ZipUnzip
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
("Τα δυο αδέρφια" - Pablo Picasso, 1906)
Εν θερμώ
Χθες βράδυ, Σάββατο, του Αγίου Νικολάου, στις 9 και κάτι, ένας «ειδικός φρουρός» όπως λένε στις ειδήσεις, πυροβόλησε και σκότωσε έναν έφηβο 15 ετών. Το όνομά του είναι Αλέξανδρος, και οι δημοσιογράφοι μένουν σε αυτό και μόνο, ίσως επειδή –παραδόξως- διαισθάνονται τη σημασία του γεγονότος πέραν των λεπτομερειών.
Όλα συνέβησαν στην περιοχή των Εξαρχείων, την πάλαι ποτέ γειτονιά των μαύρων αγγέλων της δικής μας εφηβείας, που πρωτοστατούσαν σε επιθετικές-αμυντικές πράξεις κάθε βεληνεκούς προς την αστική βαρβαρότητα που τους έπνιγε, υπερασπιζόμενοι μια παρουσία στο σκοτεινό μέλλον που διαισθάνονταν να καταφθάνει απειλητικό από τις πρώτες κιόλας μέρες της «εξέγερσης του πολυτεχνείου».
Το παράξενο σ’ αυτόν τον χθεσινό φόνο, είναι πως εδώ είχαμε να κάνουμε με ένα παιδί οικογένειας των βορείων προαστίων, και -απ’ ότι ακούγεται- μακράν της ιδεολογικής και ταξικής βάσης που τροφοδοτούσε τους εξεγερμένους των προηγουμένων ετών. Η κοινωνία μας δύσκολα θα αρθρώσει τώρα τις γνωστές επωδούς για τους «από κει», τους καταραμένους, εκείνους που δεν καταλαβαίνουμε και που δεν είναι ανάγκη κιόλας να καταλάβουμε, αφού αυτοί θα ζουν για πάντα στο περιθώριο του μέλλοντός μας, θα παραμένουν περίκλειστοι στον μικρόκοσμο που διάλεξαν για να προφυλαχθούν από τη δική μας δεσπόζουσα αλητεία. Τι θα πουν τώρα οι δημοσιογράφοι; Τι οι πολιτικοί; Ποιο άλλοθι θα εφεύρουν για να σηκώσουν έξω απ’ το ημίψηλο του ταχυδακτυλουργού, ως κατάλευκο λαγό της εθελούσιας στραβωμάρας μας;
Αλέξανδρος vs. Διογένης
Ο μικρός Αλέξανδρος αιμορραγεί στο πεζοδρόμιο μόνος, σε πείσμα της «μεγάλης» ιστορίας αυτού του τόπου, υπενθυμίζοντάς μας ότι τα ονόματα δεν δίνονται χωρίς λόγο. Κάποια τύχη -αγαθή ή όχι- έρχεται με έναν μυστηριώδη τρόπο να χρίσει ήδη μέσα απ’ τα νερά της κολυμπήθρας τις δυνατότητες του άγνωστου ακόμα χρόνου που θα ‘ρθει, στέκεται εκεί σαν ύπουλος καταλύτης, περιμένοντας τη στιγμή που θα ενεργήσει για να δικαιωθεί η ονοματοθεσία του νεοφώτιστου. Σ’ αυτή την περίπτωση ο δαίμονας της ονοματοθεσίας ενήργησε με ένα χιούμορ τραγικό:
Αυτός, ο «μικρός» Αλέξανδρος, με το άγραφο στις έγνοιες χαμόγελο και τη μπάλα ποδοσφαίρου στα χέρια του, θα λάμψει -χωρίς να το’ χει καν θελήσει- σαν ολοστρόγγυλη νεκρική σελήνη των τύψεών μας, σαν πλήρες σύμβολο εκείνου του ανώνυμου ήρωα που δεν πρόφτασε να είναι “Alexander the Great”, αλλά που μπορεί γι αυτό και μόνο να μας αφήνει στα μάγουλα το κοκκινάδι μιας ντροπής, κάθε που θα αναλογιζόμαστε τι βιαιότητας πρότυπα επιτρέψαμε στα βιβλία των παιδιών. Όχι, αυτός ο Αλέξανδρος μοιάζει πιο πολύ με τον Διογένη τον κυνικό, που απαιτεί με την αγνότητα του χαμόγελού του μια ευτυχισμένη θέση στην αφάνεια την ιστορίας, μια φωτισμένη ζωή στο περιθώριο του μεγαλείου. Εμείς, ως συνεπείς επαρχιώτες, θελήσαμε για πρότυπο τον άλλον Αλέξανδρο, και μάλιστα εκείνον τον Χολυγουντιανό, αφού μας έδινε με την ευλογία των υπερδυνάμεων μια ταυτότητα ισχυρή για τα δικά τους μέτρα, εκείνη ακριβώς που ζητιανεύουν και οι γειτόνοι μας οι Σκοπιανοί. Ε, ναι, θα ήταν ντροπή να παραμείνουμε μικροί…
Ηθικός αυτουργός στο σαλόνι μας
Να κλάψεις, να φοβηθείς, να κουνήσεις το κεφάλι σου, να κάνεις ζαπ σε όλες τις λεπτομέρειες, να συγκινηθείς;… Πέραν του τραγικού του ίδιου του γεγονότος –για το οποίο κανείς έξω απ’ την οικογένεια του Αλέξανδρου δεν μπορεί να μιλήσει με ειλικρίνεια- υπάρχει κάτι που αφορά όλους μας.
Τι είναι εκείνο που οπλίζει το χέρι του δολοφόνου; Ποια αλλοτρίωση του βλέμματος είναι που οδηγεί τον φρουρό να βλέπει απέναντι όχι το παιδί του αλλά έναν εχθρό; Ποια ομογενοποίηση του κοινού αισθήματος είναι που σπρώχνει το δάχτυλο προς τη σκανδάλη; Ποια από-συναισθηματοποίηση της καθημερινότητας είναι που χωρίζει τους ανθρώπους σε δικούς μας και σε ξένους; Τελικά ποια τυφλή αποκτήνωση είναι που μας οδηγεί στο να διαχωρίζουμε τις ενέργειές μας με βάση τις νομικές συνέπειές τους και μόνο;
Υπάρχει ήθος πέραν των δικαστηρίων; Ποια πρότυπα μας φέρανε σ’ αυτή τη δεσπόζουσα χρησιμοθηρία, που κανονικά θα έπρεπε να επιτρέπεται μόνο στα λερωμένα τραπέζια των στρατιωτικών επιτελείων; Ποιος ξύλινος μαστός μας βύζαξε για χρόνια, έτσι που να ξεχάσουμε τη ζωή όπως πάλλεται μέσα στην Παράβαση;
Ο αλήτης βρίσκεται μέσα στο σπίτι μας, και είναι επείγον να τον ανακαλύψουμε πρώτιστα εκεί. Παλιά λέγανε: «με στραβό θα κάτσεις, το πρωί θ’ αλληθωρίζεις». Εμείς έχουμε προχωρήσει πολύ πέρα απ’ αυτή την ήπια κατάσταση. Συνηθίσαμε στο πρόσωπο του τέρατος -που έλεγε παλιά ο Χατζιδάκις και εθεωρείτο γραφικός- και τώρα ξαφνιαζόμαστε μόνο όταν μας δαγκώνει τα μούτρα με την απεχθή μασέλα του.
Το πιγκ-πογκ των κωφαλάλων
Στο περιθώριο αυτών των ανεξέλεγκτων συνειρμών, το μάτι μου έπεσε πάνω στη φάτσα του Κύρτσου και του Λαζόπουλου σε δυο διαφορετικά κανάλια, σήμερα, βράδυ της Κυριακής, και ενώ η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, ο Βόλος, η Πάτρα, τα Χανιά, το Ηράκλειο καίγονται, από αυτούς που οι δημοσιογράφοι μέσα στην αμορφωσιά τους ή την ηλιθιότητά τους λένε αναρχικούς, κουκουλοφόρους, αριστεριστές, γνωστούς-αγνώστους, αντιεξουσιαστές… Κάθε ταμπέλα είναι ευπρόσδεκτη εφόσον σε απαλλάσσει απ’ τον κόπο να σκεφτείς.
Ο κύριος (τρόπος του λέγειν, αλλά αυτό εσείς θα το πείτε) Κύρτσος, είχε τη γενναιότητα κατ’ αυτόν -τη φασιστικού τύπου αναλγησία κατ’ εμέ- να παρακάμψει τη φόρτιση των φίλων της οικογενείας και να πει με την ξύλινη φωνή του (φωνή πολιτικού ασφαλώς) ότι είναι ανεπίτρεπτη για τη δημοκρατία μας αυτή η τυφλή βία που παρατηρούμε, αυτές οι καταστροφές περιουσιών, αυτή η αντιπολιτευτικού περιεχομένου υπερτόνιση του συμβάντος, και άλλα τέτοια ψύχραιμα. (Στο χωριό μου αυτά τα όντα τα λένε κάπως, αλλά ας προσπαθήσω για τώρα να παραμείνω με τη σειρά μου ψύχραιμος. Δεν διαθέτω άλλωστε την ευτυχή φτιαξιά και την αληθινή Ευγένεια των πάλαι ποτέ Εξαρχείων.)
Ένα κορίτσι που μιλούσε στο τηλέφωνο και που ήταν αυτόπτης μάρτυς των εκεί γεγονότων-μάλλον έφηβη, μάλλον ευγενής, αλλά που δε μασούσε από τέτοια τηλεοπτικά κόλπα- είχε την πραγματική γενναιότητα να του ανταπαντήσει:
«Εγώ κύριε Κύρτσο δεν ξέρω σε ποιόν πολιτικό χώρο ανήκετε. Και ξέρετε γιατί δεν ξέρω; Γιατί διαλέγω να μην σας ξέρω!»
Θα συνέχιζε αν την άφηναν: «Διαλέγω να μην σας ξέρω, εσάς, που μέσα απ’ τα καλοπληρωμένα παράθυρα των σταθμών και φορώντας τις παρωπίδες της πολιτικά ορθής αστικής ωμότητάς σας, μιλάτε αντί για μας, πιστεύοντας ότι καταλαβαίνετε οτιδήποτε απ’ τη ζωή μας. Για σας πετάνε τα παιδιά τις μολότωφ!»
Ναι, κύριε Κύρτσο, για σας τις πετάνε, κι ας μην το ξέρετε!
Εννοείται ότι η συγκεκριμένη μαχητική κορασίδα (να σ’ είχα μπροστά μου να σ’ αγκαλιάσω και να σε φιλήσω κορίτσι μου) εξαφανίστηκε μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα απ’ την τηλεοπτική ομήγυρη. Συνέχισαν οι επαγγελματίες του είδους, για να ξεχαστεί το καίριο.
Τα ίδια μέσες άκρες είπε και ο υπουργός εσωτερικών, που υπέβαλε λέει την παραίτησή του αλλά αυτή δεν έγινε δεκτή! Αφού λοιπόν νομιμοποιήθηκε άνωθεν, μπορεί να συνεχίσει τώρα ακάθεκτος το έργον του, που είναι η κατά το δυνατόν διάσωση της εικόνας των κουρελιασμένων ενδυμάτων του Βασιλέως και η προβολή τους ως ακριβά καλοσιδερωμένα Armani. Ντροπή σας κύριοι –που λέει ο λόγος δηλαδή, γιατί κι αυτό προϋποθέτει μια κάποια γενναιότητα…
Σε άλλο παράθυρο φάνηκε ο Λαζόπουλος, μέσα στην αίθουσα του θεάτρου του, για να αμολήσει μια σειρά από κοινοτυπίες (κάτι σαν το ότι μια δημοκρατία δεν μπορεί να σκοτώνει ένα 15χρονο παιδί), ψάχνοντας και προσπαθώντας και ιδρώνοντας για να βρει κάτι να γλύψει επαρκώς τους νέους πελάτες του. Δεν είχε ρέντα. Το βρήκε όμως κατά τη γνώμη του στη φράση: «Εκείνο που σπάει εδώ δεν είναι οι βιτρίνες ενός πολυκαταστήματος, αλλά –με το θάνατο του παιδιού- η βιτρίνα της δημοκρατίας». Τόσο πολύ του άρεσε το εύρημά του, τόσο πολύ τον ανακούφισε αυτή η ανακάλυψη μέσα στη στειρότητα της σχεδόν 15λεπτης ομιλίας του σε κεντρικό δελτίο ειδήσεων (ούτε ο πρωθυπουργός τέτοια τύχη), που την επανέλαβε τέσσερις φορές. Και κατάφερε στο τέλος να συγκινηθεί κιόλας, ο ηθοποιός. Και δεν παρέλειψε μάλιστα να δηλώσει ότι η προγραμματισμένη για αύριο επίσημη πρεμιέρα του θεατρικού του έργου αναβάλλεται, γιατί δεν γίνεται να θρηνεί η Ελλάδα αγανακτισμένη κι εμείς να χασκογελάμε! Στην αφελή ερώτηση του δημοσιογράφου αν θα αναβληθεί και η σημερινή ανεπίσημη πρεμιέρα, ο Λαζόπουλος είπε κομπιάζοντας ότι όχι, αυτό δεν μπορεί να γίνει, γιατί έχει έρθει κόσμος με πούλμαν απ’ την επαρχία και δεν κάνει να τους στείλουμε πίσω έτσι…
Εδώ την πάτησε βεβαίως, αλλά η πολλή έκθεση στο γυαλί σου επιτρέπει και καμιά πατάτα πού και πού, άσε που ο κόσμος είναι ηλίθιος και δεν καταλαβαίνει…
Οι ταραχοποιοί
Ναι, φυσικά, δεν γίνεται τώρα να αφήσουμε το γάμο και να πάμε για πουρνάρια, να αφήσουμε τον «μικρό» Αλέξανδρο με ό,τι αυτός συμβολίζει και να ασχολούμαστε με τις βιτρίνες, όμως αυτό δεν χρειαζόμασταν κοτζάμ Λαζόπουλο για να μας το πει! Το ξέραμε και μόνοι μας, και κυρίως το ξέρουν οι χιλιάδες ανά την Ελλάδα νέοι, (χωρίς δημοσιογραφικό, χωροφυλακίστικο χαρακτηρισμό –είναι όλοι άνθρωποι σαν εμάς, αλλά πιο έξυπνοι και ίσως λιγότερο βολεμένοι, που θα πει πιο ζωντανοί), αυτοί που καίνε κάδους απορριμμάτων και σπάνε βιτρίνες τραπεζών, γιατί δεν καταφέρνουν να κάψουν την αστυνομική διεύθυνση σύσσωμη –και δεν εννοώ το κτίριο.
Προσέξατε ότι σπάνε τράπεζες; Ναι, γιατί τράπεζα, αστυνομία, κυβέρνηση, παπάδες, μπαμπάδες κάθε είδους, Λαζόπουλοι και Κύρτσοι, μεγαλομέτοχοι και σαλταδόροι με Lamborghini, μοιάζουν πια να είναι διαφορετικές όψεις της ίδιας ανάλγητης εξουσίας που θεωρεί τους νέους ηλίθιους και που θα αποφασίσει αντ’ αυτών για τον τρόπο που θα ζήσουν, για τον τρόπο που θα διαδηλώσουν, για το πόσο θα δουλεύουν και μέχρι πότε, για το τι θα σκέφτονται κατά προτεραιότητα, τελικά για το σε ποιο μαντρί θα επιλέξουν (multiple choice είναι αυτό!) να περάσουν τον υποταγμένο τους βίο.
Όμως αυτή η αναταραχή είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα, κι αν οι Παυλόπουλοι δεν μπορούν ή δεν τους συμφέρει να το δουν τότε καλά θα κάνουν να κάτσουν στο δικό τους το μαντρί και να αφήσουν κάθε ζωντανό κύτταρο αυτού του τόπου να μιλήσει, έστω καίγοντας κάδους. Καμιά δημοκρατία δεν απειλείται έτσι. Αντιθέτως απειλείται απ’ τους τηλεοπτικούς αστέρες όποιου βεληνεκούς, και απ’ τους πολιτικούς με φιλοδοξίες τηλεοπτικού αστέρα, πράγμα που είναι μονόδρομος σε αυτή τη «δημοκρατία» που προσπαθούν να προστατεύσουν ο Κύρτσος κι ο Λαζόπουλος.
Μανιφέστο
Θα έχει ενδιαφέρον τις επόμενες μέρες να δούμε τα ανακλαστικά και των υπολοίπων τάξεων. Παρόλο που είναι πια γνωστό ότι η ομογενοποίηση και η μέχρι πρότινος ευμάρεια έχει ευνουχίσει τον ιστορικό τους ρόλο και τις έχει τοποθετήσει σε θέση «ωσεί παρόντων» στο πολιτικό σκηνικό, εκείνο που έκανε αυτό το διαβολικό γεγονός είναι πρωτοφανές: Φώναξε με τον τηλεβόα ότι το παλιό σύνθημα του Μαρξ δεν απευθύνεται πια μόνο στους προλετάριους, μόνο στους αδικημένους, μόνο στους πεινασμένους. Αν ήταν εδώ ο Κάρολος σήμερα, θα έπρεπε να αναφωνήσει:
«Ζωντανοί όλου του κόσμου ενωθείτε!».
Αυτό κάνουν και τα παιδιά, γιατί ζωή σημαίνει ενέργεια, ίσως και φωτιά που καίει τους καναπέδες μας, οπωσδήποτε όμως φως για να δούμε καθαρά.
Αλλά το φως το φοβούνται οι βρικόλακες.
Μια ευχή
Για να πάω για ύπνο κάπως πιο αισιόδοξα –πράγμα που είναι όντως μια επαναστατική πράξη σήμερα- θα κρατήσω την κουβέντα εκείνου του κοριτσιού στο περιθώριο του δελτίου ειδήσεων, να ράψω παντιέρα για όποιον…
«Ξέρετε γιατί δεν σας ξέρω κύριε Κύρτσο; Γιατί διαλέγω να μη σας ξέρω.»
Η ευγενικά απαξιωτική χροιά της φωνής αυτής της κοπέλας αντηχούσε πεντακάθαρα τη στοιχειώδη Αλήθεια που όλοι οι μουσικοί αναζητούμε διακαώς τη στιγμή που εκτιθέμαστε.
Θα ήθελα να την έχω σε μια συναυλία μου, στη σκηνή, κι εγώ απλά να τη συνοδεύω στο μισόφωτο. Στο πρόγραμμα το όνομά μου θα ήταν με μικρά γράμματα.
Γεια σου μικρή μου άγνωστη. Γεια σου μικρέ μου Αλέξανδρε.
Γιώργος Μουλουδάκης
mouloudakis@tar.gr
7 Δεκεμβρίου 2008