στοιχεία για να καταλάβουμε τι ενδείξεις έχει η μουσική στην ιατρική σε διάφορες ειδικότητες και ποια είναι τα αποτελέσματα.
Γ.Ε: Στις 22 Μαρτίου, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νερού, θα πραγματοποιηθεί συναυλία στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, με θέμα ''Υδάτινα Όνειρα'', όπου θα ερμηνευτούν δικές σας συνθέσεις και θα διαβαστούν δικά σας κείμενα. Πείτε μου λίγα λόγια για τη συναυλία αυτή καθώς και για τα κομμάτια σας.
Θανάσης Δρίτσας: Έχω μία ιδιαίτερη σχέση με το νερό, το οποίο είναι και αυτό θεραπευτικό, όπως και η μουσική. Η ζωή προήλθε από τη θάλασσα, από το νερό και για να ηρεμήσουμε επιστρέφουμε στη μήτρα, στο αμνιακό υγρό, γιατί και το έμβρυο μέσα στην κοιλιά της μητέρας του κολυμπάει. Αλλά, το νερό έχει και μια ποιητική. Υπάρχει κι ένας σπουδαίους φιλόσοφος, ο Gaston Bachelard, o οποίος έχει ασχοληθεί με την ποιητική και τη φιλοσοφία που έχει το νερό σε στάσιμη μορφή και σε κινούμενη. Σημαίνει πολλά πράγματα, έχει πολλές λειτουργίες. Το νερό κυλάει, μεταβάλλεται, όπως και η μουσική. Εγώ, σε αυτή την παράσταση παίζω με διάφορες ποιητικές φράσεις που είναι οι τίτλοι των έργων, από συλλογές έργων που έχω κάνει εγώ με τίτλο «Υδατογραφίες». Συγκεκριμένα, θα παρουσιαστούν κομμάτια για solo πιάνο, για πιάνο και βιολί , για τσέλο-πιάνο, αλλά και για πιάνο, βιολί και τσέλο. Το δίδυμο τσέλο-πιάνο θα παρουσιάσει έναν συνδυασμό για τραγούδια χωρίς λόγια, αλλά ο άξονας είναι το υδάτινο. Ανάμεσα στα κομμάτια, θα παρουσιαστούν δικά μου κείμενα ποιητικής μορφής, από μία έκδοση κυρίως που έχω κάνει που ονομάζεται «Δύο ποιητικοί μονόλογοι» και στα οποία θα ασχοληθώ φιλοσοφικά και ποιητικά με την έννοια του νερού, σε διάφορες μορφές που είναι το παγωμένο νερό, το ενυδρείο. Μάλιστα, αναφέρω μία φράση που λέει ''είμαι ντυμένος κόκκινο ψάρι''. Είμαι εγώ και δραπετεύω σε ένα ενυδρείο. Ίσως είναι και η τάση να δραπετεύσω, αλλά δραπετεύω ως κόκκινο ψάρι. Μου αρέσουν τα ενυδρεία, διότι έχουν μία γαλήνη. Σε αυτό τον κόσμο του θορύβου και του τρομερού άγχους, του αστικού τοπίου, αναζητά κανείς μία λύτρωση και προσπαθεί να χωθεί σε ένα ενυδρείο. Έχει κάτι γαλήνιο η επαφή με τα ψάρια. Τον κόσμο αυτό τον βλέπω λιγότερο ακίνδυνο και πιο φυσικό. Δεν έχει την επιθετικότητα του αστικού τοπίου. Όλο αυτό κρύβει μία ψυχολογία.
ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΥΛΙΑΣ, ΚΛΙΚ ΕΔΩ!
Γ.Ε: Ο Γερμανός ρομαντικός συνθέτης Ρόμπερτ Σούμαν είχε πει: ''Το καθήκον του καλλιτέχνη είναι να φωτίζει το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής''. Πιστεύετε ότι το έχετε καταφέρει μέσα από τον συνδυασμό της μουσικής με την ιατρική;
Θανάσης Δρίτσας: Πάντα πίστευα ότι η μουσική έχει μία ουσία περισσότερη από την έννοια της διασκέδασης. Είναι κάτι πολύ ιερό για εμένα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω ότι το ρήμα διασκεδάζω προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «διασκεδάννυμι» , το οποίο σημαίνει εκτροπή. Διασκέδαση στην ουσία σημαίνει μουσική για λήθη. Ο Μάνος Χατζιδάκις μάλιστα είχε πει χαρακτηριστικά « Η μουσική δεν είναι για τους φορτηγατζήδες της νύχτας για να νικήσουν τον ύπνο που τους κυριεύει. Η μουσική απαιτεί αθωότητα και μνήμη». Η μουσική επομένως, δεν είναι μόνο για διασκέδαση, αλλά έχει μία άλλη ουσία. Είναι πιο κοντά νομίζω στο νόημα του όρου «ψυχαγωγία», με την έννοια ότι είναι αγωγή ψυχής, αλλά και φάρμακο. Πολλοί άνθρωποι όμως τη συγχέουν με το ρήμα «διασκεδάζω», αλλά όπως προανέφερα το ρήμα αυτό σημαίνει ότι θέλω να ξεχάσω, να χαθώ. Ωστόσο, πάντα πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω ότι η ουσία της μουσικής είναι κάτι πολύ ιερό και απαιτεί αθωότητα και κυρίως μνήμη, δεδομένου ότι η μουσική συνδέει τον άνθρωπο με τα πάντα. Με τα παιδικά του χρόνια, με τους γονείς του. Είμαστε δεμένοι με τον ήχο πιο πριν από το φως, αν συλλογιστούμε ότι ένα έμβρυο αναγνωρίζει τη φωνή της μητέρας του ή ακούει τον καρδιακό της παλμό, χωρίς να βλέπει. Το γεγονός αυτό είναι πολύ σημαντικό και σε αυτό οφείλεται και η μεγάλη αξία που έχει η μουσική. Θα ήθελα να προσθέσω όμως και το δέσιμο της μουσικής με την κοινωνία, γι’ αυτό και οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν τη μουσική στον κορμό της παιδείας. Θεωρούσαν ότι με τη μουσική αποκτάς κι άλλες δεξιότητες και σήμερα η νευροεπιστήμη αποδεικνύει ότι τα παιδιά που μαθαίνουν μουσική, έχουν καλύτερες δεξιότητες στο χειρισμό της γλώσσας, στα μαθηματικά, στην ανεξαρτησία των κινήσεων. Εάν παίζουν σε ορχήστρα, μαθαίνουν τι σημαίνει επικοινωνία και συνεργασία. Διαθέτουν ένα απίστευτο εργαλείο για τη ζωή τους.
Γιώτα Ευταξία
(Μάρτιος 2019)
gteftaxia@gmail.com
Φοιτήτρια του Τμήματος Μουσικών Σπουδών
του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)